Βασιλίσκος….ο αλαζών & αφελής αυτοκράτωρ

Ο Βασιλίσκος ήταν αδελφός της Αιλίας Βηρίνας και κουνιάδος του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Λέοντα Α’. Το 464 διορίσθηκε στρατιωτικός διοικητής της Θράκης, όπου σε αρκετές περιπτώσεις απέκρουσε με επιτυχία τους επίδοξους εισβολείς.

«Βουκελάριοι»……το τάγμα της τιμής

Οι Βουκελάριοι ήταν μονάδα στρατιωτών στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία που δεν υποστηρίζονταν από το κράτος αλλά από κάποιο άτομο όπως στρατηγό ή κυβερνήτη.

Άννα Κομνηνή (1083-1153)

Η Άννα Κομνηνή ήταν Βυζαντινή πριγκίπισσα, ιστορικός και ιατρός, από τις σημαντικότερες μορφές της πνευματικής ζωής της αυτοκρατορίας κατά τον 12ο αιώνα

Μάχη των Ταγινών (1 Ιουλ. 552)

Η μάχη των Ταγινών ή μάχη Βουσταγαλλώρων διεξήχθη την 1 Ιουλίου 552 μεταξύ Βυζαντινών υπό τον στρατηγό Ναρσή και Οστρογότθων υπό τον βασιλιά Τωτίλα, κοντά στο χωριό Ταγίνες κατά τους πολέμους του αυτοκράτορα Ιουστινιανού στη Δύση.

Ιοβιανός (331 – 364)….ο ανεπαρκής αυτοκράτωρ

Ο Ιοβιανός Φλάβιος Κλαύδιος (Flavius Claudius Iovianus) διετέλεσε αυτοκράτορας από το 363 έως το 364, όταν μετά το θάνατο του Ιουλιανού και ενώ βρισκόταν σε εκστρατεία, ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας από το στράτευμα.

Αρισταίνετος (5ος – 6ος αιώνας μ.Χ.)

Ο Αρισταίνετος ήταν αρχαίος Έλληνας επιστολογράφος που άκμασε τον 5ο ή 6ο αιώνα μ.Χ. Από τα έργα του σημαντικότερα είναι δύο βιβλία ερωτικών ιστοριών, με τη μορφή επιστολών, τα οποία δανείζονται τα θέματά τους από ερωτικές ελεγείες Αλεξανδρινών συγγραφέων όπως ο Καλλίμαχος και περιέχουν φράσεις από τον Πλάτωνα, τον Λουκιανό, τον Αλκίφρονα και άλλους.

Μάχη της Αγχιάλου (20 Αυγ. 917 μ.Χ.)

Η μάχη της Αγχιάλου, γνωστή και ως μάχη του Αχελώου, έλαβε χώρα στις 20 Αυγούστου του 917, στον Αχελώο ποταμό στη Βουλγαρική ακτή της Μαύρης Θάλασσας, κοντά στην πόλη Αγχίαλο (σύγχρονο Πομόριε) μεταξύ Βουλγαρικών και Βυζαντινών δυνάμεων. Οι Βούλγαροι πέτυχαν μια αποφασιστική νίκη, η οποία όχι μόνο εξασφάλισε τις προηγούμενες επιτυχίες του Συμεών Α’, αλλά τον κατέστησε de facto ηγέτη ολόκληρης της Βαλκανικής Χερσονήσου, εκτός της καλά προστατευμένης Βυζαντινής πρωτεύουσας Κωνσταντινούπολης και Πελοποννήσου.

Στρατηγός Ναρσής (Καμσαρακάν) 478 ή 480 – 566 ή 573 μ.Χ.

Ο Ναρσής, υπήρξε λαμπρός στρατηγός του Ιουστινιανού Α’ προς το τέλος της βασιλείας του, ένας από τους πρωταγωνιστές της Ιουστινιάνιας Επανακατάκτησης και θεωρείται μετά τον Βελισάριο, ο διασημότερος μη αυτοκρατορικός μεσαιωνικός Ρωμαίος διοικητής.

