Αμαρτοφάγοι (18ος αιώνας)

στις

copyright © μετάφραση – επιμέλεια Χείλων

Αμαρτοφάγος (sin-eater) είναι το άτομο που καταναλώνει ένα τελετουργικό γεύμα προκειμένου να χρεωθεί πνευματικά τις αμαρτίες ενός νεκρού. Το φαγητό θεωρείτο ότι απορροφά τις αμαρτίες του νεκρού, απαλλάσσοντας την ψυχή του. Οι αμαρτοφάγοι, παρότι έπαιρναν τις αμαρτίες των ανθρώπων δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς και συνήθως τους φοβόντουσαν και τους απέφευγαν.

Οι ανθρωπολόγοι και λαογράφοι θεωρούν την αμαρτοφαγία ως μορφή τελετουργίας η οποία συνδέεται κυρίως με την Ουαλία, τις όμορες Αγγλικές κομητείες και γενικότερα τον Ουαλικό πολιτισμό.

Ιστορικό

Ενώ υπήρξαν ανάλογες περιπτώσεις αμαρτοφάγων στην ιστορία, τα ερωτήματα για το πόσο κοινή ήταν η πρακτική, πότε εφαρμόστηκε και ποιες ήταν οι σχέσεις μεταξύ αμαρτοφάγων, κοινών ανθρώπων και θρησκευτικών αρχών παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αδιευκρίνιστα από τους λαογράφους.

Στον Μεσοαμερικανικό πολιτισμό, η Τλαζοτεότλ, η θεά της κακίας των Αζτέκων, του εξαγνισμού, των ατμόλουτρων, της λαγνείας, της βρωμιάς και προστάτιδα των μοιχών (το όνομά της σημαίνει Ιερή Βρωμιά) είχε λυτρωτικό ρόλο στις θρησκευτικές πρακτικές. Στο τέλος της ζωής ενός ατόμου, τους επιτρεπόταν να ομολογήσουν παραπτώματα στη θεότητα και σύμφωνα με το μύθο καθάριζε την ψυχή τρώγοντας τη βρωμιά της.

Στην ευρύτερη Χριστιανική πρακτική, ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ θεωρείται αρχέτυπο για τους αμαρτοφάγους, αφού προσέφερε τη ζωή του για να εξιλεώσει ή να καθαρίσει την ανθρωπότητα από τις αμαρτίες τους.

Η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα του 1911 αναφέρει στο άρθρο της για τους αμαρτοφάγους:

Μια συμβολική εκδήλωση αμαρτοφαγίας παρατηρήθηκε το 1893 στο Μάρκετ Ντρέιτον του Σρόπσαϊρ. Μετά από την προκαταρκτική τελετή στο σπίτι πάνω από το φέρετρο, μια γυναίκα έχυνε κρασί για κάθε κομιστή και κατόπιν έδινε το ποτήρι μαζί με ένα μπισκότο κηδείας. Στην Άνω Βαυαρία επιβιώνει ακόμα η αμαρτοφαγία όπου ένα κέικ τοποθετείται στο στήθος των νεκρών και στη συνέχεια τρώγεται από τον πλησιέστερο συγγενή, ενώ στα Βαλκάνια φτιάχνεται και τρώγεται από τους συγγενείς μια μικρή εικόνα του νεκρού από ψωμί. Τα Ολλανδικά νεκρικά κέικ, με τα αρχικά του νεκρού, που εισήχθησαν στην Αμερική τον 17ο αιώνα, δίνονταν στους παρευρισκόμενους σε κηδείες στην παλαιά Νέα Υόρκη. Οι ταφικές τούρτες που εξακολουθούν να παρασκευάζονται σε μέρη της αγροτικής Αγγλίας, για παράδειγμα στο Λίνκολνσαϊρ και το Κάμπερλαντ, είναι σίγουρα αναπαράσταση της αμαρτοφαγίας.

Τελετή αμαρτοφαγίας 1814, Oriel Washington Gallery.

Ιστορικές αναφορές

Ο όρος αμαρτοφάγος φαίνεται να προέρχεται από τον Ουαλικό πολιτισμό και συνδέεται συχνότερα με την ίδια την Ουαλία και τις Αγγλικές κομητείες που συνορεύουν με αυτήν.

