Κόπτες

στις

 εξώφυλλο: Κοπτικός Ορθόδοξος Σταυρός με παραδοσιακή Κοπτική επιγραφή: Ιησούς Χριστός, Υιός Θεού

copyright © μετάφραση – επιμέλεια Χείλων

Οι Κόπτες (Κοπτικά: ⲚⲓⲢⲉⲙ̀ⲛⲭⲏⲙⲓ ̀̀Ⲭⲣⲏⲥⲧⲓ̀ⲁⲛⲟⲥ Niremenkīmi Enkhristianos, Αιγυπτιακά Αραβικά: أقباط‎‎ Aqbat) είναι εθνοθρησκευτική ομάδα η οποία κατοικεί κυρίως στην περιοχή της σημερινής Αιγύπτου, όπου και αποτελούν τον σημαντικότερο Χριστιανικό πληθυσμό. Οι Κόπτες αποτελούν επίσης την σημαντικότερη πληθυσμιακή ομάδα Χριστιανών στο Σουδάν και την Λιβύη. Ιστορικά, ομιλούν την Κοπτική γλώσσα, η οποία αποτελεί άμεσο απόγονο της Δημοτικής Αιγυπτιακής η οποία ομιλούνταν κατά τη διάρκεια της Ρωμαϊκής περιόδου. Η Κοπτική γλώσσα αποτελεί αντικείμενο μελέτης της Κοπτολογίας και παραμένει σε χρήση ως λειτουργική γλώσσα (θρησκευτική γλώσσα) παρά το γεγονός πως η πλειονότητα των Κοπτών σήμερα ομιλεί τα Αραβικά.

Αιγύπτιοι Κόπτες μοναχοί στην Αμερικανική παροικία της Ιερουσαλήμ, μεταξύ 1898 και 1914. American Colony (Jerusalem). Photo Dept. photographer / Public domain

Οι Κόπτες στην Αίγυπτο αποτελούν τον σημαντικότερο Χριστιανικό πληθυσμό της Μέσης Ανατολής, καθώς και τη σημαντικότερη εθνοθρησκευτική μειονότητα στην περιοχή, με ένα εκτιμώμενο ποσοστό της τάξεως του 10-20% επί του συνολικού πληθυσμού της Αιγύπτου. Οι Κόπτες στο Σουδάν αποτελούν το σημαντικότερο Χριστιανικό πληθυσμό στο Σουδάν, με εκτιμώμενο ποσοστό της τάξεως του 1% επί του συνολικού πληθυσμού, όπως και στην Λιβύη, με ποσοστό 1% επί του πληθυσμού. Οι περισσότεροι Κόπτες υπάγονται πνευματικά στην Κοπτική Ορθόδοξη Εκκλησία Αλεξάνδρειας. Η Κοπτική Καθολική Εκκλησία, η οποία είναι σε πλήρη κοινωνία με την Καθολική Εκκλησία, αριθμεί 163.000 πιστούς.

Προσδιορισμός

Οι σημερινοί Χριστιανοί στην Αίγυπτο και το Σουδάν μιλούν Αραβικά, αλλά λειτουργική τους γλώσσα είναι η Κοπτική. Τον 19ο αιώνα, ο Ζαν-Φρανσουά Σαμπολιόν/Jean-François Champollion χρησιμοποίησε αυτή την λειτουργική γλώσσα για να κατανοήσει τα αρχαία Αιγυπτιακά, υποθέτοντας ορθά ότι τα Κοπτικά ήταν μια ύστερη μορφή της γλώσσας που ομιλείτο κατά μήκος του Νείλου επί τρεις χιλιετίες προ Χριστού εποχής.

Επειδή υπήρχε γλωσσική συνέχεια, τα Κοπτικά, Ρωμαϊκά, Πτολεμαϊκά και Φαραωνικά αρχαιολογικά ευρήματα συγκεντρώθηκαν από τους ίδιους μελετητές και μουσεία. Με άλλα λόγια, ο πολιτισμός της Χριστιανικής Αιγύπτου ανακαλύφθηκε ταυτόχρονα με τον πολιτισμό της Φαραωνικής Αιγύπτου.

Ονομασία

Η λέξη κίπτ/qibt, κόπτ/copt, είχε αρκετές έννοιες. Αρχικά, αναφερόταν στους ανθρώπους που ζούσαν στην Αίγυπτο. Η λέξη ήταν αντώνυμο, που δόθηκε στους κατοίκους της κοιλάδας του Νείλου από τους Έλληνες, οι οποίοι αποκαλούσαν το αρχαίο έθνος Αίγυπτοι. Προέρχεται από το Ουτ-κα-Πτα/Hut-ka-Ptah, την ονομασία του ιερού του θεού Πτα στην Μέμφιδα.