Δούκας & Φραντζής….οι ιστορικοί της Άλωσης

Η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, αποτέλεσε και θα αποτελεί σημείο αναφοράς αφού η πορεία και η πτώση της άλλοτε κραταιάς Βασιλεύουσας απασχόλησε τους σημαντικότερους ιστορικούς. Οι πηγές που βρίσκονται στη διάθεση των μελετητών είναι ποικίλες, αν και είναι γενικά παραδεκτό, ότι δεν είναι όσες θα περίμενε κάποιος, συνυπολογίζοντας την αίσθηση που προκάλεσε στον μεσαιωνικό κόσμο η καταστροφή της Κωνσταντινούπολης. Οι Βυζαντινές πηγές και κυρίως οι «καταθέσεις» που έχουν παραδοθεί από τους «ιστορικούς της άλωσης», Δούκα & Γεώργιο Φραντζή ή Σφραντζή, αποτελούν αντικείμενο μελέτης και πηγή έμπνευσης για τα δρώμενα της εν λόγω περιόδου.

Μάχη του Χρυσόβουλλου & οι φλεγόμενοι ίπποι

Το 883 ο αυτοκράτορας Βασίλειος Α’ ο Μακεδών (867-886) ορίζει ως Δομένικο των Σχολών (Βυζαντινό αξίωμα = αρχηγό Ενόπλων δυνάμεων) τον Κεστά Στυππιώτη σε αντικατάσταση του Ανδρέα του Σκύθη και τον στέλνει επικεφαλής εκστρατευτικού σώματος 100.000 ανδρών στην Κιλικία της Ανατολίας με αποστολή να υποτάξει την Ταρσό και να την εντάξει στην αυτοκρατορία.

Κωνστάντιος Β’..…ο καχύποπτος αυτοκράτωρ

Ο Κωνστάντιος Β’ (Φλάβιος Ιούλιος Κωνστάντιος) ήταν δευτερότοκος γιος του Μεγάλου Κωνσταντίνου και της Φαύστας (Φλαβία Μάξιμα Φαύστα Αυγούστα) και δεύτερος αυτοκράτορας της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Βυζάντιο) από το 337 έως το 361. Γεννήθηκε στις 7 Αυγούστου 317, ανήλθε στον θρόνο το 337 σε ηλικία 21 ετών και μετά τον θάνατο του Μεγ. Κωνσταντίνου κληρονόμησε το ανατολικό ένα τρίτο της Αυτοκρατορίας. Μετά τον διαμοιρασμό των εδαφών της αυτοκρατορίας με τα αδέρφια του, Κωνσταντίνο Β’ και Κώνστα, παρέμεινε κάτοχος της Ανατολής και των υπόλοιπων Βαλκανίων πλην του Ιλλυρικού . Ο Κωνστάντιος ήταν οπαδός του Αρειανισμού και όσον αφορά στην θητεία του συγκαταλέγεται μεταξύ των μακροβιότερων αυτοκρατόρων του Βυζαντίου.

Ιουστινιάνειος Κώδικας (527-565)

Ο Κώδικας του Ιουστινιανού (Λατινικά Codex Justinianus) αποτελεί μια σημαντική συλλογή νόμων που καταρτίσθηκε υπό την αιγίδα του Ιουστινιανού A’, αυτοκράτορα του Βυζαντίου. Παρά το γεγονός ότι περιλαμβάνονταν νόμοι που θεσπίστηκαν κατά την διάρκεια της βασιλείας του Ιουστινιανού, ο Κώδικας δεν ήταν ένας εντελώς νέος νομικός κώδικας, αλλά αποτελείτο από ομαδοποίηση των υφιστάμενων νόμων, τμήματα γνωμοδοτήσεων μεγάλων Ρωμαίων νομικών εμπειρογνωμόνων και το γενικότερο περίγραμμα.

Η Κυρηναϊκή (7ος αιώνας π.Χ.)

Κυρηναϊκή ή Πεντάπολις καλείται η βορειοανατολική παράκτια περιοχή της Λιβύης, που αρχικά περιλάμβανε πέντε & κατόπιν έξι Ελληνικές αποικίες: Ευεσπερίδες (μετέπειτα Βερενίκη, σύγχρονη Βεγγάζη) – Ταύχειρα (μετέπειτα Αρσινόη, σημερινή Τόκρα) – Βάρκη (Al Marj) – Πτολεμαΐδα – Απολλωνία (σύγχρονη Susah) και την πρωτεύουσα Κυρήνη από την οποία προήλθε και η ονομασία της περιοχής.