Ο χρονικογράφος του 17ου αιώνα, Τζον Ώντρεϊ, στην παλαιότερη πηγή σχετικά με την πρακτική, έγραφε:

«Σύμφωνα με ένα παλιό έθιμο στο Χέρφοντσαϊρ, στις κηδείες προσλαμβάνονται φτωχοί άνθρωποι που σκοπός τους ήταν να πάρουν επάνω τους όλες τις αμαρτίες του νεκρού. Ένας απ’ αυτούς, τον οποίο θυμάμαι, ζούσε σ’ ένα αγροτόσπιτο στο Ρόουζ Xάιγουεϊ. Ήταν ένας ψηλός, αδύνατος άσχημος και πολύ αξιοθρήνητος άνθρωπος. Όταν το πτώμα μεταφερόταν έξω από το σπίτι, δινόταν στον Αμαρτοφάγο ένα κομμάτι ψωμί πάνω από το πτώμα και μια κούπα με μπύρα. Αυτός έτρωγε και έπινε, οπότε του δίνονταν και ένα νόμισμα έξι πενών ως αμοιβή. Με αυτό τον τρόπο ο νεκρός απελευθερώνονταν από τις αμαρτίες του».

Ο Τζον Μπάγκφορντ (περί το 1650 – 1716) περιλαμβάνει την ακόλουθη περιγραφή του τελετουργικού αμαρτοφαγίας στο Letter on Leland’s Collectanea, i. 76. (όπως αναφέρεται στο Brewer’s Dictionary of Phrase and Fable, 1898)

Ειδοποιήθηκε ένας ηλικιωμένος κύριος, όταν κάποιοι από την οικογένεια βγήκαν έξω και του έδωσαν ένα χαμηλό σκαμνί, πάνω στο οποίο κάθισε μπροστά στην πόρτα. Κατόπιν του έδωσαν ένα πλιγούρι που έβαλε στην τσέπη του, μια κρούστα ψωμί που έφαγε και ένα μπολ μπύρα που ήπιε. Μετά από αυτό σηκώθηκε από το σκαμνί, εκφώνησε έναν μικρό λόγο και ξεκίνησε η ανάπαυση της ψυχής, για την οποία έβαλε ενέχυρο την δική του.

Το 1838, η Κάθριν Σίνκλαιρ ανέφερε ότι η τελετουργία ήταν σε παρακμή, αλλά συνεχιζόταν στην περιοχή:

Ένα παράξενο λαϊκό έθιμο επικρατούσε στο Μόνμουθσαϊρ και σε άλλες δυτικές κομητείες μέχρι πρόσφατα. Σε πολλές κηδείες παρευρισκόταν ένας αμαρτοφάγος, που προσλαμβάνονταν για να αναλάβει τις αμαρτίες του νεκρού. Καταπίνοντας ψωμί και μπύρα, με μια κατάλληλη τελετή πάνω από το πτώμα, έπρεπε να το απαλλάξει από κάθε ποινή για προηγούμενα αδικήματα, οικειοποιούμενος την τιμωρία στον εαυτό του. Οι άνθρωποι που αναλάμβαναν τόσο τολμηρά τέτοια απάτη πρέπει να ήταν όλοι άπιστοι, πρόθυμοι όπως ο Ησαύ, να πουλήσουν το εκ γενετής δικαίωμά τους αντί πινακίου φακής.

Πτώμα τυλίγεται με σάβανο και ενταφιάζεται ενώ στο βάθος νεκρική πομπή βαδίζει σε μια εκκλησία. Χαλκογραφία με χαρακτικό του G. Spilberg μετά τον C. de Passe. Credit: Wellcome Collection. Attribution 4.0 International (CC BY 4.0)

Ένας τοπικός θρύλος στο Σρόπσαϊρ της Αγγλίας αφορά στον τάφο του Ρίτσαρντ Μάνσλοου, ο οποίος πέθανε το 1906 και λέγεται ότι ήταν ο τελευταίος αμαρτοφάγος της περιοχής. Παραδόξως, ο Μάνσλοου δεν ήταν φτωχός ή απόκληρος, αλλά πλούσιος αγρότης από τοπική οικογένεια. Ο Μάνσλοου μπορεί να αναβίωσε το έθιμο μετά το θάνατο τριών από τα παιδιά του σε μια εβδομάδα του 1870 λόγω οστρακιάς. Σύμφωνα με τα λόγια του τοπικού αιδεσιμότατου Νόρμαν Μόρρις:

Ήταν μια πολύ περίεργη πρακτική που δεν είχε εγκριθεί από την εκκλησία, αλλά υποψιάζομαι ότι ο εφημέριος συχνά έκανε τα στραβά μάτια στην πρακτική. Στην κηδεία κάποιου που είχε πεθάνει χωρίς να εξομολογηθεί τις αμαρτίες του, ένας αμαρτοφάγος αναλάμβανε τις αμαρτίες του νεκρού τρώγοντας ένα καρβέλι ψωμί και πίνοντας μπύρα από ένα ξύλινο μπολ που περνούσε πάνω από το φέρετρο εκφωνώντας την ευχή: Σου δίνω γαλήνη και ανάπαυση τώρα αγαπητέ άνθρωπε, ώστε να μην περπατάς στα σοκάκια ή στα λιβάδια μας και για την ειρήνευση σου ενεχυριάζω τη δική μου ψυχή. Αμήν.

Το βιβλίο του 1926 Έθιμα κηδείας του Μπέρτραμ Πάκλ αναφέρει για τον αμαρτοφάγο:

Ο καθηγητής Έβανς του Πρεσβυτεριανού Κολλεγίου Καρμάθεν, φέρεται να είδε έναν αμαρτοφάγο το έτος 1825, ο οποίος ζούσε τότε κοντά στο Κλάνγουενοκ. Αποστρεφόμενος από τους δεισιδαίμονες χωρικούς ως κάτι ακάθαρτο, ο αμαρτοφάγος αποκόπηκε από κάθε κοινωνική επαφή με τους συνανθρώπους του λόγω της ζωής που είχε επιλέξει. Ζούσε κατά κανόνα μόνος του σε ένα απομακρυσμένο μέρος και όσοι τύχαιναν να τον συναντήσουν τον απέφευγαν όπως έκαναν με έναν λεπρό. Αυτός ο άτυχος θεωρείτο συνεργάτης των κακών πνευμάτων και του αποδίδονταν μαγεία, ξόρκια και ανίερες πρακτικές. Μόνο όταν συνέβαινε ένας θάνατος, τον αναζητούσαν και όταν τελείωνε η τελετή, έκαιγαν το ξύλινο μπολ και την πιατέλα από τα οποία είχε φάει το φαγητό που είχε παραδώσει ή είχε τοποθετήσει στο πτώμα.

Τον Φεβρουάριο του 1931, οι Άιρις Ταίμς συνέδεσαν την αμαρτοφαγία με τον αποδιοπομπαίο τράγο από το 16ο κεφάλαιο του Λευιτικού. Σύμφωνα με Εβραϊκές πηγές, το Λευιτικό 16:1-34 είναι η ανάγνωση της Τορά για το πρωί του Γιομ Κιπούρ. Το επίκεντρο της περικοπής είναι οι προσφορές για εξιλέωση. Οι προσφορές που συζητήθηκαν περιλαμβάνουν δύο τράγους και έναν ταύρο. Ο ταύρος και ένας από τους τράγους θυσιάζονται ακολουθώντας τις οδηγίες του Θεού, ενώ ο άλλος τράγος χαρακτηρίζεται ως «αποδιοπομπαίος τράγος» και επιβαρύνεται με τις αμαρτίες των Ισραηλιτών. Ο τράγος απελευθερώνεται στο τελευταίο βήμα του τελετουργικού, αφήνοντας τους ανθρώπους «καθαρούς ενώπιον του Κυρίου». Τα ακόλουθα αποσπάσματα αποκαλύπτουν αυτή τη σύνδεση. Στο Λευιτικό 16:21, λέει: «Και βάζοντας τα δύο χέρια στο κεφάλι του, ας εξομολογηθεί όλες τις ανομίες των γιων Ισραήλ και όλα τα παραπτώματα και τις αμαρτίες τους· και προσευχόμενος να λάμψουν στο κεφάλι του, θα τον προετοιμάσουν γι’ αυτό, στην έρημο». Στο 16:22: «Και όταν ο τράγος θα μεταφέρει όλες τις ανομίες τους σε μια ακατοίκητη γη και θα αφεθεί να πάει στην έρημο.

