Κωνσταντίνος Κούμας (1777 – 1836)

στις

Ε. Αμυγδαλάκη – Α. Παρασκευοπούλου

Screen Shot 2018-05-08 at 5.45.36 PMεπιμέλεια παρουσίασης: Πυθεύς

Λόγιος, δάσκαλος και συγγραφέας, με αξιόλογη πανεπιστημιακή μόρφωση και αναμορφωτική δράση στα εκπαιδευτικά πράγματα, εμπνεόμενη από τα ιδεώδη του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Οπαδός του Κοραή με σημαντική φιλοσοφική κατάρτιση, ήρθε σε σύγκρουση με την κατεστημένη εκκλησιαστική αντίληψη στο χώρο της παιδείας προωθώντας αλλαγές προς ένα ‹θετικού› τύπου εκπαιδευτικό πρότυπο.

Γιος του γουναρά Μιχαήλ και της Αβραμίκης μεγάλωσε στη Λάρισα σε μια σχετικά εύπορη οικογένεια. Το 1787 μετακομίζουν στον Τύρναβο, όπου θα παρακολουθήσει για πρώτη φορά μαθήματα στο σχολείο που διευθύνει ο οικονόμος της εκκλησίας του Τυρνάβου Ιωάννης Πέζαρος [Χατζηγιάννης, 1959: 294]. Αποφοιτώντας στα 19 του χρόνια έχει διδαχθεί αρχαίους Έλληνες κλασικούς και βασικές αρχές της φιλοσοφίας από κοινού με μαθηματικά και φυσική, στα οποία φαίνεται να παρουσιάζει ιδιαίτερη κλίση [Αναστασιάδης, 1980: 12].

Κατόπιν θα επιστρέψει στην πατρίδα του και θα αποδεχθεί την πρόταση του Λαρισινού δεσπότη Διονύσιου Καλιάρχη, να υπηρετήσει σε μια φαναριώτικη αυλή των Παρίστριων Ηγεμονιών [Χατζηγιάννης, 1959: 294]. Όντας μη ικανοποιημένος από την εκεί παραμονή του στην οικογένεια των Υψηλάντηδων, αποφασίζει πολύ γρήγορα να επιστρέψει στη Λάρισα, όπου θα ικανοποιήσει την μύχια επιθυμία του για διδασκαλία [Αναστασιάδης, 1980: 15]. Σημαντική για την άσκηση των διδακτικών του καθηκόντων στάθηκε μια προηγούμενη εξοικείωση του με την άλγεβρα, την οποία απέκτησε κατά την διάρκεια της μαθητείας του κοντά στον Κεφαλλονίτη γιατρό Σπυρίδωνα Ασάνη στα Αμπελάκια [Χατζηγιάννης, 1959: 294].Έτσι, στις αρχές του 1797 αναλαμβάνει να διδάξει στη σχολή της Λάρισας. Τον Οκτώβρη του επόμενου χρόνου παντρεύεται τη γυναικαδελφή του διδασκάλου του Πέζαρου και κάτω από την πίεση οικονομικών προβλημάτων αποχωρεί για το σχολείο της Τσαριτσάνης. 1005046-Labbé_Nicolas_Louis_de_La_Caille.jpgΕκεί διδάσκει ελληνικά και επιστημονικά μαθήματα στην απλοελληνική κατά τα πρότυπα των δημοτικιστών και εισάγει ως νέο μάθημα την άλγεβρα. Παράλληλα με τις διδακτικές του υποχρεώσεις δεν παύει να κηρύττει το λόγο του Ευαγγελίου από τον άμβωνα. Στα 1799 ο Κούμας αποκτά μια κόρη χάνει, όμως, την γυναίκα του. Βαθύτατα λυπημένος καταφεύγει στα Αμπελάκια, όπου ασχολείται από κοινού με τον Ασάνη με την μετάφραση του έργου του Abbe de la Caille Περί κωνικών τομών. Το κείμενο θα τυπωθεί στη Βιέννη το 1803 [Χατζηγιάννης, 1959: 295].