Γεώργιος Σφραντζής………μια σύντομη κριτική προσέγγιση

Όταν ο Edward Gibbon το 1786-1787 στη Λοζάνη της Ελβετίας συνέγραφε τον 6ο και τελευταίο τόμο του έργου με τίτλο «Η Ιστορία της παρακμής και πτώσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας» είχε στην διάθεσή του ελάχιστες πηγές για την συγγραφή του περιβόητου κεφαλαίου της ιστορίας που αφορούσε στην κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης το 1453 από τους Οθωμανούς.

Ιωσήφ Γενέσιου: «Περί Βασιλειῶν»

Το ιστορικό πόνημα που φέρει τον τίτλο Περὶ Βασιλειῶν (Βασιλείαι) σώζεται σε ένα μοναδικό χειρόγραφο του 11ου αιώνα, στο οποίο κάποιος αναγνώστης ή κάτοχος χειρογράφου του 14ου αιώνα, προσέθεσε στο περιθώριό του το όνομα του εικαζόμενου συγγραφέα, ήτοι του Γενεσίου. Με μόνη εξαίρεση τον Ιωάννη Σκυλίτζη, την μαρτυρία του οποίου θα εξετάσουμε παρακάτω, ουδείς Βυζαντινός συγγραφέας κάνει λόγο για το εν λόγω κείμενο ή τον συγγραφέα αυτού. Συνεπώς, η χρονολογία της συγγραφής του έργου και η ακριβής ταυτότητα του συγγραφέα στηρίζεται ως επί τω πλείστον σε εσωτερικά κριτήρια.

Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας

Ο ιστορικός του Νεότερου Ελληνισμού έχει να κάνει μ᾽ ένα λαό που βρέθηκε επί αιώνες άλλοτε σα στοιχείο ηγεμονικό, άλλοτε σα στοιχείο πολιτικά υποταγμένο, αλλά οικονομικά και πολιτισμικά σημαντικό αν όχι πρωταρχικό, ανάμεσα σ᾽ άλλους λαούς, μέσα στα γεωγραφικά όρια υπερεθνικών πολι­τικών συγκροτημάτων (του ελληνιστικού κόσμου, του ανατολικού τμήματος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, του Βυζαντίου, της Οθωμανικής αυτοκρατορίας), σκορπισμένος σε ενότητες λιγότερο ή περισσότερο συμπαγείς, έτσι που ήταν δύσκολο στο λαό αυτό να καθορίσει τα γεωγραφικά όρια της εθνικής του βάσης· ώστε, κι όταν ακόμα ο ιστορικός επιγράφει το βι­βλίο του Ιστορία της νεότερης Ελλάδας, είναι υποχρεωμένος, στην πραγματικότητα, ν᾽ ασχοληθεί με το σύνολο του Ελλη­νισμού, που ένα μεγάλο του μέρος και επί πολύ χρονικό διά­στημα, ακόμα κι ύστερα από την ίδρυση του Ελληνικού Κρά­τους, έμεινε έξω από τα σύνορά του. Ο όρος Ελλάδα παίρνει πάντα τή σημασία ενός κέντρου έλξης του Ελληνισμού, εκείνου βέβαια που, σκορπισμένος από αιώνες στις χώρες της Ανα­τολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων, δεν έπαψε ποτέ να βρίσκεται σε στενή επαφή με τον Ελλαδικό Ελληνισμό και να παίζει στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους πρωτεύοντα ρόλο. _Ν.Σβορώνος_Επισκόπηση Νεοελληνικής Ιστορίας

Οι Φαναριώτες

Οι Φαναριώτες ως φαινόμενο της νεοελληνικής ιστορίας αποτέλεσε αμφιλεγόμενο θέμα και προκάλεσε αμηχανία στους Έλληνες ιστορικούς. Η τάση αυτή αποτυπώνεται στη μη ομόθυμη προσέγγιση του φαινομένου από την ελληνική ιστοριογραφία. Σε αντίθεση με τους άλλους «θεσμούς του Ελληνισμού», δηλαδή την Εκκλησία, τις κοινότητες, τα ένοπλα σώματα και την παιδεία, οι Φαναριώτες δεν εντάχθηκαν σ’ αυτούς από όλους τους ιστορικούς. Από την άλλη, συγγραφείς σύνθετων ιστορικών έργων με άμεσες ή έμμεσες φαναριώτικες καταβολές, όπως ο Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός και ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, απαριθμούν τους Φαναριώτες μαζί με τους υπόλοιπους θεσμούς, υιοθετώντας και γι’ αυτούς την ίδια υμνητική προσέγγιση που κάνουν και για τους άλλους. Υπογραμμίζουν, δηλαδή, ή και τονίζουν την προσφορά, κυρίως πολιτιστική, των Φαναριωτών στον Ελληνισμό της οθωμανικής περιόδου.

Θεόδωρος Μετοχίτης (1270-1332)

O Θεόδωρος Μετοχίτης ήταν Βυζαντινός ανώτατος αξιωματούχος, λόγιος και προστάτης των τεχνών. Από το 1305 έως το 1328 κατείχε τη θέση του προσωπικού συμβούλου (μεσάζων) ή του πρωθυπουργού όπως θα λέγαμε σήμερα, του αυτοκράτορα Ανδρονίκου Β’ Παλαιολόγου, αντικαθιστώντας τον προκάτοχό του Νικηφόρο Χούμνο.

Τα χρονικά του Μορέως

Τα Χρονικά του Μορέως —όπως κατά συνθήκη επικράτησε να ονομάζονται— είναι σειρά κειμένων του 14ου αι., αναφερομένων στην εξέλιξη του φραγκικού πριγκιπάτου της Πελοποννήσου, ιδρυθέντος μετά την Δ´ Σταυροφορία, του οποίου αφηγούνται την ιστορία χρονογραφικά, σύμφωνα με το μεσαιωνικό σύστημα.

Ιστορία του Νέου Ελληνισμού

Μελετώντας ο ιστορικός μια συγκεκριμένη περίοδο του παρελθόντος αντιμετωπίζει ποικιλία μεθοδολογικών προβλημάτων, όπως το χρονικό σημείο έναρξης ή λήξης της περιόδου, την περιοδολόγηση εντός αυτής, την ονομασία της κλπ. Η συγκεκριμένη χρονική περίοδος που θα απασχολήσει το παρόν εγχειρίδιο διατηρεί τις δικές της ιδιαιτερότητες. Κατ’ αρχήν μ’ αυτή την περίοδο εισερχόμαστε στη «νεότερη εποχή» της ελληνικής ιστορίας, αφήνοντας πίσω τη μεσαιωνική. Αλλά ένα πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι «πότε αρχίζει η νεότερη ελληνική ιστορία ή η νεότερη εποχή στον ελληνικό χώρο»; Ποια κριτήρια τίθενται γι’ αυτή τη χρονική έναρξη; Ποια ονοματολογία χρησιμοποιείται γι’ αυτή την περίοδο; Πόσο εύκολα προσδιορίσιμο είναι το αντικείμενο της μελέτης της περιόδου, δηλαδή οι ελληνικοί πληθυσμοί; Πόσο εύκολα διακριτός είναι ο γεωγραφικός χώρος μελέτης; Αυτά είναι ορισμένα βασικά ερωτήματα, με τα οποία τίθεται ο ιστορικός αντιμέτωπος, όταν προσεγγίζει τη συγκεκριμένη περίοδο του παρελθόντος.

Μάχη της Νινευή (12 Δεκεμβρίου 627)

Η μάχη της Νινευή απετέλεσε το αποκορύφωμα του πολέμου μεταξύ Βυζαντίου – Σασσανιδών (602-628). Η Βυζαντινή νίκη προκάλεσε εμφύλιο πόλεμο στην Περσία και αποκατέστησε τα αρχικά σύνορα της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στην Μέση Ανατολή. Αυτή όμως η αποκατάσταση της εξουσίας και κύρους του Βυζαντίου δεν επρόκειτο να διαρκέσει, καθώς σε λίγα χρόνια, εμφανίσθηκε το Αραβικό Χαλιφάτο φέρνοντας την αυτοκρατορία για ακόμη μια φορά στο χείλος της καταστροφής.