Κατά την Ύστερη Αρχαιότητα, σχεδόν όλοι οι κάτοικοι της Αιγύπτου ήταν Χριστιανοί, αν και υπήρχαν και Εβραϊκές και Μανιχαϊκές μειονότητες. Μετά την Αραβική κατάκτηση του 641 μ.Χ, η λέξη «Copt» άρχισε να παραπέμπει στους Χριστιανούς της Αιγύπτου, οι οποίοι δεν μιλούσαν τη γλώσσα των νέων κατακτητών.

Κοπτικό Αλφάβητο

Γλώσσα και Λογοτεχνία

Η Κοπτική γλώσσα βασιζόταν σε αλφάβητο που αποτελούνταν από τα 24 γράμματα του Ελληνικού αλφαβήτου, στα οποία προστέθηκαν 7 σύμβολα από το Παλαιό-Αιγυπτιακό δημοτικό αλφάβητο, οπότε και καταγράφηκαν για πρώτη φορά, τα φωνήεντα της αρχαίας Αιγυπτιακής γλώσσας.

Υπήρχαν δύο βασικές διάλεκτοι, η Σαχιδική (ή Θηβαϊκή) και Μποχαϊρική (ή Μεμφιτική), οι οποίοι ομιλούνται στην Άνω και Κάτω Αίγυπτο. Κατά τη διάρκεια του 5ου αιώνα, αντικατέστησαν τρεις τοπικές διαλέκτους: την αρχαϊκή Ακμιμική, την ΥποακμιμικήΛυκοπολιτική) των γλωσσικών κειμένων και την Οξυρυγχιτική. Υπήρξε επίσης μια τοπική διάλεκτος που συνέχισε να χρησιμοποιείται, η Φαγιουμιμική. Ως ομιλούμενη γλώσσα, η διάλεκτος εξαφανίστηκε τον 10ο αιώνα, ενώ οι δύο κύριες διάλεκτοι παρέμειναν σε χρήση μέχρι το 19ο αιώνα.

Η Κοπτική λογοτεχνία είναι κυρίως Χριστιανική, αν και υπάρχουν ορισμένα Μανιχαϊστικά και Γνωστικά κείμενα (π.χ. το περίφημο Ευαγγέλιο του Θωμά). Ωστόσο, η μεγάλη πλειοψηφία της Κοπτικής λογοτεχνίας αποτελείται από βιβλικά κείμενα, απόκρυφα, εκκλησιαστικές ιστορίες και πατριωτικά κείμενα, κυρίως μεταφρασμένα από τα Ελληνικά. Καθώς ο Κοπτικός Χριστιανισμός μοιράζεται την Χριστολογία με τον Αρμενικό Χριστιανισμό, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι Κοπτικά κείμενα έχουν μεταφραστεί στα Αρμενικά.

Κοπτικές και Αραβικές επιγραφές σε εκκλησία του Καΐρου. Wikimedia commons

Χριστιανισμός

Ο Χριστιανισμός έφτασε στην Αίγυπτο αρκετά νωρίς, αν και δεν έχουν καταγραφεί οι συνθήκες. Τον 2ο αιώνα, έγινε ένα από τα κύρια κέντρα πίστης, με πολλές νέες ιδέες, ορισμένες των οποίων χαρακτηρίστηκαν ως Γνωστικές από άλλους Χριστιανούς. Αρκετοί σημαντικοί συγγραφείς ήταν Αιγύπτιοι (Ουαλεντίνος, Κλήμης της Αλεξάνδρειας, Ωριγένης) ενώ ο νέος μοναστικός τρόπος ζωής προήλθε από την έρημο της Λιβύης, ίσως επηρεασμένος από τους Γυμνοσοφιστές.

Ο Αρειανισμός ήταν ο πρώτος διαχωρισμός μεταξύ του Αιγυπτιακού Χριστιανισμού και των άλλων τμημάτων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, μια διαφορά που τελικά διευθετήθηκε κατά τη διάρκεια της Συνόδου της Νίκαιας (325) και της Συνόδου της Κωνσταντινούπολης (381). Τον 5ο αιώνα υπήρξε μια ακόμη διχοτόμηση η οποία διήρκεσε περισσότερο. Κατά τη διάρκεια της Συνόδου της Χαλκηδόνας (451) η Κοπτική και η Αρμενική Εκκλησία, οι οποίες υποστηρίζουν ότι η θεϊκή φύση του Χριστού υπερείχε της ανθρώπινης, διαχωρίστηκαν από την εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και της Ρώμης, οι οποίες υποστήριζαν ότι οι δύο φύσεις του Χριστού ουδέποτε άλλαξαν, διαιρέθηκαν ή διαχωρίστηκαν.