Πριν τα τέλη του 1803 θα ακολουθήσει τον Άνθιμο Γαζή στη Βιέννη  μετά από πρόσκληση του τελευταίου για συνεργασία πάνω στη σύνταξη και έκδοση ελληνικού λεξικού. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν κατέστη δυνατό όταν ο Α. Γαζής δεν τόλμησε τελικά να υλοποιήσει το εγχείρημά τους [Χατζηγιάννης, 1959: 295]. Έτσι, ο Κούμας παρέμεινε στη Βιέννη ως οικοδιδάσκαλος στο σπίτι του Στέφανου Μόσχου και παράλληλα σπούδαζε στο τοπικό πανεπιστήμιο καθαρά και εφαρμοσμένα μαθηματικά [Αναστασιάδης, 1980: 18]. Εκείνη την περίοδο θα ασχοληθεί με μεταφράσεις έργων από τα γαλλικά στα αρχαία ελληνικά, τη γλώσσα που θεωρούσε ότι αρμόζει στη συγγραφή των μαθηματικών επιστημών.

Το 1807 υπήρξε μια δύσκολη χρονιάγια τον Κούμα, καθώς μετά τον θάνατο του πατέρα του περιήλθε σε δεινή οικονομική κατάσταση. Απαντώντας σε πρόσκληση των κατοίκων της Σμύρνης φτάνει τον Ιούνιο του 1809 με την οικογένειά του στην πόλη για να συνεργαστεί με τον Κωνσταντίνο Οικονόμου στη νέα Δημόσια Σχολή που είχε ιδρυθεί στην πόλη [Χατζηγιάννης, 1959: 296 και Αναστασιάδης, 1980: 30]. Εκεί θα διδάξει μαθηματικά, φιλοσοφία, πειραματική φυσική, γεωγραφία και ηθική, ενώ θα οργανώσει φυσικά και χημικά πειράματα εξοπλίζοντας τη σχολή με τα αντίστοιχα όργανα.

2Δ.ΚΟΥΜΑΣ ΧΗΜΕΙΑ.jpg
(πηγή)

Η διδασκαλία των θετικών επιστημών, που στηρίζεται σε νεωτεριστικές βάσεις, εκτοπίζει την μέχρι τότε επικρατούσα εκκλησιαστική παιδεία [Αναστασιάδης, 1980: 30-31]. Αυτό προκαλεί την αντίδραση της παλιάς Ευαγγελικής Σχολής και του ανώτερου κλήρου με αποτέλεσμα να κλείσει η σχολή μετά από ένα χρόνο λειτουργίας. Ο Κούμας, όμως, είναι αποφασισμένος να συνεχίσει το έργο του και έπειτα από την συμπαράσταση του Κοραή επιτυγχάνει την επαναλειτουργία της με την ευθύνη εύρεσης των απαιτούμενων οικονομικών πόρων. Καλύπτει τα έξοδα λειτουργίας της σχολής -η οποία την 1η Σεπτεμβρίου 1810 μετονομάζεται σε Φιλολογικό Γυμνάσιο– διεξάγοντας εράνους μεταξύ των ομογενών [Χατζηγιάννης, 1959: 296]. Η περίοδος που ακολουθεί αυξάνει το κύρος και την αίγλη του Γυμνασίου, που ακολουθώντας το πρότυπο των σύγχρονών του ευρωπαϊκών σχολείων γίνεται ευρύτατα γνωστό εντός και εκτός του ελλαδικού χώρου.