Σκηνή από Αγγλική κηδεία 1733. WELLCOME IMAGES

Καθολική Εκκλησία & αμαρτοφαγία

Η αμαρτοφαγία δεν υποστηρίχθηκε ούτε επικυρώθηκε από την εκκλησία. Παρά τον κοινό στόχο να βοηθά τις ψυχές να εισέλθουν στον ουρανό, το τελετουργικό της αντικατέστησε τις νεκρικές τελετές που διαφορετικά θα είχαν εκτελεστεί από ιερέα. Η εκκλησία δεν είδε με καλό μάτι την απώλεια των τελετών και θέσπισε σοβαρές συνέπειες στην πρακτική. Οι αμαρτοφάγοι στην καλύτερη περίπτωση αφορίζονταν, ενώ στη χειρότερη περίπτωση, βασανίζονταν και εκτελούνταν. Όποιος απασχολούσε έναν αμαρτοφάγο, θεωρούνταν αιρετικός, βλάσφημος ή λάτρης του Σατανά. Οι κοινότητες διακατέχονταν από το φόβο αντιποίνων. Μερικοί πιστεύουν ότι το τελετουργικό της αμαρτοφαγίας προέκυψε για πρώτη φορά ως πράξη εξέγερσης εναντίον της εκκλησίας επειδή «για πολύ καιρό πουλούσαν συγχωροχάρτια μέχρι να απαυδήσουν οι πιστοί αφού η αμαρτία και η συγχώρεση δεν πρέπει να λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο. Άλλοι θεωρούν ότι απλά δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να προσλάβουν έναν ιερέα.

Ιστορική αξιολόγηση

Δεν υπάρχουν πολλές γραπτές αναφορές για τους αμαρτοφάγους επειδή κανείς δεν ήθελε να παραδεχτεί ότι είχε σχέση με έναν τόσο αμφιλεγόμενο χαρακτήρα. Ως αποτέλεσμα, όλες οι πληροφορίες προέρχονται από λίγες πηγές, ενώ στην πραγματικότητα, η τελετουργία ήταν πολύ πιο διαδεδομένη. Το Δημοφιλείς Αρχαιότητες της Μεγάλης Βρετανίας του Μπράντς, που δημοσιεύτηκε το 1813, αποτελεί γνωστή πηγή, ενώ πρόσφατα, η Μέγκαν Καμπίσι κάνοντας εκτενή έρευνα για το βιβλίο της Αμαρτοφάγος/Sin Eater το 2020, εξέφρασε την απογοήτευσή της για την έλλειψη διαθέσιμων στοιχείων. Άλλα μέσα που ασχολήθηκαν με το θέμα είναι η ταινία του 2003 Το Τάγμα/The Order, στην οποία ο Χηθ Λέτζερ μάχεται έναν σύγχρονο αμαρτοφάγο και ένα επεισόδιο του 1972 της Νυχτερινής Γκαλερί του Ροντ Στέρλιγκ με τίτλο Οι Αμαρτίες του πατρός/The Sins of the Father. Αν και το τελετουργικό της αμαρτοφαγίας είναι ξεπερασμένο, ορισμένοι λένε ότι εξελίχθηκε για να ταιριάξει στην εποχή. Το Psychology Today έχει προσδιορίσει ως σύγχρονους αμαρτοφάγους τους συντονιστές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι οποίοι είναι εξίσου χαμηλά αμειβόμενοι και επιφορτισμένοι «να καταναλώνουν τη χειρότερη φρίκη του Διαδικτύου».

Η αμαρτοφάγος περπατά ανάμεσά μας, αόρατη, αθόρυβη.

Οι αμαρτίες της σάρκας μας γίνονται αμαρτίες της

ακολουθώντας την μέχρι τον τάφο, αόρατη, αθέατη.

«Αμαρτοφάγος» της Μέγκαν Καμπίσι

Πηγές – βιβλιογραφία

https://en.wikipedia.org/wiki/Sin-eater

https://listverse.com/2022/06/08/10-intriguing-facts-about-sin-eaters/

https://weirdsides.com/arthra-istories/i-amartofagi/

Domagoj Valjak «The Macabre Story of Sin-Eaters» 6 August 2018. The Vintage News. Archived from the original on 5 May 2022. Retrieved 28 March 2022.

Catherine Sinclair «Hill and Valley or Hours in England and Wales». Edinburgh: Robert Carter. p. 336. (1838)

 

Το έργο με τίτλο Αμαρτοφάγοι από τον δημιουργό Χείλων διατίθεται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική Χρήση – Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές.