Πόλεμοι της Ινδοκίνας

στις

εξώφυλλο: Γαλλική Ινδοκίνα το 1930  French atlas from c. 1930, Public domain, via Wikimedia Commons

copyright © μετάφραση – επιμέλεια Χείλων

Οι πόλεμοι της Ινδοκίνας ήταν μια σειρά πολέμων που διεξήχθησαν στην Νοτιοανατολική Ασία από το 1946 έως το 1991, μεταξύ Κομμουνιστικών δυνάμεων της Ινδοκίνας (κυρίως Λαϊκής Δημοκρατίας του Βιετνάμ) εναντίον της Γαλλίας, του Βασιλείου του Βιετνάμ, της Αμερικής, της Καμπότζης, του Λάος και της Κίνας. Ο όρος «Ινδοκίνα» αρχικά αναφερόταν στη Γαλλική Ινδοκίνα, η οποία περιλάμβανε τα σημερινά κράτη του Βιετνάμ, του Λάος και της Καμπότζης, ενώ σήμερα παραπέμπει περισσότερο σε γεωγραφική, παρά σε πολιτική περιοχή. Οι πόλεμοι ήταν οι παρακάτω:

Δεξιόστροφα από την κορυφή: Μετά την πτώση του Dien Bien Phu, στρατεύματα του Λάος υποχωρούν πίσω από τον ποταμό Μεκόνγκ στο Λάος – Γάλλοι πεζοναύτες αποβιβάζονται στην ακτή Annam τον Ιούλιο του 1950 – M24 Chaffee αμερικανικό ελαφρύ τανκ που χρησιμοποιήθηκε από τους Γάλλους στο Βιετνάμ – Διάσκεψη της Γενεύης στις 21 Ιουλίου 1954 – Αφος Grumman F6F-5 Hellcat από το Escadrille 1F ετοιμάζεται να προσγειωθεί στο Γαλλικό αεροπλανοφόρο Arromanches που επιχειρεί στον Κόλπο του Tonkin. Mohamed Ajjani, CC BY 3.0 via Wikimedia Commons

Α’ Πόλεμος της Ινδοκίνας (Γαλλικός Πόλεμος στο Βιετνάμ) ξεκίνησε μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1946 και διήρκεσε μέχρι τη Γαλλική ήττα το 1954. Μετά από μια μακρά εκστρατεία αντίστασης ενάντια σε Γάλλους και Ιάπωνες, Οι δυνάμεις του Βιετ Μινχ (Κομμουνιστικό κόμμα Βιετνάμ) είχαν κερδίσει (Επανάσταση Αυγούστου) αφού οι Ιαπωνικές και Γαλλικές δυνάμεις του Βισύ παραδόθηκαν στο Βορρά στις 15 Αυγούστου 1945. Στον πόλεμο στο Βιετνάμ (1945–46) οι Βρετανικές δυνάμεις κατέλαβαν προσωρινά τον Νότο, από τις 13 Σεπτεμβρίου 1945, για να αποκαταστήσουν το 1946 τον Γαλλικό αποικιακό έλεγχο. Στα Ηνωμένα Έθνη και με τη στήριξη του Ηνωμένου Βασιλείου και των Ηνωμένων Πολιτειών, οι Γάλλοι ζήτησαν την επιστροφή της πρώην αποικίας τους, με αντάλλαγμα τη συμμετοχή τους στο ΝΑΤΟ (ιδρύθηκε το 1949) ενάντια στη Σοβιετική επέκταση πέρα ​​από τις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας (ιδρύθηκε το 1955) στον Ψυχρό Πόλεμο. Το Κομμουνιστικό/Εθνικιστικό Βιετ Μινχ, το οποίο είχαν υποστηρίξει οι Σύμμαχοι κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, συνέχισε να πολεμά τους Γάλλους με την υποστήριξη της Κίνας και της Σοβιετικής Ένωσης, αναγκάζοντας τελικά τους υποστηριζόμενους από το ΝΑΤΟ Γάλλους να εγκαταλείψουν την Ινδοκίνα (1954).