Evangelical_School.jpeg
Το κύριο κτήριο της Ευαγγελικής Σχολής_wikiwand

Το 1813 έπειτα από επίμονη πρόσκληση του Οικονομικού Πατριάρχη Κυρίλλου και της Συνόδου, ο Κούμας αποδέχεται τη σχολαρχεία του Κουροτσεσμείου σχολείου, όπου παραμένει για ένα μόνο χρόνο [Χατζηγιάννης, 1959: 297]. Όταν το 1815 παντρεύεται η κόρη του στην Σμύρνη, ο Κούμας θα επιστρέψει στο Φιλολογικό Γυμνάσιο για να διδάξει για δύο περίπου χρόνια. Αυτή την περίοδο το Γυμνάσιο θα γνωρίσει την μεγαλύτερη ακμή του. Σαράντα ετών πλέον ο Έλληνας λόγιος θα μεταβεί στη Βιέννη τον Οκτώβριο του 1817 για να ασχοληθεί με την έκδοση συγγραμμάτων και να εμπλουτίσει το γνωστικό του πεδίο [Χατζηγιάννης, 1959: 297]. Έτσι, θα περιηγηθεί στα Πανεπιστήμια της Γερμανίας και θα γνωρίσει μεγάλα ονόματα συγχρόνων του λογίων, όπως οι Βολφ, Κρουγκ, Σέλλινγκ, Κρούτσερ. Το πανεπιστήμιο της Λειψίας τον ανακηρύσσει διδάκτορα της Φιλοσοφίας και των Καλών Τεχνών αποστέλλοντάς του το αντίστοιχο δίπλωμα στις αρχές του 1820, ενώ η Βασιλική Ακαδημία του Βερολίνου κι εκείνη του Μονάχου με την σειρά της, τον αναγνωρίζουν ως επίτιμο μέλος τους [Χατζηγιάννης, 1959: 298 και Αναστασιάδης, 1980: 51].

(πηγή)

Έπειτα από αυτή την ιδιαίτερα ωφέλιμη για την πνευματική του κατάρτιση διετή περιπλάνηση, θα πάρει το δρόμο της επιστροφής για την Σμύρνη έχοντας στο ενεργητικό του ένα πλούσιο μεταφραστικό και εκδοτικό έργο. Η σχολή της Σμύρνης, όμως, έχει κλείσει και ο Κούμας αρνείται την πρόταση για τη διεύθυνση της Ευαγγελικής Σχολής. Κατά την διάρκεια της εκεί διαμονής του καταπιάνεται με την μετάφραση του Ελληνογερμανικού λεξικού του Ρεϊμέρου, εργασία που αναγκάζεται να διακόψει με την κήρυξη της ελληνικής επανάστασης [Χατζηγιάννης, 1959: 298]. Ολόκληρη η περιουσία του συμπεριλαμβανομένης και της αξιόλογης βιβλιοθήκης του, δημεύονται και ο ίδιος διαφεύγει με αυστριακό πλοίο στην Τεργέστη. Από εκεί θα μεταβεί στη Βιέννη όπου και θα συλληφθεί από την αυστριακή αστυνομία του Μέττερνιχ με την κατηγορία της συμμετοχής σε συνομωσία, γρήγορα, όμως, θα αφεθεί ελεύθερος με περιοριστικούς όρους.

imagegen.jpegΣτη Βιέννη θα ολοκληρώσει τη σύνταξη του λεξικού του -του μοναδικού του έργου που κατάφερε να διασώσει- και κατόπιν θα προβεί στην έκδοσή του, ενώ αμέσως μετά θα ασχοληθεί με τη συγγραφή του Ιστορία των ανθρωπίνων πράξεων από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι το 1831 [Χατζηγιάννης, 1959: 298]. Το έργο αυτό που εξέδωσε τον ίδιο χρόνο σε 12 τόμους αποτελεί το σημαντικότερο πνευματικό του δημιούργημα. Στο διάστημα μέχρι το 1836 ο Κούμας αρνείται δυο φορές την ανάληψη καθηκόντων σχετικών με τα εκπαιδευτικά δρώμενα στον ελλαδικό χώρο λόγω και της εύθραυστης υγείας του, και μεταβαίνει στην Τεργέστη, όπου πεθαίνει τελικά από χολέρα.

Η πνευματική παραγωγή του Κούμα περιλάμβανε πρωτότυπη συγγραφή, μεταφράσεις και σχολιασμό κειμένων. Το σύνολο έργο του διακατεχόταν από βασικές αρχές του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, όπου ο ορθός λόγος διαδραμάτιζε πρωτεύοντα ρόλο, ενώ ο φιλοσοφικός του στοχασμός παρουσίαζε σαφή την επίδραση του γερμανικού πνεύματος και ιδιαίτερα του I. Kant.