Ορθόδοξη Εκκλησία του Αγίου Μάρκου στο Bellaire του Τέξας (Μεγάλο Χιούστον). Υπάρχουν περίπου 1-2 εκατομμύρια Αιγύπτιοι Κόπτες που ζουν εκτός Αιγύπτου και είναι γνωστοί ως Κοπτική διασπορά. WhisperToMe / Public domain

Εκτός από τα παραπάνω θεολογικά ζητήματα, η Κοπτική εκκλησία, με επικεφαλής τον Πατριάρχη Αλεξάνδρειας, διαφέρει από τον Ελληνικό και δυτικό Χριστιανισμό σε διάφορες πτυχές. Το θρησκευτικό ημερολόγιο είναι το Φαραωνικό, με δώδεκα μήνες τριάντα ημερών και πέντε ή έξι ημέρες άλματος. Οι Κόπτες Χριστιανοί τονίζουν τη σημασία των διατροφικών νόμων· η νηστεία είναι σημαντική και αποθαρρύνεται η κατανάλωση κρέατος, ενώ αποδέχονται την μαγεία, τις κατάρες, τα ξόρκια και τα φυλακτά.

Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν σημαντικές ομοιότητες, όπως ο μοναχισμός (που εξαπλώθηκε από την Αίγυπτο στη Δύση) προσκυνήματα και λατρεία των αγίων (μάρτυρες και μοναχοί). O άγιος Μηνάς είναι ιδιαίτερα σημαντικός και μάλιστα συνεχίζοντας ένα έθιμο που χρονολογείται από τους Φαραωνικούς χρόνους, οι Κόπτες προσκυνητές μετέφεραν στο σπίτι τους νερό από τον τάφο του σε μπουκάλια, πολλά εκ των οποίων έχουν βρεθεί σε όλο τον αρχαίο κόσμο, από την Ιρλανδία έως την Σογδιανή.

Κοπτική υφαντική του 6ου αιώνα Google Art Project via Wikimedia Commons

Κοπτική τεχνοτροπία

Μία από τις αξιοσημείωτες πτυχές της Κοπτικής τέχνης είναι ότι έχουν διατηρηθεί τα κλωστοϋφαντουργικά στους τάφους της ερήμου. Όταν τον 19ο αιώνα μεταφέρθηκαν για πρώτη φορά στην Ευρώπη οι Κοπτικοί χιτώνες, οι κουρτίνες και τα υφάσματα, δημιούργησαν αίσθηση, λόγω της πολυχρωμίας τους και καθώς η ζήτηση ήταν υψηλή, οι ερευνητές έκοβαν κομμάτια και τα πωλούσαν στους συλλέκτες.

Ιησούς Χριστός και Άγιος Μηνάς, Κοπτική εικόνα του 6ου αιώνα, μουσείο Λούβρου Louvre Museum / CC BY-SA

Χαρακτηριστικό της Κοπτικής τέχνης είναι οι ανθρώπινες φιγούρες με εντυπωσιακά μεγάλα κεφάλια που κοιτάζουν απευθείας τον θεατή. Η μετωπική σύνθεση των προσώπων και η έμφαση στα μάτια θυμίζει τα πορτρέτα Φαγιούμ/Fayyum και τις Βυζαντινές εικόνες. Βρίσκουμε επίσης χαρούμενα γεωμετρικά μοτίβα, ζώα (παγώνια, άλογα, ψάρια, καμήλες, λαγούς..) και μοτίβα εμπνευσμένα από τη βλάστηση (δέντρα, σταφύλια…). Άλλα σύμβολα είναι ο Φοίνικας, οι θαλάσσιες νύμφες και οι Κένταυροι.

Κοπτική ταφόπλακα με το αρχαίο σύμβολο, Ανκχ. περί 6ο αιώνα μ.Χ.

Τα Χριστιανικά μοτίβα ήταν και αυτά δημοφιλή. Υπάρχουν παραστάσεις της συνάντησης του Χριστού με τον Ιωάννη τον Βαπτιστή και φωτογραφίες αγίων. Το Ανκχ, το αρχαίο Φαραωνικό σύμβολο της ζωής και της αιωνιότητας, μετατράπηκε σε Χριστιανικό σύμβολο.

Κρίση

Η θρησκευτική διαμάχη μεταξύ των οπαδών της Συνόδου της Χαλκηδόνας (Βυζαντίου) αφενός και του Αιγυπτιακού πληθυσμού αφετέρου, προκάλεσε εντάσεις, οι οποίες ενώ μπορούσαν να ελεγχθούν, ομαλοποιήθηκαν τον 5ο και 6ο αιώνα. Στις αρχές του 7ου αιώνα, οι Βυζαντινοί έχασαν τον έλεγχο της Αιγύπτου από τους Σασσανίδες Πέρσες, αργότερα τον ανέκτησαν και τον απώλεσαν ξανά όταν οι Κόπτες στήριξαν τους εισβολείς Άραβες (641).

Μια νέα περίοδος ξεκίνησε, όταν τα Κοπτικά αντικαταστάθηκαν σταδιακά από τα Αραβικά και η Κοπτική τέχνη έγινε λιγότερο εκφραστική. Πολλοί άνθρωποι αποδέχτηκαν το Ισλάμ ως θρησκεία και η Κοπτική γλώσσα χρησιμοποιήθηκε μόνο για λειτουργικούς σκοπούς.