Πρώτη σειρά από αριστερά προς τα δεξιά: – Αμερικανικά στρατεύματα που πολεμούν το 1965, στη Μάχη της Ia Drang , αποστολή πεζικού UH-1 Huey – ARVN Rangers που υπερασπίζονται τη Σαϊγκόν στη Μάχη της Σαϊγκόν το 1968
2η σειρά: – Ταφή 300 θυμάτων της σφαγής Hue του 1968 – Δύο Douglas A-4C Skyhawks σε πτήση για επίθεση εναντίον βάσεων PT-boat του Βορείου Βιετνάμ τον Αύγουστο του 1964, ως αποτέλεσμα του περιστατικού στον Κόλπο Tonkin
Τελευταία σειρά: – Κάτοικοι του Quang Tri σε φυγή από τη Μάχη του Quang Tri το 1972 κατά τη διάρκεια της επίθεσης του Πάσχα – ο ARVN ανακατέλαβε το Quang Tri μετά τη μάχη του Quang Tri το 1972 κατά τη διάρκεια της επίθεσης του Πάσχα Collage: Nguyen1310. Individual constituent images used in the collage: US & ARVN military personnel., Public domain, via Wikimedia Commons

Β’ Πόλεμος της Ινδοκίνας (Αμερικανικός Πόλεμος στο Βιετνάμ) ξεκίνησε ως σύγκρουση μεταξύ της κυβέρνησης του Νοτίου Βιετνάμ που υποστηριζόταν από τις Ηνωμένες Πολιτείες και των αντιπάλων της, τόσο του Κομμουνιστικού Βιετ Κονγκ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) που έδρευε στο Βόρειο Βιετνάμ και του Λαϊκού Στρατού του Βιετνάμ (PAVN) γνωστού στη Δύση ως Στρατός του Βορείου Βιετνάμ (NVA). Η σύγκρουση ξεκίνησε το 1955 και διήρκεσε μέχρι το 1975 όταν οι Βορειοβιετναμέζοι κατέκτησαν το Νότιο Βιετνάμ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες είχαν υποστηρίξει τη Γαλλία κατά τον πρώτο πόλεμο της Ινδοκίνας, υποστήριξαν την κυβέρνηση της Δημοκρατίας του Βιετνάμ σε αντίθεση με το Κομμουνιστικό Βιετ Κονγκ και το PAVN. Ο Βορράς επωφελήθηκε από τη στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη της Κίνας και της Σοβιετικής Ένωσης. Μάχες επίσης σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου στην Καμπότζη μεταξύ της υποστηριζόμενης από τις ΗΠΑ κυβέρνησης του PAVN και των υποστηριζόμενων από τους Κομμουνιστές Ερυθρών Χμερ (Εμφύλιος Πόλεμος της Καμπότζης, 1967–1975) και στο Λάος μεταξύ της υποστηριζόμενης από τις ΗΠΑ κυβέρνησης του PAVN και του υποστηριζόμενου από τους Κομμουνιστές Παθέτ Λάο (Εμφύλιος του Λάος ή Μυστικός Πόλεμος, 1959–1975).

Ο Πολ Ποτ ήταν ηγέτης των Ερυθρών Χμερ. Μετά τη νίκη των Ερυθρών Χμερ στις 17 Απριλίου 1975, έγινε πρωθυπουργός της Δημοκρατικής Καμπουτσέα και ηγήθηκε της χώρας στον πόλεμο ενάντια στο Βιετνάμ. Store norske leksikon, Public domain, via Wikimedia Commons

Γ’ Πόλεμος της Ινδοκίνας ήταν μια περίοδος παρατεταμένων συγκρούσεων μετά τον πόλεμο του Βιετνάμ, στον οποίο διεξήχθησαν αρκετοί επί μέρους πόλεμοι ως ακολούθως:

  • Πόλεμος Καμπότζης – Βιετνάμ ξεκίνησε όταν το Βιετνάμ εισέβαλε στην Καμπότζη και ανέτρεψε το γενοκτονικό καθεστώς του Πολ Ποτ και των Ερυθρών Χμερ. Ο πόλεμος διήρκεσε από τον Μάιο του 1975 έως τον Δεκέμβριο του 1989.
  • Σινο-Βιετναμέζικος Πόλεμος ήταν ένας σύντομος πόλεμος που διεξήχθη το Φεβρουάριο-Μάρτιο του 1979 μεταξύ της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ. Οι Κινέζοι ξεκίνησαν τιμωρητική αποστολή σε εκδίκηση για την εισβολή του Βιετνάμ στην Καμπότζη και αποσύρθηκαν ένα μήνα αργότερα στις προπολεμικές θέσεις. Οι αψιμαχίες κατά μήκος των συνόρων θα συνεχίζονταν μέχρι τον Νοέμβριο του 1991.
  • Μετά τον θρίαμβο του Παθέτ Λάο, ξέσπασε στο Λάος αντικομμουνιστική εξέγερση η οποία διήρκεσε μέχρι το 2007 όταν παραδόθηκαν οι περισσότεροι αντάρτες Χμόνγκ, αν και ορισμένα αντιστασιακά κύτταρα παρέμειναν ενεργά για αρκετά χρόνια. Η Ταϊλάνδη, η οποία υποστήριξε τους αντάρτες του Λάος, καθώς και τις δυνάμεις κατά του Βιετνάμ στον Γ’ Πόλεμο της Ινδοκίνας, είχε μερικές αψιμαχίες με το Βιετνάμ το 1984 και μια σύντομη σύγκρουση με το Λάος το 1987.
  • Εξέγερση του Ενωμένου Μετώπου για την Απελευθέρωση των Καταπιεσμένων Φυλών FULRO κατά του Βιετνάμ.
  • Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ταϊλάνδης αντιμετώπισε μια εξέγερση από το 1965 έως το 1989. Έλαβε υποστήριξη από το Λάος και το Βιετνάμ από το 1975 έως το 1979, αλλά εκδιώχθηκε από τις βάσεις του και απώλεσε τις περισσότερες γραμμές εφοδιασμού όταν οι εξεγερθέντες ενισχύθηκαν με δυνάμεις από Καμπότζη και Κίνα, παρά τα φιλοσοβιετικά καθεστώτα του Βιετνάμ και του Λάος.
Βιετναμέζικη σφραγίδα του Γενικού Κυβερνήτη της Γαλλικής Ινδοκίνας

Ιστορικό

Γαλλική Ινδοκίνα

Ο Γαλλικός αποικισμός και η κατοχή της περιοχής ήταν αποτέλεσμα ιεραποστολικού έργου του 16ου αιώνα, που είχε ως συνέπεια να σχηματιστεί Καθολική μειονότητα. Ενώ ο Τζιά Λόνγκ ανέχτηκε τον καθολικισμό, ο διάδοχός του Μίν Μάνγκ και οι ορθόδοξοι Κομφουκιανοί, πίστευαν στον αρχαίο Κινεζικό πολιτισμό. Απαγόρευσαν τον Καθολικό προσηλυτισμό, καθώς αποτελούσε τον θρησκευτικό βραχίονα του αποικισμού και αντιστάθηκαν στις Ευρωπαϊκές και Αμερικανικές προσπάθειες δημιουργίας αποικιακών εμπορικών σταθμών, που επιχείρησε να επιβάλει η Γαλλία ενάντια στους νόμους της χώρας. Αυτό θεωρήθηκε από τις αποικιακές δυνάμεις ως πρόκληση.

Η Κομφουκιανή πολιτική απομόνωσης οδήγησε τους Βιετναμέζους να αρνηθούν τον βιομηχανικό εκσυγχρονισμό, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αντισταθούν στη στρατιωτική δύναμη μιας Γαλλικής εισβολής. Τον Αύγουστο του 1858, ο Ναπολέων ΙΙΙ διέταξε την απόβαση των Γαλλικών δυνάμεων στο Τουράν, (σημερινό Ντα Νανγκ) ξεκινώντας μια αποικιακή κατοχή που επρόκειτο να διαρκέσει σχεδόν έναν αιώνα. Μέχρι το 1884, οι Γάλλοι είχαν τον πλήρη έλεγχο της χώρας, η οποία αποτελούσε πλέον το μεγαλύτερο τμήμα της Γαλλικής Ινδοκίνας. Ο Βιετναμέζικος λαός χρειάστηκε σχεδόν έναν αιώνα για να εξαλείψει την τελευταία αποικιακή επιρροή στη χώρα του.