Αναφορικά με την γλωσσική του επιλογή παραμένει «ο πιστότερος και συνεπέστερος οπαδός του Κοραή», αντίπαλος της αρχαΐζουσας, την οποία θεωρεί ως τροχοπέδη στην διαφωτιστικού χαρακτήρα προσπάθεια για την πρόοδο της ελληνόφωνης εκπαίδευσης. Ο Κούμας πίστευε στον κοινωνικό χαρακτήρα της παιδείας και θεωρούσε πως στην επίτευξη αυτού του στόχου συντελεί κατά αποφασιστικό τρόπο η διδασκαλία σε μια γλώσσα περισσότερο οικεία [Χατζηγιάννης, 1959: 299-300]

Παραθέτω το παρακάτω απόσπασμα ως ενδεικτικό της εργογραφίας του.

Κωνσταντίνος Μ. Κούμας, «Παιδαγωγία. Περί παιδείας και σχολείων»

Ο άνθρωπος, το τιμιότατον των του Θεού δημιουργημάτων διά το εξαίρετον δώρον του λογικού, με το οποίον ετιμήθη υπέρ πάντα, δεν δύναται να επιτύχει τον σκοπόν της φύσεώς του κατ’ άλλον τρόπον, ει μη διά της ανατροφής και παιδείας· διότι, εάν σκοπός του ανθρώπου είναι να συζήσει ειρηνικώς και αδελφικώς με τους ομοίους του την πρόσκαιρον ταύτην ζωήν, και να προπαρασκευάσει εις τον εαυτόν του τα αγαθά της ατελευτήτου· δεν είναι καμία αμφιβολία, ότι και τα δύο κατορθώνονται διά της αποκτήσεως των γνώσεων, όσαι τον αποδεικνύουν χρήσιμον εις την πολιτικήν κοινωνίαν, και όσαι τον οδηγούν εις εκπλήρωσιν των προς τον υπέρτατον δημιουργόν καθηκόντων του. Αλλά χωρίς την παιδείαν καμίαν γνώσιν δεν δύναται ν’ αποκτήσει ο άνθρωπος· διά τούτο ο θείος απόστολος παραγγέλλει τους γονείς να εκτρέφωσι και να παιδεύωσι τα τέκνα των, και να τα διδάσκωσι το θείον θέλημα· […]

Τα μέσα τής του σώματος αυξήσεως λέγονται ανατροφή· τα δε της αναπτύξεως των ψυχικών δυνάμεων, παιδεία· γενικότερον δε και τα δύο ομού ονομάζονται αγωγή· η δε επιστήμη, ήτις διδάσκει πώς πρέπει να ανατρέφεται και να παιδεύεται ο άνθρωπος, ονομάζεται Παιδαγωγία. […] Όσον είναι πλέον άμοιρος παιδείας ο άνθρωπος, τόσον πλέον μετέχει παιδείας ορθής, τόσον γίνεται χρησιμότερος εις αυτόν, και αποκαθιστάνεται, καθώς λέγει περί αυτού ο Πλάτων, θειότατον και ιερότατον των όσα φύει η γη.

Διά να επιτύχει τον σκοπόν της ειρηνικής και θεαρέστου συμβιώσεως των ανθρώπων η παιδεία, φανερόν είναι, ότι πρέπει να εξαπλωθεί εις όλα τα πρόσωπα της ανθρωπότητος, εις έκαστον αναλόγως με το υπούργημα ή επάγγελμά του. Κανέν έθνος του κόσμου δεν δύναται να ονομασθεί πεπαιδευμένον, ουδέ σώζεται ευτυχώς, εις το οποίον άτομα τινά μόνον μετέχουσι της παιδείας, το δε πλείστον αυτού μέρος περιπλανάται εις το σκότος της απαιδευσίας· […]

Διά να γίνει κοινή η παιδεία εις έν τι έθνος, είναι αναγκαίον συστάσεως κοινών παιδευτηρίων, όπου συναγόμενοι οι παίδες πάσης τάξεως αποκτά έκαστος τας γνώσεις, αίτινες τού είναι αναγκαίαι εις το οποίον μέλλει να επαγγελθεί υπούργημα εις τον κοινωνικόν του βίον. Πάσα λοιπόν πόλις, παν πολίχνιον, πάσα μικρά κώμη, και αγρός πρέπει να έχουν τα ανάλογα των κατοίκων των παιδευτήρια· […]

Του πρώτου βαθμού τα διδασκαλεία δίδουσιν εις τα αρχάρια παιδία τας γνώσεις, αι οποίαι είναι απαραιτήτως αναγκαίαι εις πάντα άνθρωπον, όστις συζεί πολιτικώς με τους ομοίους του. […] Τα διδασκαλεία των ειρημένων μαθημάτων ονομάζουσιν οι Ευρωπαίοι κανονικά (Γερμανιστί Normalschulen), και ημείς εμπορούμεν να τα ονομάσομεν κοινά σχολεία.

