εξώφυλλο: Πορτρέτο της Μαρίας Αντουανέττας, 1775 After Martin D’agoty (bella poarch of Jean-Baptiste André Gautier-Dagoty), Public domain, via Wikimedia Commons
Η δημοσίευση βασίζεται σε άρθρο του Harrison W. Mark που δημοσιεύθηκε στο World History Encyclopedia στις 4 Απρ. 2022.
copyright © μετάφραση – επιμέλεια Χείλων
Η Μαρία Αντουανέττα διετέλεσε βασίλισσα της Γαλλίας στα ταραχώδη τελευταία χρόνια του Παλαιού Καθεστώτος πριν τη Γαλλική Επανάσταση (1789-1799). Με την άνοδο του συζύγου της Λουδοβίκου ΙΣΤ’ της Γαλλίας (βασ. 1774-1792) έγινε βασίλισσα σε ηλικία 18 ετών και θα επωμιζόταν μεγάλο μέρος ευθύνης για τις ηθικές αποτυχίες της Γαλλικής μοναρχίας.
Πρώιμος βίος
Γεννήθηκε στη Βιέννη στις 2 Νοεμβρίου 1755 ως Μαρία Αντωνία Ιωσήφα Ιωάννα, αρχιδούκισσα της Αυστρίας. Η γέννησή της ήταν δυσοίωνη, καθώς ήρθε μια μέρα μετά τον μεγάλο σεισμό που σκότωσε 30.000 ανθρώπους στη Λισαβόνα, μια ανατριχιαστική ένδειξη του άτυχου μέλλοντός της. Οι γονείς της, η αυτοκράτειρα των Αψβούργων Μαρία Θηρεσία της Αυστρίας (1717-1780) και ο Φραγκίσκος Α’, αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (1708-1765) βρίσκονταν στο απόγειο δόξας τους και δεν είχαν κανένα λόγο να μην γιορτάσουν τη γέννηση του 15ου και προτελευταίου τέκνου τους, της μελλοντικής βασίλισσας της Γαλλίας.

Η νεαρή αρχιδούκισσα, με το χαϊδευτικό παρατσούκλι «Μαντάμ Αντουάν» από τη μητέρα της, απολάμβανε μια ευτυχισμένη παιδική ηλικία, περνώντας το χειμώνα κάνοντας έλκηθρο στους λόφους κοντά στο οικογενειακό καταφύγιο στο Λάξεμπουργκ και τα καλοκαίρια της στις ανέσεις του παλατιού Σένμπρον στη Βιέννη, όπου γνώρισε το παιδί θαύμα Βόλφανγκ Αμαντέους Μότσαρτ όταν ήταν και οι δύο επτά ετών και θα ενδιαφερόταν για τη μουσική, παίζοντας τσέμπαλο και φλάουτο και διαπρέποντας στην τέχνη του χορού. Στην πολυμελή οικογένειά της, η Μαρία Αντωνία δέθηκε με την αδελφή της, Μαρία Καρολίνα, μελλοντική βασίλισσα της Νάπολης και της Σικελίας.
Η Μαρία Θηρεσία δεν ήταν και η πιο τρυφερή μητέρα, αλλά ο θάνατος του συζύγου της το 1765 βύθισε την αυτοκράτειρα σε μια κατάσταση πένθους που θα διαρκούσε για το υπόλοιπο της ζωής της, λαμβάνοντας συχνά τη μορφή δυσαρέσκειας στη συμπεριφορά των μικρότερων παιδιών της. Αυτή η μακρινή και περίπλοκη σχέση με τη Μαρία Αντωνία, η οποία ήταν ταυτόχρονα πολιτικό πιόνι και κόρη, θα μπορούσε να συνοψιστεί καλύτερα στα μεταγενέστερα λόγια της ενήλικης Μαρίας Αντουανέττας: «Αγαπώ την αυτοκράτειρα, αλλά τη φοβάμαι ακόμη και από απόσταση, όταν της γράφω ουδέποτε αισθάνομαι εντελώς άνετα» (Φρέιζερ, 22). Ωστόσο, για μια τόσο σημαντική οικογένεια όπως οι Αψβούργοι, το καθήκον προηγείτο της αγάπης και έτσι η Μαρία Αντωνία βρέθηκε το 1769 αρραβωνιασμένη με τον δελφίνο της Γαλλίας.
Η Γαλλο – Αυστριακή συμμαχία ήταν σίγουρα μια αμφιλεγόμενη εξέλιξη, καθώς υπήρχε αμοιβαία αντιπάθεια μεταξύ των χωρών. Εξάλλου πριν τον Επταετή Πόλεμο (1756-1763) ο ίδιος ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΕ’ της Γαλλίας (βασ. 1715-1774) ήταν εχθρός της Μαρίας Θηρεσίας. Ωστόσο, μετά από αυτή τη σύγκρουση, το αποδυναμωμένο βασίλειο της Γαλλίας είχε συνάψει συμμαχία ανάγκης με την Αυστρία, με τα δύο έθνη να συμφωνούν ότι μια τέτοια συμμαχία έπρεπε να εδραιωθεί με έναν γάμο. Τελικά αποφασίστηκε η Μαρία Αντωνία να παντρευτεί τον εγγονό του Λουδοβίκου ΙΕ’, Λουδοβίκο-Αύγουστο, δούκα του Μπερύ (1754-1793) ο οποίος είχε γίνει κληρονόμος και δούκας της Γαλλίας μετά το θάνατο του πατέρα του το 1766. Έτσι μετά από έναν γάμο δι’ αντιπροσώπων και την παραίτηση από όλες τις αξιώσεις στα εδάφη των Αψβούργων, η Μαρία Αντωνία ξεκίνησε για τη Γαλλία για να συναντήσει τον νέο της σύζυγο και έφτασε στις Βερσαλλίες στις 14 Μαΐου 1770, σε ηλικία μόλις 14 ετών. Μαζί με τον τίτλο της δελφίνου, υιοθέτησε και τη Γαλλική εκδοχή του ονόματός της ως Μαρία Αντουανέττα.

Δελφίνος της Γαλλίας
Η μετάβαση από Αυστριακή αρχιδούκισσα σε Γαλλίδα δελφίνα δεν ήταν εύκολη. Εκτός από τα πτωχά Γαλλικά της Μαρίας Αντουανέττας, τα οποία ήταν μπερδεμένα με Γερμανικές φράσεις, η ενσωμάτωσή της ήταν δύσκολη λόγω της αυστηρής εθιμοτυπίας της αυλικής ζωής στις Βερσαλλίες. Σε μία βασιλική αυλή που σχεδιάστηκε ειδικά για τη βασιλική οικογένεια, η Μαρία Αντουανέττα διαπίστωσε ότι η ιδιωτικότητα δεν ήταν πολυτέλεια που προσφέρεται στους Γάλλους βασιλείς. Οι αυλικοί την παρακολουθούσαν καθώς έτρωγε, ενώ ομάδα από κυρίες της έκανε συντροφιά καθώς ντυνόταν. Εν τω μεταξύ, έπρεπε να συνηθίσει στις λεπτομέρειες των αυλικών πρωτοκόλλων και στη μόδα των Βερσαλλιών, που αποτελούνταν από πολυτελείς εμφανίσεις, ρουζ μακιγιάζ και πούδρα μαλλιών, έναν συνδυασμό που ο Αυστριακός Λεοπόλδος Μότσαρτ περιέγραψε ως «αφόρητο στα μάτια ενός έντιμου Γερμανού» (Φρέιζερ, 78).
Ωστόσο, η έφηβη δελφίνα έπρεπε να αφομοιωθεί γρήγορα. Η αυτοκράτειρα, η οποία παρέμενε σε συνεχή επικοινωνία με τη Μαρία Αντουανέττα, περίμενε από όλα τα παιδιά της να εργαστούν για να προωθήσουν τα συμφέροντα των Αψβούργων. Η Μαρία Τερέζα περίμενε αναφορές για τους διορισμούς υπουργών στη Γαλλία και προέτρεψε την κόρη της να επηρεάσει την εξωτερική πολιτική της Γαλλίας υπέρ της Αυστρίας. Αυτό ήταν συχνά δύσκολο, ειδικά σε καταστάσεις όπου τα Αυστριακά συμφέροντα συγκρούονταν με εκείνα της Γαλλίας, όπως με την Πρώτη Διαίρεση της Πολωνίας το 1772 και τον Πόλεμο της Βαυαρικής Διαδοχής το 1778. Η διαφαινόμενη παρουσία της Μαρίας Θηρεσίας δεν βοήθησε σε τίποτα τη φήμη της Μαρίας Αντουανέττας, που κατηγορήθηκε ότι ήταν υπερβολικά πιστή στην πατρίδα της και συχνά αναφέρονταν απαξιωτικά ως η Αυστριακή.

Παρ’ όλα αυτά, η Μαρία Αντουανέττα ήταν δημοφιλής στα πρώτα της χρόνια στη Γαλλία. Όντας νέα, όμορφη και γοητευτική, η πρώτη επίσημη επίσκεψή της στο Παρίσι το 1773 είχε μεγάλη επιτυχία. Η χάρη της την έκανε προσφιλή στις κυρίες της αυλής, ιδιαίτερα στις θείες του δελφίνου και έκανε προσπάθειες να συνδεθεί και με τον σύζυγό της, συνοδεύοντάς τον στα αγαπημένα του κυνήγια. Αλλά εξακολουθούσε να έχει αντιπάλους, κυρίως την Μαντάμ Ντυ Μπαρί, την κύρια βασιλική ερωμένη του Λουδοβίκου ΙΕ’, της οποίας η επιρροή στον ηλικιωμένο βασιλιά την έκανε αντιβασίλισσα της Γαλλίας σε όλα εκτός από το όνομα.
Η αντιπαλότητα ξεκίνησε όταν η Ντυ Μπαρί προκάλεσε την απόλυση του Δούκα του Σουαζέλ, αρχιτέκτονα της Γαλλο-Αυστριακής συμμαχίας που η Μαρία Αντουανέττα θεωρούσε φίλο και σύμμαχο στην αυλή. Η Μαρία Αντουανέττα μετά από αυτό σταμάτησε να μιλά στην Ντυ Μπαρί, γεγονός που μπορούσε να προκαλέσει σκάνδαλο αν η Μαρία Θηρεσία δεν διέτασσε την κόρη της να αποκαταστήσει τις σχέσεις, κάτι που η Αντουανέττα έκανε απρόθυμα. Την Πρωτοχρονιά του 1772, είπε μια φράση στην Ντυ Μπαρί: «Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στις Βερσαλλίες σήμερα» (Φρέιζερ, 98). Δεν ήταν πολύ, αλλά ήταν αρκετό για να αποφευχθεί ένα σκάνδαλο. Ωστόσο, η Μαρία Αντουανέττα παρέμεινε εχθρική προς την Ντυ Μπαρί η οποία θα εκδιωκόταν από τη βασιλική αυλή δύο ημέρες μετά την ενθρόνιση του Λουδοβίκου ΙΣΤ.

Βασίλισσα της Γαλλίας
Στις 10 Μαΐου 1774, ο Λουδοβίκος ΙΕ’ πέθανε από ευλογιά. Μετά το θάνατό του, ο 19χρονος Λουδοβίκος-Αύγουστος ανέβηκε στο θρόνο ως Λουδοβίκος ΙΣΤ’, βασιλιάς Γαλλίας και Ναβάρας, με τη Μαρία Αντουανέττα βασίλισσα σύζυγό του. Η στέψη πραγματοποιήθηκε στη Ρεμς ένα χρόνο αργότερα.
Ωστόσο, εν μέσω της τελετής στέψης, υπήρχε ένα σημαντικό ζήτημα με τον γάμο του βασιλικού ζευγαριού: η Μαρία Αντουανέττα δεν είχε ακόμη συλλάβει παιδί. Στην πραγματικότητα, μέχρι το 1777, ο 7ετής γάμος του βασιλικού ζευγαριού δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί. Δεδομένου ότι η γέννηση κληρονόμων ήταν ουσιαστικός ρόλος οποιασδήποτε συζύγου βασίλισσας, όσο περισσότερο αργούσε η Μαρία Αντουανέττα να κάνει παιδιά, τόσο επισφαλής ήταν η θέση της. Οι γάμοι των μικρότερων αδελφών του βασιλιά, των κομήτων Προβηγκίας και Αρτουά, απείλησαν να υπονομεύσουν την επιρροή της εάν οι γάμοι τους γεννούσαν παιδιά πριν από το δικό της, φόβος που έγινε πραγματικότητα το 1775 με τη γέννηση του γιου του Αρτουά. Ανυπομονώντας να δει έναν Αψβούργο ως διάδοχο του Γαλλικού θρόνου, ο μεγαλύτερος αδελφός της Μαρίας Αντουανέττας, Ιωσήφ Β’, αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (1765-1790) ανέλαβε να σώσει τον γάμο της αδερφής του.
Ο Ιωσήφ έφτασε στη Γαλλία τον Απρίλιο του 1777. Συναντήθηκε τόσο με τον βασιλιά όσο και με τη βασίλισσα, ρωτώντας γιατί ο γάμος δεν είχε ολοκληρωθεί. Αν και ο Λουδοβίκος ΙΣΤ’ φημολογούνταν ότι έπασχε από φίμωση, μια κατάσταση που έκανε επώδυνη τη σεξουαλική πράξη, ο Ιωσήφ διέκρινε ότι υπήρχε πρόβλημα επειδή ο Λουδοβίκος ήταν απαθής στα συζυγικά του καθήκοντα. Σε επιστολή προς τον αδελφό του Λεοπόλδο, ο Ιωσήφ περιέγραψε κοροϊδευτικά τον περίεργο τρόπο του Λουδοβίκου να κάνει έρωτα: «Συστήνει το μέλος του, μένει εκεί χωρίς να κινηθεί για περίπου δύο λεπτά, αποσύρεται…και καληνύχτα» (Φρέιζερ, 156). Ο Ιωσήφ πρέπει να εκπαίδευσε τον κουνιάδο του με τον σωστό τρόπο για να εκτελεί την πράξη, διότι αφού επέστρεψε στη Βιέννη, έλαβε επιστολές τόσο από τον Λουδοβίκο όσο και από τη Μαρία Αντουανέττα που τον ευχαριστούσαν για τη συμβουλή του και ανακοίνωναν ότι η βασίλισσα ήταν τελικά έγκυος. Φαινόταν ότι οι συμβουλή του Ιωσήφ είχε πετύχει, καθώς στο εξής ο Λούις έπαψε να είναι «δύο τρίτα του συζύγου» (Φρέιζερ, 157).
Η Μαρία Αντουανέττα θα αποκτούσε τέσσερα παιδιά. Μετά τη γέννηση της Μαρίας-Τερέζας, το 1778 θα ακολουθούσε η πολυαναμενόμενη γέννηση ενός δελφίνου, του Λουδοβίκου-Ιωσήφ το 1781 και ενός άλλου αγοριού, του Λουδοβίκου-Καρόλου το 1785. Το τελευταίο της παιδί, η Σοφία, γεννήθηκε το 1786 και θα ζούσε μόνο 11 μήνες, ένα ανησυχητικό προηγούμενο, καθώς μόνο το μεγαλύτερο παιδί της Μαρίας Αντουανέττας θα ζούσε μέχρι την ενηλικίωση. Η βασίλισσα ήταν μια στοργική μητέρα, που λάτρευε τα παιδιά της, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν και πολλά υιοθετημένα.
Ορισμένοι όμως θεώρησαν ύποπτη τη ξαφνική γονιμότητα της βασίλισσας. Τα σκανδαλοθηρικά φυλλάδια που επιτίθονταν στη Μαρία Αντουανέττα για όσο καιρό ήταν βασίλισσα, άρχισαν να διαδίδουν φήμες ότι ο Λουδοβίκος ΙΣΤ’ δεν ήταν ο πατέρας των βασιλικών τέκνων. Αυτό ήταν επικίνδυνη κατηγορία για μια κυβέρνηση που αντλούσε τη νομιμότητά της από έγκυρη βασιλική γραμμή αίματος. Αν και η βασίλισσα είχε σχέση με τον τολμηρό Σουηδό στρατιωτικό Κόμη Άξελ φον Φέρσεν (1755-1810) από το 1783, πολλοί από τους βιογράφους της, συμπεριλαμβανομένης της Αντόνια Φρέιζερ, απορρίπτουν την ιδέα ότι τα παιδιά της Μαρίας Αντουανέττας είχαν άλλον πατέρα εκτός του βασιλιά.

Φυσικά, οι εχθροί της μοναρχίας και όσοι ήλπιζαν να βγάλουν χρήματα από τους γεμάτες κουτσομπολιά συκοφαντίες, δεν νοιάζονταν για την αλήθεια. Επειδή ήταν ξένη και γυναίκα, η Μαρία Αντουανέττα έγινε γρήγορα ο προσφιλής στόχος συκοφαντικών φημών. Συγκρίθηκε με διαβόητες γυναίκες της ιστορίας, με ένα φυλλάδιο να την αποκαλεί «πιο μαύρη από την Αγριππίνα… πιο τρελή από τη Μεσσαλίνα» (Furet, 258). Κατηγορήθηκε για διάφορες σεξουαλικές πράξεις, από όργια στους κήπους των Βερσαλλιών μέχρι συμμετοχή σε κλειστά λεσβιακά ειδύλλια. Τα δημοσιεύματα ήταν συχνά πορνογραφικά και περιλάμβαναν εικόνες της Μαρίας Αντουανέττας σε άσεμνες καταστάσεις. Εκτός από τη σχέση της με τον Φέρσεν, αυτές οι ιστορίες για την ασωτία της Μαρίας Αντουανέττας ήταν ξεκάθαρα κατασκευασμένες.
Η βασίλισσα κατηγορήθηκε επίσης ότι ήταν απρόσεκτα σπατάλη. Ήταν διάσημη για την αγάπη στη χαρτοπαιξία και το μπιλιάρδο πίσω από τις κλειστές πόρτες του Πτι Τριανόν, στο προσωπικό παλάτι που της έδωσε ο Λουδοβίκος XVI ως γαμήλιο δώρο. Ο τζόγος της Μαρίας Αντουανέττας, σε συνδυασμό με τα έξοδά της για μοντέρνα φορέματα και έπιπλα για τα βασιλικά της διαμερίσματα, αποδοκιμάστηκε από πολλούς, καθώς η χώρα συνέχισε να οδεύει προς τη χρεοκοπία. Αν και η βασίλισσα δεν ήταν η μόνη σπάταλη στο βασιλικό οίκο, εξακολουθούσε να θεωρείται σύμβολο των αλόγιστων δαπανών του στέμματος, κερδίζοντας το παρατσούκλι «Ελλειμματική Κυρία». Ωστόσο, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η Μαρία Αντουανέττα έκανε συχνά δωρεές σε φιλανθρωπικές οργανώσεις και συμμετείχε σε πράξεις φιλανθρωπίας.
Η υπόθεση του διαμαντένιου κολιέ, που ήρθε στο φως το 1785, φαίνεται ότι ήταν το τελευταίο καρφί στο φέρετρο της ήδη διολισθαίνουσας φήμης της βασίλισσας. Αν και ήταν ένα αθώο θύμα στην υπόθεση, η οποία αφορούσε απατεώνες που χρησιμοποίησαν την πλαστή υπογραφή της για να αποκτήσουν ένα ακριβό κολιέ, η Μαρία Αντουανέττα εξακολουθούσε να κατηγορείται ευρέως για το σκάνδαλο που ακολούθησε. Οι δαπάνες της συνέχισαν να ελέγχονται εξονυχιστικά και να διογκώνονται, με όλες τις προσπάθειες επιδιόρθωσης της εικόνας της να αποτυγχάνουν. Την παραμονή της Επανάστασης, η βασίλισσα ήταν τόσο περιφρονημένη που σταμάτησε να εμφανίζεται σε δημόσιες εκδηλώσεις.

Πτώση της Μοναρχίας
Το 1788, η ταχέως επιδεινούμενη κατάσταση των Γαλλικών οικονομικών ανάγκασε τον Λουδοβίκο XVI να προγραμματίσει για το επόμενο έτος συνεδρίαση της Συνέλευσης των Τάξεων (κληρικοί – ευγενείς – μεγαλοαστοί, βιομήχανοι, αγρότες). Με την ελπίδα να κερδίσει δημόσια υποστήριξη πριν από τη συνάντηση, η Μαρία Αντουανέττα δρομολόγησε την αποκατάσταση του δημοφιλούς υπουργού Οικονομικών Ζακ Νεκέρ (1732-1804). Ο διορισμός του Νεκέρ αποδείχθηκε βραχυπρόθεσμη νίκη, καθώς οδήγησε σε άνοδο δημοφιλίας της κυβέρνησης και άμεση άνοδο στο χρηματιστήριο. Ωστόσο, ήταν πολύ αργά για να κερδίσει ξανά την υποστήριξη του κοινού, αφού στη Συνέλευση των Τάξεων στις 4 Μαΐου 1789, η Μαρία Αντουανέττα κατά την άφιξη έτυχε παγωμένης υποδοχής από τους ίδιους θεατές που επευφημούσαν τους δημοφιλείς εκπροσώπους των κοινών που ακολουθούσαν.
Η βασίλισσα ήταν παρούσα στην έναρξη της Συνέλευσης των Τάξεων, αλλά σύντομα την κάλεσαν, καθώς η κατάσταση του άρρωστου δελφίνου επιδεινώθηκε. Στις 4 Ιουνίου, ο Λουδοβίκος-Ιωσήφ πέθανε από φυματίωση, σε ηλικία μόλις 7 ετών. Ο θάνατος του δεύτερου παιδιού της μέσα σε δύο χρόνια (η Σοφία είχε πεθάνει το 1787) ενίσχυσε τη θλίψη της Μαρίας Αντουανέττας καθώς έπεσε σε κατάσταση πένθους. Ωστόσο, φαινόταν ότι η χώρα έδωσε ελάχιστη σημασία, καθώς όλα τα βλέμματα ήταν στραμμένα στη Συνέλευση, όπου η Τρίτη Τάξη σχημάτιζε Εθνοσυνέλευση και φώναζε για νέο σύνταγμα.
Μετά την Καταιγίδα της Βαστίλης στις 14 Ιουλίου 1789, η Συνέλευση ψήφισε τα Διατάγματα του Αυγούστου, τα οποία διέλυσαν το σύστημα της φεουδαρχίας και υιοθέτησαν τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη. Καθώς η Εθνοσυνέλευση καταργούσε το Παλαιό Καθεστώς, ο Λουδοβίκος ΙΣΤ’ πάλευε πεισματικά για να διατηρήσει τη βασιλική του εξουσία. Η Μαρία Αντουανέττα, σκληραγωγημένη ενάντια στην Επανάσταση και χαρακτηρισμένη από τον κόμη του Μιραμπώ (1749-1791) ως «ο μόνος άνδρας» στον οποίο μπορούσε να βασιστεί ο βασιλιάς, έμεινε σταθερή στο πλευρό του (Σάμα, 533).

Στις 5 Οκτωβρίου 1789, η Πορεία των Γυναικών στις Βερσαλλίες μετέφερε βίαια τη βασιλική οικογένεια στο Παλάτι του Κεραμεικού στο Παρίσι, όπου κρατήθηκαν υπό το άγρυπνο βλέμμα της πολιτοφυλακής γνωστής ως Εθνική Φρουρά και του διοικητή της Μαρκησίου ντε Λαφαγιέτ (1757-1834). Καθώς η Εθνοσυνέλευση προσπαθούσε να καθορίσει τους όρους μιας νέας συνταγματικής μοναρχίας, ο ισχυρός Μιραμπώ επιχειρηματολόγησε για λογαριασμό του βασιλιά, προτρέποντας τη διατήρηση μεγάλου μέρους της εξουσίας του Λουδοβίκου ΙΣΤ’. Ο θάνατος του Μιραμπώ τον Απρίλιο του 1791 άφησε τον βασιλιά εκτεθειμένο και χωρίς φίλους στη Συνέλευση. Εκείνον τον Ιούνιο, η προσπάθεια της βασιλικής οικογένειας να δραπετεύσει από το Παρίσι απέτυχε και ο βασιλιάς και η βασίλισσα συνοδεύτηκαν πίσω από την Εθνική Φρουρά. Γνωστή ως φυγή προς τη Βαρέν, αυτή η προσπάθεια ενίσχυσε τη δυσπιστία και την περιφρόνηση του κοινού για τον Λουδοβίκο ΙΣΤ’ και τη σύζυγό του, των οποίων η αμφιθυμία απέναντι στην Επανάσταση έκανε πολλούς να πιστέψουν ότι ήθελε να «κολυμπήσει στο αίμα» των Γάλλων.
Μετά τη Βαρέν, η κατάσταση επιδεινώθηκε μόνο για την οικογένεια της Μαρίας Αντουανέττας, η οποία τέθηκε υπό αυστηρότερη επιτήρηση. Η Διακήρυξη του Πίλνιτς, υπογεγραμμένη από τον αδελφό της Μαρίας Αντουανέττας, Λεοπόλδο Β ́, Αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (βασ. 1790-1792) και τον βασιλιά Φρειδερίκο Γουλιέλμο της Πρωσίας, απείλησε τη Γαλλία με εισβολή σε περίπτωση βλάβης της βασιλικής οικογένειας. Τον Απρίλιο του 1792, η Γαλλία κήρυξε επίσημα τον πόλεμο στην Αυστρία, με την Πρωσία να συμμετέχει ως σύμμαχος της Αυστρίας, πυροδοτώντας τους Πολέμους της Γαλλικής Επανάστασης (1792-1802). Ελπίζοντας να διασωθεί από την Αυστρο-Πρωσική δύναμη, η Μαρία Αντουανέττα διέρρευσε Γαλλικά στρατιωτικά μυστικά στις επιστολές της προς τον Φέρσεν και τον φίλο της κόμη Μερσύ-Αρζεντώ.
Τον Ιούλιο του 1792, η Αυστρία και η Πρωσία δημοσίευσαν το Μανιφέστο του Μπράουνσβαικ, το οποίο προέβλεπε την ολοκληρωτική καταστροφή του Παρισιού αν συνέβαινε κάτι στη βασιλική οικογένεια. Ως άμεση απάντηση, ένα πλήθος εισέβαλε στο παλάτι του Κεραμεικού στις 10 Αυγούστου. Ενώ η βασιλική οικογένεια κρύφτηκε, το πλήθος έσφαξε την Ελβετική Φρουρά. Τρεις ημέρες αργότερα, η βασιλική οικογένεια φυλακίστηκε στον Πύργο του Ναού.
Λίγο περισσότερο από ένα μήνα αργότερα, η εκπληκτική νίκη του στρατού της Γαλλικής Επανάστασης επί της Πρωσίας στη μάχη του Βαλμύ ενθάρρυνε την Εθνική Συνέλευση για την κατάργηση της μοναρχίας και την ανακήρυξη της Πρώτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Γνωστός πλέον ως πολίτης Λουί Καπέ, ο σύζυγος της Μαρίας Αντουανέττας κατηγορήθηκε για προδοσία κατά της Δημοκρατίας και παραπέμφθηκε σε δίκη τον Δεκέμβριο. Καταδικάστηκε σε θάνατο και δολοφονήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 1793.

Εκτέλεση & υστεροφημία
Μετά το θάνατο του συζύγου της, η πρώην βασίλισσα βυθίστηκε στη θλίψη. Η Μαρία Αντουανέττα, που αναφερόταν πλέον ως «Χήρα Καπέ», δεν μπορούσε καν να βγει στους κήπους για λίγο καθαρό αέρα, αφού για να γίνει αυτό έπρεπε να περάσει από την άδεια αίθουσα του θρόνου. Δεδομένου ότι ο επιζών γιος της αναγνωρίστηκε από τους βασιλόφρονες ως Λουδοβίκος ΙΖ’, νόμιμος βασιλιάς της Γαλλίας, η Μαρία Αντουανέττα χωρίστηκε από αυτόν στις 3 Ιουλίου 1793. Οι επίτροποι που ήρθαν να τον παραλάβουν έδωσαν την αβάσιμη δικαιολογία ότι υπήρχε σχέδιο απαγωγής του αγοριού. Επί μια ώρα, η Μαρία Αντουανέττα αρνιόταν να αφήσει τον γιο της, ακόμη κι όταν απειλήθηκε η ζωή της. Τελικά υποχώρησε μετά από απειλές ότι θα σκοτώσουν την κόρη της,.
Στους μήνες που ακολούθησαν μετά την εκτέλεση του Λουδοβίκου ΙΣΤ’, η μοίρα της Μαρίας Αντουανέττας ήταν αβέβαιη. Κάποιοι υποστήριξαν ότι έπρεπε να παραμείνει όμηρος ή να χρησιμοποιηθεί σε ανταλλαγή κρατουμένων, αλλά η άνοδος των ριζοσπαστών Ιακωβίνων και η εξουσία της διαβόητης Επιτροπής Δημόσιας Ασφάλειας σφράγισαν τη μοίρα της. Μετά την αποτυχία της Συνωμοσίας των Γαρυφάλλων να την απελευθερώσουν από τη φυλακή, η Χήρα Καπέ δικάστηκε από το Επαναστατικό Δικαστήριο στις 14 Οκτωβρίου, κατηγορούμενη για διάφορα εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένης της εσχάτης προδοσίας. Κρίθηκε ένοχη, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε στη γκιλοτίνα στις 16 Οκτωβρίου 1793. Τα τελευταία της λόγια, αφού πάτησε κατά λάθος το πόδι του εκτελεστή της, ήταν «Συγνώμη, κύριε. Δεν το έκανα επίτηδες» (Φρέιζερ, 440).
Η εικόνα της Μαρίας Αντουανέττας είναι μιας τραγικής φιγούρας, θύμα της εποχής και της συγκυρίας. Τα ψέματα που διαδόθηκαν γι’ αυτήν ήταν αρκετά για να αμαυρώσουν την υστεροφημία της σε σημείο που ορισμένες φήμες εξακολουθούν να υφίστανται (για παράδειγμα, δεν υπάρχουν στοιχεία ότι είπε: «Αν δεν έχει ο λαός ψωμί, ας φάει παντεσπάνι» αν και το απόφθεγμα εξακολουθεί να της αποδίδεται). Υπήρξε ο αποδιοπομπαίος τράγος για όλα τα δεινά της Γαλλικής μοναρχίας και πολλοί θεώρησαν τον θάνατό της απαραίτητο για την πρόοδο της Επανάστασης. Παρόλα αυτά, ο μύθος της αντέχει και το παραμύθι της Μαρίας Αντουανέττας, με το τραγικό τέλος, συνεχίζει να συναρπάζει μέχρι σήμερα.
Πηγές – βιβλιογραφία
https://www.worldhistory.org/Marie_Antoinette/
https://en.wikipedia.org/wiki/Marie_Antoinette
William Doyle: «The Oxford History of the French Revolution» Oxford University Press, 2018.
Francois Furet & Mona Ozouf & Arthur Goldhammer: «A Critical Dictionary of the French Revolution» Belknap Press: An Imprint of Harvard University Press, 1989.
Antonia Fraser: «Marie Antoinette» Anchor, 2002.
Madame Campan-Memoirs of Marie Antoinette Accessed 25 Mar 2022.
Marie Antoinette 1755-1793 Accessed 25 Mar 2022.
Simon Schama. Citizens. Vintage, 1990.
Το έργο με τίτλο Μαρία Αντουανέττα από τον δημιουργό Χείλων διατίθεται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική Χρήση – Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές. Βασισμένο σε έργο στο https://www.worldhistory.org/Marie_Antoinette/