Μαυρίκιος Τιβέριος (539 – 602)..…..ο αποτελεσματικός αυτοκράτωρ (update)

Ο Μαυρίκιος ήταν γιός του Βυζαντινού συγκλητικού Παύλου, γεννήθηκε το 539 στην Ρωμαϊκή επικράτεια της Καππαδοκίας και ελάχιστα είναι γνωστά για την παιδική του ηλικία. Κατατάχθηκε στον Βυζαντινό στρατό και ανήλθε στις υψηλές θέσεις της ιεραρχίας, σε σημείο ώστε να χρισθεί διάδοχος του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Τιβέριου Β’.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε

Ιδιαίτερη είναι η αγάπη και ξεχωριστός ο σεβασμός, με τον οποίο το σύνολο των πιστών περιβάλλει την Ακολουθία του Ακάθιστου Ύμνου. Αγάπη και σεβασμός που πηγάζουν και εμπνέονται από το πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται η Ακολουθία, από την εκφραστικότητα και τον πλούτο των κειμένων, από το μελωδικό ένδυμα των λόγων. Αγάπη και σεβασμός που εκδηλώνονται με την ευλαβή παρουσία και ενεργό συμμετοχή στην Ακολουθία των «πιστώς προσκυνούντων και δοξαζόντων» Χριστιανών, τα απογεύματα της Παρασκευής καθ’ όλη τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

Το υγρό πυρ

Με τις ονομασίες υγρόν πυρ, ή ελληνικό πυρ, ή θαλάσσιον πυρ, ή σκευαστον πυρ, ή λαμπρόν πυρ, είναι γνωστό το μείγμα εμπρηστικών υλών (σε υγρή ή στερεά μορφή) που χρησιμοποιούνταν ήδη από την Πρωτοβυζαντινή περίοδο, κυρίως για την πυρπόληση εχθρικών πλοίων, αλλά και σε περιπτώσεις πολιορκίας. Διάφορες εμπρηστικές ύλες, που χρησιμοποιούνταν για πολεμικούς σκοπούς, αναφέρονται ήδη κατά την αρχαιότητα. Ο Όμηρος κάνει λόγο για το ακάματον πυρ (Όμηρος, Ιλιάς, Π 122-124: «εμβαλοv [ενν. Τρώες] άκάματοv πυρ/vηί θοή της δ’ αίψα κατ’ άσβέστη κέχυτο φλόξ./ως τηv μεv πρύμvηv πύρ άμφεπεv») των Τρώων, εύφλεκτο υλικό, το οποίο πολύ γρήγορα κατέκαυσε πλοίο των Αχαιών, αρχίζοντας την καταστρεπτική δράση του από την πρύμνη. Έκτοτε, ήταν ποικίλα τα εμπρηστικά μείγματα (Τα διάφορα εμπρηστικά μείγματα, που χρησιμοποιούνταν από την Ομηρική εποχή και εξής και πρέπει να είχαν ως κύριο συστατικό την νάφθα, εξετάζει ο R.J. Forbes, More Studίes in Early Petroleum History, Leiden 1959, 70 κ. εξ) που χρησιμοποιούνταν για την πυρπόληση εχθρικών στόχων.

Η Πόλις Eάλω

Το κείμενο που ακολουθεί σχετικά με την άλωση της Κωνσταντινούπολης αποτελεί μέρος της Ιστορίας του Βυζαντινού συγγραφέα Γε­ωργίου Φραντζή, επιστήθιου φίλου και μυστικοσυμβούλου του τελευταίου αυτοκράτορα των Ελλήνων Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Τονίζεται ότι και άλλοι έγραψαν την ιστορία της άλωσης, όπως ο Δούκας και ο Βενετός Μπάρμπαρο, αλλά αυτοί δεν είχαν στενές σχέσεις με τον Παλαιολόγο όπως ο Φραντζής, ώστε να γνωρίζουν με ακρίβεια όσα σχεδιάζονταν και γίνονταν μυστικά στα ανάκτορα. Κατά συνέπεια η ιστορία τους δεν μπορεί να έχει την ακρίβεια και πληρότητα του έργου του Φραντζή.

Η κατάκτηση της Βαλκανικής χερσονήσου από τους Οθωμανούς

Από τις 6 Αύγουστου 1354 ο Βενετός Bailo, ο πρεσβευτής της Βενετίας στην Κωνσταντινούπολη, είχε γνωστοποιήσει στον δόγη Αντρέα Δάνδολο ότι οι Βυζαντινοί, μπροστά στην απειλή των Τούρκων και της Γένουας, ήσαν πρόθυμοι να υποταχθούν σε οποιαδήποτε άλλη δύναμη – στη Βενετία, στον ηγεμόνα των Σέρβων ακόμη και στον βασιλέα της Ουγγαρίας. Στις 4 Απριλίου 1355 ο δόγης
Marino Faliero κάλεσε την Βενετία να προσαρτήσει την αυτοκρατορία, διότι διαφορετικά στην άθλια κατάσταση που βρισκόταν, θα έπεφτε θύμα των Τούρκων. Ήταν πλέον κοινό μυστικό, ότι το Βυζάντιο βρισκόταν στο χείλος της καταστροφής και το μόνο ερώτημα που φαινόταν να υπάρχει, ήταν αν τα εναπομείναντα τμήματα της αυτοκρατορίας θα περιέρχονταν στους Τούρκους, ή σε μια Χριστιανική δύναμη.

Εν τω μεταξύ έφυγε γρήγορα από το προσκήνιο ένας από τους πλέον επίδοξους υποψηφίους για τη Βυζαντινή κληρονομιά. Στις 20 Δεκεμβρίου 1355 ο Στέφανος Δουσάν πέθανε στην ακμή της ηλικίας του και μαζί του εξαφανίσθηκε το μεγάλο έργο της ζωής του. Ο νεαρός τσάρος Ουρός (1355 -71) που ούτε το κύρος ούτε τη δραστηριότητα του πατέρα του διέθετε, δεν μπόρεσε να συγκρατήσει ενωμένα τα ήδη χαλαρά και ετερογενή τμήματα του Τσαρικού κράτους. Η αυτοκρατορία, που είχε συγκολλήσει σε σύνολο με πολλή βιασύνη το ισχυρό χέρι του Δουσάν διαλύθηκε. Παντού εμφανίσθηκαν αυτόνομες ή ημιαυτόνομες δυναστείες και από τα ερείπια της ΕλληνοΣερβικής αυτοκρατορίας του Δουσάν δημιουργήθηκε ένα πολύχΡωμο σύμφυρμα κρατιδίων. Ωστόσο η κατάρρευση της Σερβικής αυτοκρατορίας δεν έφερε πραγματική ανακούφιση στους Βυζαντινούς. Ο θάνατος του Δουσάν απάλλαξε βέβαια από έναν πανίσχυρο αντίπαλο, η αυτοκρατορία όμως ήταν τόσο εξασθενημένη που δεν μπόρεσε να αποκομίσει κανένα όφελος από τη διάλυση του Σερβικού Τσαρικού κράτους ούτε και έκαμε κάποια σοβαρή προσπάθεια να ανακτήσει τις παλαιές Βυζαντινές χώρες.

Μάχη του Σιρμίου (Sirmium) 8 Ιουλίου 1167

Η πόλη Σίρμιο (Sirmium) αναφέρεται για πρώτη φορά τον 4ο αιώνα π.Χ., ως τοποθεσία που κατοικείτο από Ιλλυριούς και Κέλτες. Το όνομά του σημαίνει «τόπος με ρέοντα ύδατα», καθότι βρισκόταν στην βόρεια όχθη του ποταμού Σάβα. Η πόλη κατακτήθηκε από την Ρώμη το 14 π.Χ. και τον 1ο αιώνα μ.Χ. μετατράπηκε σε Colonia (πόλη αποικία) για την εγκατάσταση Ρωμαίων εποίκων, καθιστάμενη στρατιωτικό και διοικητικό κέντρο της επαρχίας Παννονίας. Όταν το 103, η Παννονία χωρίστηκε σε δύο επαρχίες έγινε πρωτεύουσα της Κάτω Παννονίας. Τα ερείπια του Σιρμίου βρίσκονται στην σημερινή Sremska Mitrovica, 55 χιλιόμετρα δυτικά του Βελιγραδίου