Στα τέλη του 19ου αιώνα, η Γαλλία αντικατέστησε την Αυτοκρατορική Κίνα και το Σιάμ ως αποικιακή δύναμη στην περιοχή που σήμερα βρίσκεται το Βιετνάμ, το Λάος και η Καμπότζη. Η Ιαπωνία κατέλαβε ολόκληρη την περιοχή κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όταν οι Ιάπωνες ηττήθηκαν, οι Γάλλοι στόχευαν να ανακτήσουν τις αποικίες τους, αλλά οι σύμμαχοί τους, ειδικά οι ΗΠΑ, ήταν αντίθετοι. Το Λάος και η Καμπότζη κέρδισαν την ανεξαρτησία τους, αλλά οι κυβερνήσεις τους σύντομα αντιμετώπισαν εξεγέρσεις από τοπικούς κομμουνιστές που υποστηρίζονταν από τη Μόσχα και/ή το Πεκίνο.

Στο Βιετνάμ τα πράγματα έγιναν πολύ πιο περίπλοκα. Οι Σύμμαχοι συμφώνησαν ότι οι Εθνικιστές Κινέζοι θα διοικούσαν το βόρειο τμήμα της χώρας και οι Βρετανοί τον νότο μέχρι να συσταθεί κυβέρνηση του Βιετνάμ. Οι δύο χώρες αντιμετώπιζαν προβλήματα – η Κίνα εμφύλιο πόλεμο και το Βιετνάμ μεγάλη κομμουνιστική εξέγερση στη Μαλάγια. Οι υποστηριζόμενοι από τη Σοβιετική Ένωση Βιέτ Μιν, ένας αντιαποικιακός συνασπισμός υπό την κυριαρχία των κομμουνιστών, κήρυξε την ανεξαρτησία στο βορρά, ενώ οι Γάλλοι ανέκτησαν τον έλεγχο στο νότο. Μέχρι το 1947, οι δυο πλευρές βρίσκονταν σε πόλεμο και μετά το 1949, η Κινεζική κομμουνιστική κυβέρνηση παρείχε στους Βιέτ Μιν σημαντική υποστήριξη. Οι ΗΠΑ υποστήριξαν τη Γαλλία, αλλά ο πρόεδρος Ντουάιτ Αϊζενχάουερ αρνήθηκε να στείλει Αμερικανικά στρατεύματα. Αφότου οι Γάλλοι υπέστησαν ταπεινωτική ήττα στην αιματηρή μάχη του Ντιέν Μπιέν Φου, οι Συμφωνίες της Γενεύης του 1954 τερμάτισαν τον πόλεμο.

Ο Χο Τσι Μιν, δεξιά, που έγινε πρόεδρος του Βόρειου Βιετνάμ, ποζάρει με τον στρατηγό Vo Nguyen Giap, έξω από το παλάτι Bac Bo (Tonkin) τον Σεπτέμβριο του 1945, μετά την Αυγουστιάτικη Επανάσταση. Ο στρατηγός Giap συνέχισε να ηγείται του στρατού του Βιετ Μινχ και του Βορείου Βιετνάμ νικώντας τις Γαλλικές και τις δυνάμεις των ΗΠΑ και του Νοτίου Βιετνάμ, με αποκορύφωμα την πτώση της Σαϊγκόν το 1975. (AP Photo)

Η Ινδοκίνα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

Η τοπική αντίσταση ξεκίνησε με τον Χαμ Νγκι, στη συνέχεια με τους Φαν Ντιν Φούνγκ, Φαν Μπόι Τσάου, και τέλος με τον Χο Τσι Μιν, ο οποίος επέστρεψε στο Βιετνάμ από τη Γαλλία και βοήθησε στη δημιουργία του συνασπισμού εθνικής ανεξαρτησίας Βιετ Μιν το 1941. Ιδρυτικό μέλος του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ο Χο Τσι Μιν είχε αποτινάξει τους κομμουνιστικούς δεσμούς του και διέλυσε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ινδοκίνας, προκειμένου να ενώσει τη χώρα. Όταν το 1945 ξέσπασε ο Βιετναμέζικος λιμός προκαλώντας 2 εκατομμύρια θανάτους, αφότου η Γαλλική και Ιαπωνική αποικιοκρατία συνέχισε να εξάγει τρόφιμα στη Γαλλία στην μεταπολεμική οικονομία, οι Βιετ Μιν οργάνωσαν μια τεράστια προσπάθεια ενημέρωσης, παγιώνοντας τη λαϊκή υποστήριξη των εθνικιστικών τους σκοπών. Ο Χο Τσι Μιν εξελέγη πρωθυπουργός του Βιετ Μιν το 1945.

Όταν τελείωσε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Επανάσταση του Αυγούστου έδιωξε τον Ιαπωνικό αποικιακό στρατό και έδωσε τον έλεγχο της χώρας στο Βιετ Μιν. Οι Ιάπωνες παραδόθηκαν στους Κινέζους Εθνικιστές στο Βόρειο Βιετνάμ και ο αυτοκράτορας Μπάο Ντάι παρέδωσε την εξουσία στους Βιετ Μιν, στις 25 Αυγούστου 1945. Με μια κίνηση εντυπωσιασμού, ο Χο Τσι Μινχ έκανε τον Μπάο Ντάι ανώτατο σύμβουλο της κυβέρνησης υπό την ηγεσία του Βιετ Μιν στο Ανόι, η οποία επιβεβαίωσε την ανεξαρτησία στις 2 Σεπτεμβρίου ως Λαϊκή Δημοκρατία του Βιετνάμ (DRV) και εξέδωσε την Διακήρυξη Ανεξαρτησίας της Λαϊκής Δημοκρατίας του Βιετνάμ. Το 1946, το Βιετνάμ απέκτησε το πρώτο του σύνταγμα.

Το 1948, η Γαλλία προσπάθησε να ανακτήσει τον αποικιακό έλεγχο στο Βιετνάμ. Στο Νότιο Βιετνάμ, οι Ιάπωνες είχαν παραδοθεί στις Βρετανικές δυνάμεις, οι οποίες είχαν υποστηρίξει τους Ελεύθερους Γάλλους στη μάχη κατά του Βιετ Μιν, μαζί με τις ένοπλες θρησκευτικές αιρέσεις Κάο Ντάι και Χόα Χάο και την ομάδα οργανωμένου εγκλήματος Μπιν Ξουγιέν. Οι Γάλλοι επανεγκατέστησαν τον Μπάο Ντάι ως αρχηγό κράτους, το οποίο πλέον περιλάμβανε το κεντρικό και το νότιο Βιετνάμ. Ο πόλεμος που ακολούθησε, μεταξύ του ελεγχόμενου από τους Γάλλους Νότου και του ανεξάρτητου Κομμουνιστικού Βορρά, είναι γνωστός ως Α’ Πόλεμος της Ινδοκίνας. Κατέληξε με ηχηρή ήττα των Γαλλικών Αποικιακών Στρατευμάτων (Troupes colonials) από τον Λαϊκό Στρατό του Βιετνάμ στο Ντιέν Μπεν Φου.

Α’ Πόλεμος

Στον Α’ Πόλεμο της Ινδοκίνας, οι Βιετ Μιν, υποστηριζόμενοι από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και τη Σοβιετική Ένωση, πολέμησαν για να κερδίσουν την ανεξαρτησία τους από τους Γάλλους, υποστηριζόμενοι αρχικά από εναπομείναντα στρατεύματα του Ιαπωνικού Στρατού μετά την παράδοσή του στη Βρετανία, από το κράτος του Βιετνάμ και αργότερα από τις Ηνωμένες Πολιτείες στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου. Αυτός ο πόλεμος διήρκεσε από τον Δεκέμβριο του 1946 έως τον Ιούλιο του 1954, με τις περισσότερες μάχες να λαμβάνουν χώρα στις περιοχές γύρω από το Ανόι. Τελείωσε με Γαλλική ήττα στη μάχη του Ντιέν Μπεν Φου και την αποχώρηση των Γάλλων μετά τις Συμφωνίες της Γενεύης.

Το μονοπάτι του Χο Τσι Μιν απαιτούσε, κατά μέσο όρο, τέσσερις μήνες ταξίδι σε ανώμαλο έδαφος για μαχητές από το Βόρειο Βιετνάμ που προορίζονταν για τα νότια πεδία μάχης. Unknown author, Public domain, via Wikimedia Commons

Β’ Πόλεμος

Ο Β’ Πόλεμος της Ινδοκίνας, γνωστός ως Πόλεμος του Βιετνάμ, περιλάμβανε τον πρόσφατα νικητή Λαϊκό Κομμουνιστικό Στρατό του Βιετνάμ (γνωστό ως Στρατό του Βορείου Βιετνάμ) και το Εθνικό Μέτωπο για την Απελευθέρωση του Βιετνάμ (Βιετναμέζοι αντάρτες συμμάχησαν με τον Λαϊκό Στρατό του Βιετνάμ, γνωστό στην Αμερική ως Βιετκόνγκ, που σημαίνει «Κομμουνιστές Προδότες του Βιετνάμ») εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών που υποστηρίζονταν από την κυβέρνηση του Νοτίου Βιετνάμ (Στρατιώτες της Δημοκρατίας του Βιετνάμ).

Κατά τη διάρκεια του Πολέμου, οι Βόρειο Βιετναμέζοι μετέφεραν τις περισσότερες προμήθειες τους μέσω του μονοπατιού Χο Τσι Μιν, το οποίο διέσχιζε το Λάος και την Καμπότζη. Ως αποτέλεσμα, στις εν λόγω περιοχές που συνορεύουν με το Βιετνάμ διεξήχθησαν σκληρές μάχες κατά τη διάρκεια του πολέμου.

Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι πολιτικοί και στρατιωτικοί στόχοι ήταν διφορούμενοι: η επιτυχία και η πρόοδος ήταν ασαφείς και σε συνδυασμό με τον μεγάλο αριθμό απωλειών, ο πόλεμος έθετε ηθικά ζητήματα που τον καθιστούσαν όλο και πιο αντιδημοφιλή στο εσωτερικό. Οι αναφορές ειδήσεων στις ΗΠΑ για την επίθεση στο Τετ το 1968, ειδικά από το CBS, ήταν δυσμενείς όσον αφορά στην πρόοδο για τον τερματισμό του πολέμου. Παρότι που η εν λόγω επίθεση είχε ως αποτέλεσμα την στρατιωτική νίκη για το Νότιο Βιετνάμ και τις Ηνωμένες Πολιτείες, με ουσιαστικά πλήρη καταστροφή των δυνάμεων των Βιετκόνγκ, οι αναφορές για απόσυρση στρατευμάτων των ΗΠΑ και το γενικότερο καθεστώς του πολέμου, συνέβαλλαν στην αντίθεση των Αμερικανών ψηφοφόρων όσον αφορά στην υποστήριξη των ΗΠΑ προς τους Βιετναμέζους συμμάχους τους.

Μαχητές Βιετκόνγκ διασχίζουν ποτάμι Unknown author, Public domain, via Wikimedia Commons

Οι Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να αποσύρουν δυνάμεις από το Βιετνάμ το 1970, με τα τελευταία στρατεύματα να επιστρέφουν τον Ιανουάριο του 1973. Οι ειρηνευτικές Συμφωνίες του Παρισιού απαιτούσαν κατάπαυση του πυρός και απαγόρευαν στους Βορειοβιετναμέζους να στείλουν περισσότερα στρατεύματα στο Νότιο Βιετνάμ, διατηρούσαν τις περιοχές που κατέλαβαν κατά την επίθεση το Πάσχα του 1972.

Οι Βιετκόνγκ δεν σκόπευαν να τηρήσουν τη συμφωνία. Οι μάχες συνεχίστηκαν σποραδικά το 1973 και το 1974, ενώ σχεδίαζαν μεγάλη επίθεση, η οποία προγραμματίστηκε για το 1976. Ο Βορειοβιετναμέζικος Στρατός στο Νότιο Βιετνάμ είχε καταστραφεί και θα χρειαζόταν τουλάχιστον τρία χρόνια για να επανακτήσει τις υλικοτεχνικές του δυνατότητες.

Η απόσυρση είχε καταστροφικές επιπτώσεις στον στρατό του Νοτίου Βιετνάμ (ARVN). Λίγο μετά τις Ειρηνευτικές Συμφωνίες του Παρισιού, το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών έκανε μεγάλες περικοπές στον προϋπολογισμό της στρατιωτικής βοήθειας προς τους Νότιους Βιετναμέζους. Το ARVN, το οποίο είχε εκπαιδευτεί από Αμερικανικά στρατεύματα να χρησιμοποιεί Αμερικανικές τακτικές, γρήγορα περιέπεσε σε αταξία. Αν και παρέμεινε αποτελεσματική μαχητική δύναμη καθ’ όλη τη διάρκεια του 1973 και του 1974 και τον Ιανουάριο του 1975 διαλύθηκε. Οι Βορειοβιετναμέζοι επιτέθηκαν βιαστικά στον πολύ εξασθενημένο Νότο και συνάντησαν μικρή αντίσταση.

Η Σαϊγκόν, η πρωτεύουσα του Νοτίου Βιετνάμ, καταλήφθηκε από το PAVN στις 30 Απριλίου 1975 και έτσι έληξε ο Β’ Πόλεμος της Ινδοκίνας.

Οι μάχες που έλαβαν χώρα μεταξύ Βορείου και Νοτίου Βιετνάμ μετά την αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών αποκαλούνται μερικές φορές Γ’ Πόλεμος της Ινδοκίνας. Ωστόσο, αυτός ο όρος συνήθως αναφέρεται σε μεταγενέστερη σύγκρουση του 1979.

Κρανία θυμάτων της σφαγής Ba Chúc από τους Κόκκινους Χμέρ Bùi Thụy Đào Nguyên, CC BY 3.0 via Wikimedia Commons

Γ’ Πόλεμος

Ο Γ’ Πόλεμος της Ινδοκίνας, γνωστός ως Καμποτζιανός-Βιετναμέζικος πόλεμος, ξεκίνησε την 1η Μαΐου 1975 όταν ο Επαναστατικός Στρατός της Καμπουτσέα εισέβαλε στο Βιετναμέζικο νησί Φου Κουόκ. Οι δυνάμεις του Βιετνάμ αντεπιτέθηκαν γρήγορα, ανακτώντας το έδαφός τους και εισέβαλαν στο νησί Κο Βάι. Διευκρινίζεται ότι η Δημοκρατία της Καμπουτσέας (1975 έως 1979) ήταν μονοκομματικό ολοκληρωτικό κράτος που ελεγχόταν από τους Ερυθρούς Χμέρ και περιλάμβανε τη σύγχρονη Καμπότζη.

Τον Αύγουστο του 1975, το Βιετνάμ επέστρεψε το νησί στην Καμπουτσέα και οι δύο κυβερνήσεις άρχισαν να κάνουν ειρηνευτικές προσεγγίσεις, αλλά στα παρασκήνια οι εντάσεις αυξάνονταν. Στις 30 Απριλίου 1977, η Καμπουτσέα άρχισε να επιτίθεται σε Βιετναμέζικα χωριά. Τον Σεπτέμβριο, έξι μεραρχίες πέρασαν τα σύνορα, προχωρώντας 10 χιλιόμετρα στην επαρχία Τάι Νιν. Οργισμένος από την κλιμάκωση των επιθέσεων, ο Λαϊκός Στρατός του Βιετνάμ συγκέντρωσε οκτώ μεραρχίες για να εξαπολύσει αντίποινα κατά της Καμπουτσέας.

Τον Δεκέμβριο, σε μια προσπάθεια να αναγκάσουν την κυβέρνηση να διαπραγματευτεί, οι δυνάμεις του Βιετνάμ εισέβαλαν στην Καμπουτσέα, νικώντας εύκολα τον στρατό των Καμποτζιανών και στις 6 Ιανουαρίου 1978, απείχαν μόλις 38 χιλιόμετρα από την Πνομ Πεν. Ωστόσο, η κυβέρνηση της Καμπουτσέας παρέμενε αδιάλλακτη και η ηγεσία του Βιετνάμ συνειδητοποιώντας ότι δεν θα διασφάλιζε τον πολιτικό της στόχο, αποφάσισε να αποσύρει τα στρατεύματά της.

Το έμβλημα του Ενιαίου Μετώπου Καμπουτσέα για την Εθνική Σωτηρία Xufanc, CC BY-SA 3.0 via Wikimedia Commons

Καθώς οι δυνάμεις της Καμπουτσέα επανέλαβαν τις επιθέσεις τους πέρα ​​από τα σύνορα, οι Βιετναμέζοι εξαπέλυσαν άλλη μια περιορισμένη αντεπίθεση τον Ιούνιο, αναγκάζοντας τους Καμποτζιανούς να υποχωρήσουν και όταν αποχώρησαν οι Καμποτζιανοί συνέχισαν τις επιθέσεις τους. Οι Βιετναμέζοι όντας αγανακτισμένοι εξαπέλυσαν ευρείας κλίμακας εισβολή τον Δεκέμβριο του 1978 και η Πνομ Πεν καταλήφθηκε τον Ιανουάριο του 1979. Οι κυβερνώντες Ερυθροί Χμερ εκδιώχθηκαν από την εξουσία και εγκαταστάθηκε φιλοβιετναμέζικη κυβέρνηση.