Ανωτέρων βαθμίδων σχολεία είναι τα μερικότερα, ήγουν εις τα οποία διδάσκεται ο άνθρωπος γνώσεις αναγκαίας εις ιδιαίτερόν τι έργον, το οποίον έχει σκοπόν να μεταχειρισθεί. Επειδή δε οι άνθρωποι, κατά τις περιστάσεις της γεννήσεώς των και τας φυσικάς του πνεύματός των δυνάμεις ασχολούνται ή εις την Γεωπονίαν, ή εις μίαν τινά των τεχνών, ή εις την εμπορίαν, ή αφιερώνονται όλοι εις την παιδείαν, ή εις την διακονίαν του Θεού, εκ τούτου γίνεται φανερόν, ότι χρειάζονται σχολεία χωρικά ή Γεωπονικά, σχολεία τεχνικά, σχολεία εμπορικά, Γυμνάσια και Πανεπιστήμια. Όλα ταύτα συνεστάθησαν από τα σοφά έθνη, και διανέμουσιν άφθονον την αφέλειαν εις όλα τα μέλη της πολιτικής κοινωνίας. […]

Έως ού να κατορθώσωσι ταύτα οι φιλόμουσοι έμποροί μας, οι με ζήλον Ελληνικόν θυσιάζοντες μέγα μέρος της περιουσίας των εις το να ανακαλέσωσι την σοφίαν εις την Ελλάδα, ας θεωρήσομεν τα ανώτερα σχολεία μας, τα οποία συνάπτονται κατά το παρόν αμέσως με τα κοινά μας σχολεία, και τα οποία, χάρις τη θεία Προνοία! Χωρούσιν ημέραν εξ ημέρας από το καλόν εις το καλύτερον.

Γυμνάσια ή Λύκεια ονομάζουσιν οι Ευρωπαίοι τα σχολεία, εις τα οποία διδάσκονται η Ελληνική και η Λατινική γλώσσα· σχολεία των γραμματικών μαθημάτων τα ονομάζομεν ημείς συνηθέστερον. Ότι αι γλώσσαι αύται δεν δύνανται να διδαχθώσιν επωφελώς χωρισμέναι από επιστημονικάς γνώσεις, είναι την σήμερον τόσον φανερόν εις την Ευρώπην, όσον γνωρίζει καθείς, ότι τα δις δύο κάμνουν τέσσερα. […] Ξηρά η σπουδή της γραμματικής ότι είναι οχληρόν βάρος της μνήμης, μηδ’ είναι δυνατόν να μάθουν οι νέοι τας δυνάμεις των λέξεων χωρίς να εξεύρωσι πράγματα, και διά τούτο πρέπει με την γραμματικήν να αναμιγνύονται και επιπόλαιοι γνώσεις των επιστημών, ως δυναμωτικαί του νοός, και ευκολυντικαί τής των γλωσσών μαθήσεως, έκρινεν η σχολή των λεγομένων Ανθρωπιστών (Humanisten). […]

Εις τα πανεπιστήμια διδάσκουσιν οι Ευρωπαίοι Φιλοσοφίαν, Θεολογίαν, Ιατρικήν, και Νομικά. Ημείς ακόμη δεν έχομεν χωριστά πανεπιστήμια, και εις τα Γυμνάσια, δεν δυνάμεθα να διδάξομεν κατά το παρόν παρεκτός των γραμματικών ειμή την Φιλοσοφίαν· η πρόνοια της ιεράς Συνόδου, και του νυν ευκλεώς πατριαρχεύοντος θέλει μας εισάξειν και τακτικόν της Θεολογίας μάθημα. […]

Ποία δόξα του Γένους! Ποία ανέκφραστος χαρά εις τον φιλογενή, εάν συσταθώσι θεολογικά σχολεία εις τα επισημότερα μέρη της Ελλάδος, διά να παιδεύονται εις αυτά οι μέλλοντες ιερείς του υψίστου, και ποιμένες των ευσεβών! Όταν εξαπλωθεί τοιαύτη παιδεία εις το ιερατείον, τότε οι ιεροί άμβωνες θέλουν διανέμειν τον λόγον της πίστεως εν πραότητι και αληθεία· τότε πανταχού τα σχολεία θέλουν διδάσκειν την ιεράν κατήχησιν, και τον ακραιφνή χαρακτήρα της πίστεως, λέγω την προς αλλήλους αγάπην· τότε οι ιερείς θέλουν διατάξειν τα κοινά σχολεία προς δαψιλή χορηγίαν των επωφελών γνώσεων, και προς καταρτισμόν και διόρθωσιν των ηθών· […]

Έως ού να εκτελέσει το πάγκοινον τούτο αγαθόν εις το γένος ο Παναγιώτατος ημών δεσπότης, την διόρθωσιν των κοινών σχολείων μας δεν ελπίζω γενικήν εις όλα τα μέρη της Ελλάδος. Οι ονομαζόμενοι Παιδαγωγοί μας διδάσκουσι τους παίδας ν’ αναγινώσκωσι μηχανικώς την Οκτώηχον και το Ψαλτήριον, τρίβοντες εις αυτά ικανόν μέρος του χρόνου της ηλικίας των. […]

Ο τρόπος, κατά τον οποίον διδάσκονται επωφελώς και ευκόλως τα μαθήματα, λέγεται μέθοδος· ο τρόπος, όστις δυσκολύνει την μάθησιν, είναι αμεθοδία, ή κακομεθοδία. […]

Αι μέθοδοι αύται, επειδή είναι ως επί το πλείστον διαλογικαί, ωφελούσι μεγάλως τους πρωτοπείρους· οξύνουσι την κρίσιν, και κάμνουν αυτοκινήτους και αυτενεργούς όλας τας ψυχικάς δυνάμεις· αλλ’ είναι φανερόν, ότι εις την μέθοδον ταύτην δεν εμπορεί να διδάσκει ο διδάσκαλος περισσοτέρους από 15 μαθητάς, ή το πολύ 20, είναι λοιπόν χρεία πολλών διδασκάλων, όταν είναι ικανόν πλήθος μαθητών· και επομένως, μεγάλης δαπάνης. Συνέτεμε ταύτην την χρείαν η Λαγκαστρινή της αλληλοδιδασκαλίας μέθοδος, διά της οποίας είς μόνον διδάσκαλος εμπορεί να δώσει τας πρώτας γνώσεις εις 200 περίπου μαθητάς. Την μέθοδον ταύτην μεταχειρίζονται όλα τα πολιτισμένα έθνη διά να φωτίσωσι με πολλά ολίγην δαπάνην μέγα πλήθος της ανθρωπότητος, εκ της κατωτέρας μάλιστα τάξεως. […]

Διά το λαμπρόν τούτο της παιδείας οικοδόμημα, του οποίου το σχήμα και είδος μάς χαρίζουσιν αι σοφαί των Ευρωπαϊκών σχολείων διαταγαί, μας ελλείπει μέγα μέρος της ύλης, διά να μη είπω όλη, ήγουν τα διδακτικά βιβλία. Εξεδόθησαν αληθινά από τριάκοντα ήδη ενιαυτών αρκετά φιλοσοφικά και επιστημονικά συγγράμματα· αλλά πολλά τούτων έχουν χρεία επιδιορθώσεως· αν οι εκδόται μας δεν τα έκαμαν εντελή, δεν σφάλλουν αυτοί, επειδή ουδ’ οι σοφοί της Ευρώπης δεν δύνανται κατά πρώτον να εκδώσουν τέλεια τα συγγράμματά των, αλλά εις έκδοσιν δευτέραν και τρίτην και πολλοστήν τα απαρτίζουσιν εις το τελειότερον· έπειτα πολλαί επιστήμαι, καθώς είναι μάλιστα αι φυσικαί, μεταβάλλονται καθ’ εκάστην διά τας νέας παρατηρήσεις και ευρέσεις· […]

Όσον δύσκολα και αν φαίνονται, όσα αποβλέπουν την παιδείαν μας, τόσον εύκολα θέλει τα κατορθώσειν μόνον η θέλησις των αρχηγών του γένους μας. Τί δεν κατορθώνει ο ζήλος; τί δεν ευκολύνει η φρόνησις; […]

[Κούμας, 1819, σσ. 730-748]

Νεοελληνική Γραμματεία 1670-1830
Στέση Αθήνη-Γιάννης Ξούριας

Εργογραφία


[Ο κατάλογος των έργων του Κ. Κούμα παρατίθεται στο βιβλίο του Πολυχρόνη Ενεπεκίδη, Κοραής-Κούμας-Κάλβος, Αθήνα 1967, σελ.165-166.]

  • Σειράς στοιχειώδους των μαθηματικών και φυσικών πραγματειών, τόμοι 8, Βιέννη 1807.
  • Χημείας επιτομή, τόμοι 2, Βιέννη 1808.
  • Σύνοψις Φυσικής, Βιέννη 1812.
  • «Διατριβή εις κατηγορίας τινάς της του Δούκα Αργούς», Ερμής ο Λόγιος, 18, (1813).
  • Βειλάνδου Αγάθων, τόμοι 3, Βιέννη 1814.
  • Ιστορική χρονολογία, Βιέννη 1818.
  • Σύνοψις της Ιστορίας της Φιλοσοφίας, Βιέννη 1818.
  • Σύνταγμα Φιλοσοφίας, τόμοι 4, Βιέννη 1818-1820.
  • «Παιδαγωγία. Περί παιδείας και σχολείων», Ερμής ο Λόγιος (1819)
  • Σύνοψις Επιστημών δια τους πρωτοπείρους περιέχουσα Αριθμητικήν, Γεωμετρίαν, νέαν Γεωγραφίαν, Αστρονομίαν, Λογικήν και Ηθικήν, Βιέννη 1819.
  • Σύνοψις της παλαιάς Γεωγραφίας, Βιέννη 1819.
  • Λεξικόν δια τους μελετώντας τα των παλαιών Ελλήνων συγγράμματα, κατά το Ελληνογερμανικόν του Ρεϊμέρου, τόμοι 2, Βιέννη 1826.
  • Ιστορίαι των ανθρωπίνων πράξεων από των αρχαιοτάτων χρόνων εως των ημερών μας, τόμοι 12, Βιέννη 1830-1832.
  • Γραμματική δια σχολεία, Βιέννη 1833.
  • Γεωγραφία, τόμοι 5, Βιέννη 1838-1840.
  • Αι δύο προς την Μεγάλην Εκκλησίαν Απολογίαι του αοιδίμου Κ.Οικονόμου και έτεραι τινές επιστολαί αυτού ανέκδοτοι,Ερμούπολη Σύρου 1861.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία


  • Αναστασιάδης Μιχ. Αθ., (1980),»Ένας καινοτόμος φυσικός του ελληνικού Διαφωτισμού. Κωνσταντίνος Μιχαήλ Κούμας», Μικρασιατικά Χρονικά 17, σελ.9-56.
  • Αντωνίου Δαυίδ, (1991), »Αναζητώντας καθηγητές για το πανεπιστήμιο: η περίπτωση του Κωνσταντίνου Κούμα», Μνήμων 13, σελ 279-296.
  • Ενεπεκίδης Π., (1967), Κοραής – Κούμας – Κάλβος, Αθήνα.
  • Καράς Γ., (1977), Θεόφιλος Καΐρης – Κων/νος Μ. Κούμας. Δύο πρωτοπόροι δάσκαλοι του Γένους, Αθήνα.
  • Χατζηγιάννης Δ., (1959), »Θεσσαλοί λόγιοι», Θεσσαλικά Χρονικά 7-8, σελ.287-305.

 

Διαδικτυακή αναφορά

Screen Shot 2018-05-08 at 5.45.36 PM

http://www.lib.uoa.gr/katoptron/loadUserPersonBiography.do?personId=2793

L’abbé Nicolas Louis de La Caille, astronome français.
Ph. © Archives Larbor