Το 1984, το Βιετνάμ ανακοίνωσε σχέδιο για την απεμπλοκή του στρατού από την Καμπουτσέα και το 1988 άρχισε να αποσύρει τις δυνάμεις του. Οι τελευταίοι άνδρες έφυγαν τον Σεπτέμβριο του 1989.

Ο Τρίτος Πόλεμος της Ινδοκίνας αναφέρεται επίσης στον Σινο-Βιετναμέζικο Πόλεμο, ο οποίος διεξήχθη τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 1979 μεταξύ της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ. Λίγο μετά την εισβολή των Βιετνάμ στην Καμπότζη, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, που ήταν ο πολιτικός σύμμαχος των Ερυθρών Χμερ, εξαπέλυσε τιμωρητική εισβολή στο Βιετνάμ. Οι μάχες ήταν σύντομες αλλά έντονες. Οι Κινέζοι προχώρησαν περίπου 40 χιλιόμετρα στο Βιετνάμ, καταλαμβάνοντας την πόλη Λανγκ Σον στις 6 Μαρτίου. Εκεί, ισχυρίστηκαν ότι η πύλη προς το Ανόι ήταν ανοιχτή, δήλωσαν ότι η αποστολή τους επιτεύχθηκε και αποχώρησαν.

Στις 23 Οκτωβρίου 1991, ο πόλεμος Καμπότζης- Βιετνάμ έληξε μετά τις διαπραγματεύσεις και την υπογραφή των Ειρηνευτικών Συμφωνιών του Παρισιού.

Η σημαία της ASEAN (Ένωση Εθνών Νοτιοανατολικής Ασίας) By Vectorized by Commons:User:Madden from http://www.asean.org/7095.htm, Fair use, https://en.wikipedia.org/w/index.php?curid=22558629

Συνέπειες

Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου οι τρεις χώρες που αποτελούσαν την πρώην Γαλλική Ινδοκίνα έγιναν δεκτές στην Ένωση Χωρών Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN). Σήμερα το Βιετνάμ και οι Η.Π.Α έχουν εγκάρδιες σχέσεις.

Υπάρχει σημαντικός τουρισμός από ξένους βετεράνους που επιστρέφουν για να επισκεφθούν τις χώρες όπου υπηρέτησαν για ξεκούραση και αναψυχή. Κάποιοι μάλιστα συνταξιοδοτούνται εκεί. Η Ταϊλάνδη, οι Φιλιππίνες, το Βιετνάμ και η Καμπότζη φιλοξενούν σημαντικές ομάδες συνταξιούχων, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων βετεράνων.

Οι πόλεμοι συνεχίζουν να αποτελούν ευαίσθητο θέμα για τις γενιές που τους έζησαν. Ειδικότερα, οι πολιτισμικές διαφορές μεταξύ βόρειου και νότιου Βιετνάμ εξακολουθούν να υφίστανται ως αποτέλεσμα της προηγούμενης διαίρεσης και ορισμένοι Νότιοι στο Βιετνάμ εξακολουθούν να είναι πικραμένοι για την ήττα από τον Βορρά. Ωστόσο, οι περισσότεροι ντόπιοι δεν έχουν καμία εχθρότητα με τουρίστες από τις χώρες που συμμετείχαν στους πολέμους και οι Αμερικανοί επισκέπτες έχουν θερμή υποδοχή, καθώς οι νεότεροι ντόπιοι που γεννήθηκαν μετά τους πολέμους θαυμάζουν την Αμερικανική κουλτούρα.

Ενώ η Καμπότζη και το Λάος έχουν αναπτύξει στενές σχέσεις με την Κίνα, οι σχέσεις μεταξύ Βιετνάμ και Κίνας εξακολουθούν να είναι τεταμένες λόγω ανεπίλυτων θαλάσσιων συνοριακών διαφορών.


Πηγές – βιβλιογραφία

https://en.wikipedia.org/wiki/Indochina_Wars

https://en.wikivoyage.org/wiki/Indochina_Wars

Melvin Page «Colonialism: an international, social, cultural, and political encyclopedia» (2003) τόμος 1. ABC-CLIO. σελ. 496.



Το έργο με τίτλο Πόλεμοι της Ινδοκίνας από τον δημιουργό Χείλων διατίθεται με άδεια  Creative Commons Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική Χρήση – Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές