εξώφυλλο:Το πορτρέτο Tusculum, ίσως το μοναδικό γλυπτό του Καίσαρα που διασώθηκε κατά τη διάρκεια του βίου του. Αρχαιολογικό Μουσείο, Τορίνο, Ιταλία. Museum of antiquities, Public domain, via Wikimedia Commons.
Η δημοσίευση βασίζεται σε άρθρο του Joshua J. Mark που δημοσιεύθηκε στο World History Encyclopedia στις 28 Απρ. 2011.
copyright © μετάφραση – επιμέλεια Χείλων
Ο Γάιος Ιούλιος Καίσαρας γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου 100 π.Χ. (ορισμένοι αναφέρουν το 102 ως έτος γέννησης). Ο πατέρας του, Γάιος Ιούλιος Καίσαρας ο πρεσβύτερος, ήταν Πραίτορας που κυβερνούσε την επαρχία της Ασίας και η μητέρα του, Αυρηλία Κόττα, ήταν ευγενής. Αμφότεροι ασπάζονταν την ιδεολογία των Λαϊκών (Populare) που υποστήριζε τον εκδημοκρατισμό της κυβέρνησης και περισσότερα δικαιώματα για την κατώτερη τάξη σε αντίθεση με τους Αριστοκράτες (Optimate) που υποστήριζαν την ανωτερότητα των ευγενών και τις παραδοσιακές Ρωμαϊκές αξίες που ευνοούσαν τις ανώτερες τάξεις. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι Αριστοκράτες και οι Λαϊκοί δεν ήταν αντίπαλα πολιτικά κόμματα, αλλά πολιτικές ιδεολογίες στις οποίες πίστευαν πολλοί άνθρωποι, ανεξάρτητα κοινωνικής τάξης. Αργότερα η τακτική του Καίσαρα να απευθύνεται στον λαό για υποστήριξη, αντί να ζητά έγκριση από τη Ρωμαϊκή Σύγκλητο ή τους άλλους Πατρικίους, θα απέβαινε προς όφελός του .

Νεότητα & καριέρα
Στα δεκαέξι του, ο πατέρας του πέθανε και ο Καίσαρας έγινε αρχηγός της οικογένειας. Θεωρώντας ότι η ένταξη στην ιεροσύνη θα απέφερε περισσότερα οφέλη στην οικογένεια, κατάφερε να οριστεί ως Αρχιερέας του Δία. Επειδή ως ιερέας έπρεπε να είναι πατρίκιος και παντρεμένος με πατρικία, ο Καίσαρας διέκοψε τον αρραβώνα του με μια πληβεία και παντρεύτηκε την Κορνηλία, κόρη του Λούκιου Κίννα επιφανούς και σημαντικού μέλους των Λαϊκών. Όταν ο Ρωμαίος ηγεμόνας Σύλλας ανακήρυξε τον εαυτό του δικτάτορα, ξεκίνησε συστηματική εκκαθάριση των εχθρών του και ιδιαίτερα εκείνων που υποστήριζαν τους Λαϊκούς. Ο Καίσαρας στοχοποιήθηκε και έφυγε από τη Ρώμη, αλλά η ποινή του άρθηκε με τη μεσολάβηση της οικογένειας της μητέρας του. Ωστόσο, του αφαιρέθηκε η θέση του ιερέα και η προίκα της συζύγου του κατασχέθηκε. Χωρίς μέσα για να συντηρήσει τον εαυτό του ή την οικογένειά του, ο Καίσαρας κατατάχθηκε στον στρατό.
Τελικά αποδείχθηκε ικανός στρατιώτης, αφού του απονεμήθηκε το αστικό στέμμα/corona civica για τη διάσωση στρατιώτη στη μάχη και τοποθετήθηκε στο στρατιωτικό επιτελείο στη Βιθυνία για να προστατεύσει τον στόλο, αποστολή στην οποία ανταποκρίθηκε με επιτυχία και όταν πέθανε ο Σύλλας, αποφάσισε να επιστρέψει στη Ρώμη και να δοκιμάσει την τύχη του ως οράτορας (σύγχρονος δικηγόρος) οπότε και έγινε γνωστός ως δεινός ρήτορας.
Το 75 π.Χ., ενώ έπλεε για την Ελλάδα, ο Καίσαρας απήχθη από πειρατές και κρατήθηκε για λύτρα. Σύμφωνα με την γνώμη που είχε για τον εαυτό του, λέγεται ότι όταν οι πειρατές του είπαν ότι θα ανταλλαχθεί για είκοσι τάλαντα, ο Καίσαρας ισχυρίστηκε ότι άξιζε τουλάχιστον πενήντα. Ενώ ήταν αιχμάλωτος, είχε καλή μεταχείριση και διατηρούσε φιλική σχέση με τους πειρατές. Λέγεται ότι τους είπε επανειλημμένα ότι μετά την απελευθέρωσή του, θα τους κυνηγούσε και θα τους σταύρωνε για την προσβολή της οικογενειακής και προσωπικής του αξιοπρέπειας και αυτή την απειλή οι πειρατές την εξέλαβαν ως αστείο. Μετά την απελευθέρωσή του όμως ο Καίσαρας εκπλήρωσε την απειλή. Ωστόσο, έκοψε τον λαιμό των πειρατών πριν από τη σταύρωση, σε ένδειξη επιείκειας, λόγω της καλής μεταχείρισής τους στην αιχμαλωσία. Αυτή η αποφασιστικότητα του Καίσαρα, να κάνει ακριβώς αυτό που έλεγε, τον χαρακτήρισε σε όλη του τη ζωή.

Πρώτη Τριανδρία
Πίσω στη Ρώμη, ο Καίσαρας εξελέγη στρατιωτικός τριβούνος και έχοντας πεθάνει η σύζυγός του Κορνηλία, παντρεύεται την Πομπηία, μια πλούσια αριστοκράτισσα εγγονή του αυτοκράτορα Σύλλα. Κατέχοντας πλέον εξέχουσα θέση στη Ρώμη, ο Καίσαρας διέθετε αρκετό κύρος για να υποστηρίξει τον Γναίο Πομπήιο (γνωστό ως Πομπήιος ο Μέγας) για αρχιστράτηγο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου έγινε φίλος και με τον πλουσιότερο άνθρωπο στη Ρώμη, τον Μάρκο Λικίνιο Κράσσο. Ο Κράσσος, πιστεύεται, βοήθησε στη χρηματοδότηση της εκστρατείας του Καίσαρα για εκλογή στη θέση του Αρχιερέα (Μέγας Ποντίφηκας/Pontifex Maximus) την οποία κέρδισε το 63 π.Χ. Το 62 π.Χ. εξελέγη πραίτορας, χώρισε από την Πομπηία όταν αυτή σχετίστηκε με άλλον άνδρα και το 61 π.Χ. ταξίδεψε στην Ισπανία το ως Προπραίτωρ (κυβερνήτης) της Ισπανίας.
Στην Ισπανία, ο Καίσαρας νίκησε τις αντιμαχόμενες αντίπαλες φυλές, έφερε σταθερότητα στην περιοχή και κέρδισε την πίστη των στρατευμάτων του μέσω της ικανότητάς του στο πεδίο της μάχης, ενώ η Σύγκλητος τον έχρισε Ύπατο. Επιστρέφοντας στη Ρώμη με υψηλές τιμές, ο Καίσαρας το 60 π.Χ. συνήψε επιχειρηματική/πολιτική συμφωνία με τον Πομπήιο και τον Κράσσο, που ονομάστηκε από σύγχρονους μελετητές και ιστορικούς Πρώτη Τριανδρία (στην αρχαία Ρώμη δεν χρησιμοποιείτο ο όρος). Ο Καίσαρας παντρεύτηκε την Καλπουρνία, την κόρη πλούσιου και ισχυρού γερουσιαστή των λαϊκών και πάντρεψε την κόρη του Ιουλία με τον Πομπήιο για να ενισχύσουν περαιτέρω τη συμφωνία τους. Ουσιαστικά οι τρεις άνδρες κυβέρνησαν μαζί τη Ρώμη, με τον Καίσαρα ως Ύπατο, προωθώντας στη σύγκλητο μέτρα που ευνοούσε ο Πομπήιος ή ο Κράσσος. Ο Καίσαρας πρότεινε νομοθεσία για τη μεταρρύθμιση της κυβέρνησης, που εναντιωνόταν στο Αριστοκρατικό συναίσθημα και αναδιανομή της γης στους φτωχούς, που αποτελούσαν μακροχρόνιους στόχους των Λαϊκών. Οι πρωτοβουλίες του υποστηρίχθηκαν από τον πλούτο του Κράσσου και τους στρατιώτες του Πομπήιου, ευθυγραμμίζοντας έτσι σταθερά την Πρώτη Τριανδρία με τη φράξια των Λαϊκών. Όσο ο Καίσαρας ήταν Ύπατος, ήταν ασφαλής από τη δίωξη από τους Αριστοκράτες εχθρούς του για τις νομικές παρεμβάσεις του, αλλά μόλις τελείωνε η θητεία του, ήταν βέβαιο ότι θα κατηγορηθεί. Επιπλέον, ο Καίσαρας χρωστούσε στον Κράσσο, τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά και έπρεπε να συγκεντρώσει χρήματα και να αυξήσει το κύρος του.

Κατάκτηση Γαλατίας
Διαβλέποντας τον πλούτο που θα αποκτούσε μέσω των κατακτήσεων, ο Καίσαρας αναχωρεί το 58 π.Χ. από τη Ρώμη με τις λεγεώνες του και πηγαίνει στη Γαλατία. Νικά τις φυλές όπως ακριβώς έκανε και στην Ισπανία και ασφάλισε τα σύνορα των επαρχιών. Όταν οι Γερμανικές φυλές απείλησαν να εισβάλουν, ο Καίσαρας σε μια επίδειξη δύναμης έχτισε γέφυρα πάνω από τον ποταμό Ρήνο, πέρασε τις λεγεώνες του απέναντι στη συνέχεια τις οδήγησε πίσω και αποσυναρμολόγησε τη γέφυρα. Οι Γερμανοί κατάλαβαν το μήνυμα και δεν εισέβαλαν ποτέ. Νίκησε τις φυλές του βορρά και εισέβαλε δύο φορές στη Βρετανία (πρώτη εισβολή της Ρώμης στα Βρετανικά νησιά). Στη μάχη της Αλεσίας το 52 π.Χ., ο Καίσαρας νίκησε τον Γαλάτη ηγέτη Βερσιγκετορίξ και ολοκλήρωσε την κατάκτηση. Ήταν πλέον ουσιαστικά κυρίαρχος της Γαλατίας και του πλούτου της.
Πίσω στη Ρώμη ωστόσο, η Πρώτη Τριανδρία είχε διαλυθεί. Ο Κράσσος σκοτώθηκε σε μάχη κατά των Πάρθων το 54 π.Χ. και την ίδια χρονιά, η Ιουλία πέθανε στη γέννα. Χωρίς τη κόρη του Καίσαρα και τον οικονομικό και πολιτικό του υποστηρικτή να τον συνδέουν, ο Πομπήιος ευθυγραμμίστηκε με τη φατρία των Αριστοκρατών, την οποία ευνοούσε από καιρό. Ο Πομπήιος ήταν πλέον η μοναδική στρατιωτική και πολιτική εξουσία στη Ρώμη και ζήτησε από τη σύγκλητο να κηρύξει τον τερματισμό της θητείας του Καίσαρα ως κυβερνήτη της Γαλατίας και τον διέταξε να επιστρέψει στη Ρώμη ως ιδιώτης. Αυτό σήμαινε ότι ο Καίσαρας μπορούσε να διωχθεί για τις πράξεις του ως ύπατος.
Διάβαση του Ρουβίκωνα & Κλεοπάτρα
Αντί να επιστρέψει στη Ρώμη όπως είχε διαταχθεί, ο Καίσαρας διέσχισε το 49 π.Χ. τον ποταμό Ρουβίκωνα με τις λεγεώνες του και βάδισε στην πόλη. Αυτό θεωρήθηκε πράξη πολέμου καθώς ο Ρουβίκωνας ήταν το σύνορο μεταξύ της επαρχίας της Γαλατίας και της Ρώμης. Ο Πομπήιος, αντί να συναντήσει τις λεγεώνες του Καίσαρα στη μάχη, κατέφυγε στην Ισπανία και στη συνέχεια στην Ελλάδα, όπου ηττήθηκε από την πολύ μικρότερη δύναμη του Καίσαρα στη μάχη των Φαρσάλων το 48 π.Χ. Ο ίδιος ο Πομπήιος δραπέτευσε από τη μάχη και πήγε στην Αίγυπτο όπου θα συναντούσε φίλους από τον χρόνο της θητείας του. Ωστόσο, η είδηση της μεγάλης νίκης του Καίσαρα έφτασε στην Αίγυπτο πριν από αυτόν και οι Αιγύπτιοι, πιστεύοντας ότι οι θεοί ευνοούσαν τον Καίσαρα έναντι του Πομπήιου, σκότωσαν τον Πομπήιο όταν αποβιβάστηκε στην ακτή.
Ο Καίσαρας, φτάνοντας στην Αίγυπτο, εξοργίστηκε για τον θάνατο του Πομπήιου, κήρυξε στρατιωτικό νόμο και κατέλαβε το βασιλικό παλάτι. Σύμφωνα με τον ιστορικό Ντουράντ, ειδοποίησε την Κλεοπάτρα VII, αντιβασιλέα με τον Πτολεμαίο ΧΙΙΙ που είχε καθαιρεθεί και βρισκόταν στην εξορία, η οποία πέρασε λαθραία από τις εχθρικές γραμμές τυλιγμένη μέσα σε ένα χαλί (σύμφωνα με άλλες πηγές, η Κλεοπάτρα πήρε την πρωτοβουλία η ίδια, αναγνωρίζοντας στον Καίσαρα τη μοναδική της ελπίδα να ανακτήσει τον θρόνο). Ο Καίσαρας καθαίρεσε τον Πτολεμαίο XIII και συντάχθηκε με την Κλεοπάτρα, πυροδοτώντας πόλεμο μεταξύ των λεγεώνων του και του Αιγυπτιακού στρατού. Πολιορκημένοι στο παλάτι από τους Αιγύπτιους υπό τον Αχιλλά, ο Καίσαρας και η Κλεοπάτρα άντεξαν για έξι μήνες μέχρι να φθάσουν οι ενισχύσεις τον Μάρτιο του 47 π.Χ. και να ηττηθεί ο Αιγυπτιακός στρατός.

Ο Καίσαρας σχετίστηκε με την Κλεοπάτρα λίγο μετά τη συνάντησή τους, ίσως και το ίδιο βράδυ και έμεινε στην Αίγυπτο μαζί της εννέα μήνες. Ο ιστορικός Σουητώνιος γράφει, «γλεντούσε συχνά με την Κλεοπάτρα μέχρι το ξημέρωμα και θα ταξίδευε μαζί της σε όλη την Αίγυπτο με τη βασιλική άμαξα σχεδόν μέχρι την Αιθιοπία αν οι στρατιώτες του δεν απειλούσαν με ανταρσία». Το 47 π.Χ., η Κλεοπάτρα γέννησε τον Πτολεμαίο Καίσαρα (γνωστό ως Καισαρίωνα) και τον ανακήρυξε διάδοχό της και διάδοχο του θρόνου.
Εκείνη την εποχή, ο Φαρνάκης, γιος του Μιθριδάτη, υποκίνησε εξέγερση στα ανατολικά και ο Καίσαρας ξεκίνησε για να τη συντρίψει. Αφήνοντας την Κλεοπάτρα ως ηγεμόνα στην Αίγυπτο, οδήγησε τις λεγεώνες του στη Μικρά Ασία, νικώντας και υποτάσσοντας τις φυλές και στη συνέχεια έστρεψε την προσοχή του στους εχθρούς του στη Ρώμη. Στη μάχη της Θάψου (κοντά στη σύγχρονη Τυνησία) το 46 π.Χ. οι λεγεώνες του Καίσαρα νίκησαν τις δυνάμεις των Αριστοκρατών και τον Ιούλιο του ίδιου έτους, επέστρεψε στη Ρώμη θριαμβευτής.

Αίγυπτος και μεταρρυθμίσεις
Στην Αίγυπτο, η Κλεοπάτρα ήλπιζε ότι ο Καίσαρας θα αναγνώριζε και θα νομιμοποιούσε τον Καισαρίωνα ως γιο και κληρονόμο του. Ο Καίσαρας, ωστόσο, ονόμασε κληρονόμο τον εγγονό του, Γάιο Οκτάβιο Θουρίνο (Οκταβιανό). Έφερε ωστόσο την Κλεοπάτρα, τον γιο τους και τη συνοδεία της στη Ρώμη και τους εγκατέστησε σε ένα άνετο σπίτι που επισκεπτόταν συχνά, παρά το γεγονός ότι ήταν ήδη παντρεμένος με την Καλπουρνία.
Ο Καίσαρ είχε θριαμβεύσει σε όλα τα μέτωπα, αλλά η οικονομία της Ιταλίας ήταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Εκατό χρόνια εμφυλίων πολέμων είχαν καταστρέψει την παραγωγή, τα αγροκτήματα είχαν ερημωθεί, τα εισαγόμενα σιτηρά και οι χιλιάδες δούλοι του πολέμου που καλλιεργούσαν τα κτήματα των μεγάλων γαιοκτημόνων είχαν αναγκάσει τους χωρικούς να συσσωρευθούν στις πόλεις και ν’ αποτελέσουν ένα προλεταριάτο σε μόνιμο αναβρασμό. Οι πατρίκιοι τον εχθρεύονταν, έμεναν ασυγκίνητοι από την επιείκειά του, αδιαφορούσαν για τις προτάσεις του και κατέκριναν την παρουσία της Κλεοπάτρας στη Ρώμη.
Η Σύγκλητος έπαψε φαινομενικά να αντιστέκεται. Το 44 π.Χ. τον ανακήρυξε ισόβιο δικτάτορα (dictator in perpetuum) και του επέτρεψε να φορά δάφνινο στεφάνι. Ήταν ύπατος, τιμητής, δήμαρχος, μέγας αρχιερεύς. Οι λαϊκές συνελεύσεις (comitia) ελέγχονταν από τον ίδιο ή τους υπαρχηγούς του αλλά ούτως ή άλλως ήταν μαζί του.
Αύξησε τον αριθμό των συγκλητικών από 600 σε 900 και εννοείται ότι οι νέοι συγκλητικοί ήταν άνθρωποι δικοί του. Εγκαινίασε τη γραφειοκρατική διοίκηση του απέραντου κράτους, κατάργησε τις συντεχνίες για ν’ αποτρέψει λαϊκές συσπειρώσεις εναντίον του, θέσπισε ότι δικαστές θα γίνονταν μόνο πατρίκιοι και ιππείς και δίκαζε συχνά ο ίδιος. Επινόησε νέα μέθοδο απογραφής του λαού, με αποτέλεσμα ο αριθμός αυτών που έπαιρναν δωρεάν σιτάρι από την πολιτεία να μειωθεί από 320.000 σε 150.000.

Μοίρασε κρατικές γαίες στους παλαίμαχους στρατιώτες και στους φτωχούς, απαγορεύοντας την πώληση τους πριν την παρέλευση εικοσαετίας. Όρισε ότι το ένα τρίτο των εργαζομένων στα αγροκτήματα έπρεπε να είναι ελεύθεροι. Έστειλε 80.000 πολίτες σε διάφορες χώρες ως αποίκους και εγκαινίασε ένα μεγαλόπνοο πρόγραμμα οικοδομών. Μείωσε τα χρέη, τους τόκους και τους φόρους. Αποκατέστησε τη σταθερότητα του νομίσματος κι όταν πέθανε υπήρχαν στο δημόσιο ταμείο 700 εκατομμύρια σηστέρτιοι και 100 εκατομμύρια στο ιδιαίτερο ταμείο του.
Παραχώρησε την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη στους μορφωμένους ξένους που ζούσαν κι εργάζονταν στη Ρώμη και θέσπισε μέτρα υπέρ των πολυτέκνων. Καθιέρωσε πλήρη ανεξιθρησκεία και ανέθεσε στον Αλεξανδρινό Σωσιγένη να καταρτίσει νέο ημερολόγιο – το Ιουλιανό – γιατί το παλιό είχε χάσει κάθε επαφή με τις εποχές. Η Σύγκλητος έδωσε το όνομα της οικογένειάς του σε ένα μήνα.
Διέταξε την ανοικοδόμηση της Καρχηδόνας και είχε πολλά σχέδια πάσης φύσεως: διοικητικά, κατασκευαστικά και βέβαια πολεμικά. Σχεδίαζε να τιμωρήσει τους Πάρθους για τον θάνατο του Κράσσου, να φτάσει στον Εύξεινο Πόντο και να κατακτήσει τη Γερμανία, αλλά δεν πρόλαβε.
Η εποχή του ως δικτάτορας θεωρείται γενικά ευημερούσα για τη Ρώμη, αλλά οι Συγκλητικοί και ειδικά εκείνοι της φράξιας των Αριστοκρατών, φοβήθηκαν ότι γινόταν πολύ ισχυρός και σύντομα θα μπορούσε να καταργήσει εντελώς τη Γερουσία για να κυβερνήσει ως βασιλιάς.

Βρούτος & συνωμοσία
Ο Γάιος Κάσσιος Λογγίνος, υπαρχηγός του Κράσσου στην Παρθία και θεωρούμενος ήρωας εκείνου του πολέμου, ήταν αυτός που οργάνωσε τη συνωμοσία κατά του Καίσαρα. Μεταξύ των συνωμοτών ήταν ο Πόπλιος Σερβίλιος Κάσκας, ο αδελφός του Γάιος Σερβίλιος, ο Λεύκιος Τίλλιος Κίμβρος, ο Δέκιμος Βρούτος και άλλοι. Επιφανέστερος όλων ήταν ο Μάρκος Ιούνιος Βρούτος.
Ο Βρούτος ανήγε την καταγωγή του στον θρυλικό Λεύκιο Ιούνιο Βρούτο, που έδιωξε τον βασιλιά Ταρκύνιο τον Υπερήφανο πριν από 450 χρόνια, εγκαθίδρυσε το αβασίλευτο πολίτευμα της Ρώμης και θανάτωσε τους δύο γιους του επειδή αναμείχθηκαν σε συνωμοσία για την επαναφορά της βασιλείας. Η μητέρα του Βρούτου Σερβιλία ήταν ετεροθαλής αδελφή του Κάτωνα και η δεύτερη γυναίκα του Πορκία κόρη του Κάτωνα. Μεγάλη λοιπόν αντιμοναρχική παράδοση βάραινε τους ώμους του.
Σπούδασε φιλοσοφία στην Αθήνα, έγραψε μια πραγματεία περί ηθικής, ήταν πάντοτε συνοφρυωμένος και σιωπηλός και θεωρείτο υπόδειγμα αρετής, αλλά και γιος του Καίσαρα.
Η ερωτική σχέση του Καίσαρα με τη μητέρα τού Βρούτου Σερβιλία κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης του Βρούτου αμφισβητήθηκε από ορισμένους συγγραφείς αλλά ο Σουητώνιος είναι κατηγορηματικός: «Ο Καίσαρ αγάπησε περισσότερο από κάθε άλλη γυναίκα τη Σερβιλία, μητέρα του Βρούτου». Ο δε Πλούταρχος είναι ακόμη πιο κατηγορηματικός και δίνει λεπτομέρειες. Η άποψη των αρχαίων συγγραφέων ενισχύεται από τη φροντίδα του Καίσαρα για τον Βρούτο που είδαμε κατά τη μάχη των Φαρσάλων και την εν συνεχεία προώθησή του σε αξιώματα, με τελευταίο αυτό του πραίτορα.
Η ψυχολογική κατάσταση του Βρούτου ήταν δεινή. Η οικογενειακή παράδοση τον βάραινε αφόρητα. Όταν πήγαινε στο πραιτόριο έβρισκε στο άγαλμα του μεγάλου προγόνου του Λεύκιου Βρούτου επιγραφές που έλεγαν: «Κοιμάσαι, Βρούτε» και «Δεν είσαι Βρούτος». Υπήρχε μίσος προς τον διαφθορέα της μητέρας του – που τον είχε κάνει να μη ξέρει αν είναι ένας Βρούτος ή ένας νόθος – και όπως διαδιδόταν και της αδελφής του. Ο Κάσσιος θεωρώντας απαραίτητη τη σύμπραξη του Βρούτου, κατόρθωσε να τον πείσει και τον μύησε στη συνωμοσία.
Όταν φημολογήθηκε ότι στις Ειδούς του Μαρτίου (15 του μηνός) ο Λεύκιος Κόττας θα πρότεινε στη Σύγκλητο να γίνει ο Καίσαρας βασιλιάς γιατί ήταν γραμμένο στα Σιβυλλικά βιβλία πως μόνο βασιλιάς θα νικούσε τους Πάρθους, οι συνωμότες αποφάσισαν να δράσουν.

Δολοφονία και επακόλουθα
Λίγες μέρες νωρίτερα ο οιωνοσκόπος Σπουρίννας είχε πει στον Καίσαρα να φυλάγεται από τις Ειδούς του Μαρτίου. Το βράδυ της 14ης σε συγκέντρωση φίλων στο σπίτι του, η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από το ποιος θάνατος είναι ο καλύτερος. «Ο απροσδόκητος», ήταν η γνώμη του Καίσαρα. Το πρωί της 15ης η Καλπουρνία τον παρακάλεσε να μη πάει στη Σύγκλητο εκείνη την ημέρα γιατί είχε δει στον ύπνο της ότι τον κρατούσε στην αγκαλιά της σφαγμένο. Οι ιερείς ήρθαν και είπαν ότι οι οιωνοί ήταν απαίσιοι. Αλλά ο εκ των συνωμοτών Δέκιμος Βρούτος περιγέλασε γυναίκες και ιερείς κι έπεισε τον Καίσαρα να μεταβεί τη Σύγκλητο, έστω για ν’ αναβάλει τη συνεδρίαση.
Ενώ προχωρούσαν, είδε ο Καίσαρ τον οιωνοσκόπο και τον ειρωνεύτηκε: «Οι Ειδοί του Μαρτίου ήρθαν». Ο Σπουρίννας απάντησε «Ναι, ήρθαν, αλλά δεν πέρασαν». Στην πορεία τους το πλήθος που συνωστιζόταν γύρω από τον Καίσαρα ήταν μεγάλο. Πολλοί του έδιναν αιτήσεις και αναφορές που ύστερα τις παραλάμβαναν οι ακόλουθοί του. Ο Έλληνας σοφιστής Αρτεμίδωρος ο Κνίδιος, που είχε σχέσεις με ανθρώπους του περιβάλλοντος του Βρούτου και είχε μάθει για τη συνωμοσία, πλησίασε πολύ κοντά και του έδωσε ένα σημείωμα λέγοντας «Διάβασέ το αυτό, Καίσαρ, ο ίδιος και γρήγορα. Λέει για σπουδαία πράγματα που σ’ ενδιαφέρουν». Ο Καίσαρας προσπάθησε να το διαβάσει αλλά οι εκδηλώσεις του πλήθους ήταν τόσες που δεν μπόρεσε. Μπήκε στη Σύγκλητο κρατώντας το σημείωμα ενώ ο Δέκιμος Βρούτος απασχολούσε τον Μάρκο Αντώνιο στην είσοδο με μια άσκοπη συζήτηση για δήθεν σοβαρό θέμα.

Όταν ο Καίσαρας κάθισε στο έδρανό του, οι συνωμότες τον περικύκλωσαν προφασιζόμενοι ικεσίες για την ανάκληση του εξόριστου αδελφού του Τίλλιου Κίμβρου. Ο Καίσαρ αρνούνταν σε έντονο ύφος και τότε ο Κίμβρος του τράβηξε προς τα κάτω την τήβεννο. Ήταν το σύνθημα. Πρώτος ένας από τους Κάσκες τον κτύπησε στον αυχένα αλλά η πληγή δεν ήταν σοβαρή. Ο Καίσαρας προσπάθησε ν’ αντισταθεί αλλά όπου κι αν στρεφόταν έβλεπε τα γυμνά σπαθιά των συνωμοτών, ενώ οι άλλοι συγκλητικοί παρακολουθούσαν με βουβή φρίκη. Τον χτύπησαν όλοι για να έχουν συμμετοχή στον φόνο κι όταν είδε και τον Βρούτο να ορμά εναντίον του είπε στα Ελληνικά «Και συ, τέκνον Βρούτε;» και σκέπασε το κεφάλι του με την τήβεννο. Δέχτηκε είκοσι τρία χτυπήματα και κατέρρευσε στη βάση του αγάλματος του Πομπήιου.
Οι δολοφόνοι, ωστόσο, έκαναν το λάθος να αμελήσουν τι μέλλει γενέσθαι μετά το θάνατο του Καίσαρα και επέτρεψαν κατά λάθος στον Μάρκο Αντώνιο τον ξάδερφο και δεξί χέρι του Καίσαρα να ζήσει. Ο Μάρκος Αντώνιος έστρεψε την λαϊκή γνώμη ενάντια στους συνωμότες και με σύμμαχο τον Οκταβιανό, νίκησε το 42 π.Χ. τις δυνάμεις του Βρούτου και του Κάσσιου στη μάχη των Φιλίππων.
Ο Μάρκος Αντώνιος μετά τη νίκη συμμάχησε με την Κλεοπάτρα και σύμφωνα με τον Οκταβιανό, αποτελούσε σοβαρή απειλή για τη Ρώμη. Με τον καιρό, οι πρώην σύμμαχοι πήγαν σε πόλεμο και συναντήθηκαν στην τελική μάχη. Οι δυνάμεις της Κλεοπάτρας και του Αντώνιου ηττήθηκαν από τον Οκταβιανό στη μάχη του Ακτίου το 31 π.Χ. και αυτοκτόνησαν ένα χρόνο αργότερα. Μετά το θάνατό τους, ο Οκταβιανός διέταξε τη δολοφονία του γιου της Κλεοπάτρας, Καισαρίωνα. Αφού ο Οκταβιανός εδραίωσε την εξουσία του ως πρώτος αυτοκράτορας της Ρώμης, θεοποίησε τον Καίσαρα και ως υιοθετημένος κληρονόμος του, αυτοανακηρύχθηκε Υιός Θεού και ονομάστηκε Αύγουστος Καίσαρας, Αυτοκράτορας. Με αυτόν τον τρόπο, έληξε η Ρωμαϊκή Δημοκρατία και άρχισε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

Αποτίμηση
Ο πολιτικός
Ο Καίσαρας θεωρούσε ότι το κράτος (res publica) δεν υπήρχε, ήταν απλώς ένα όνομα χωρίς σώμα ή μορφή. Ήδη από την εποχή της επικράτησής του η παραδοσιακή μορφή του Ρωμαϊκού πολιτεύματος, η συγκλητική κυριαρχία των ευγενών με τα δημοκρατικά στοιχεία που περιείχε, είχε καταργηθεί. Ο αριστοκράτης Καίσαρας κυριάρχησε της Συγκλήτου των αριστοκρατικών και ο φιλολαϊκός Καίσαρας κατέπνιξε τις φωνές των ομοϊδεατών του και όλα αυτά παρά τη διατήρηση των θεσμών και τις φροντίδες του για τον λαό. Η δολοφονία του δεν έσωσε καμιάν από τις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις. Μετά από 15 χρόνια εμφυλίων πολέμων εγκαθιδρύθηκε πολίτευμα το οποίο ναι μεν είχε όλα τα τυπικά γνωρίσματα του παλαιού καθεστώτος, ήταν όμως μοναρχία. Το καθεστώς που ετοίμασε – υπέδειξε απετέλεσε τη βάση για τον χρυσό αιώνα του Αυγούστου.
Ο στρατηγός
Στη στρατιωτική ιστορία, ο Ιούλιος Καίσαρ θεωρείται ένας από τους τρεις μεγάλους στρατηλάτες του αρχαίου κόσμου (Μέγας Αλέξανδρος, Αννίβας, Ιούλιος Καίσαρ). Κέρδιζε όλους του πολέμους ακόμη κι όταν έχανε τις πρώτες μάχες. Ο Πλούταρχος τον θεωρεί ανώτερο από όλους τους μέχρι τότε Ρωμαίους στρατηγούς, κρίνοντας από τις δυσμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες των τόπων στους οποίους πολέμησε, την έκταση των χωρών που κατέκτησε, το πλήθος και το πάθος των εχθρών και την αφοσίωση που ενέπνεε στον στρατό του.

Ο συγγραφέας
Σώθηκαν δύο ιστορικά έργα του Καίσαρα για τους πολέμους στους οποίους πρωταγωνίστησε. Τα «Απομνημονεύματα περί του Γαλατικού Πολέμου» και τα «Απομνημονεύματα περί του Εμφυλίου Πολέμου». Το πρώτο αναφέρεται στην κατάκτηση της Γαλατίας και το δεύτερο στη διαμάχη του με τον Πομπήιο και είναι γραμμένα σε τρίτο πρόσωπο. Παρά την έλλειψη απόλυτης αντικειμενικότητας, τα εν λόγω βιβλία είναι πολύτιμη πηγή για τα γεγονότα της εποχής. Άλλα έργα του δεν σώθηκαν. Ο Κικέρων επαινεί τα Απομνημονεύματα και τους λόγους του και τον θεωρεί τον μεγαλύτερο ρήτορα, ίσως όμως αυτό να ήταν ένας ακόμη ελιγμός του όντως μεγαλύτερου ρήτορα. Είχε γράψει επίσης τα έργα «Περί Αναλογίας», τον «Αντικάτωνα» και ένα ποίημα με τίτλο «Ταξίδι».
Ο ανήρ
Ο Καίσαρας υπήρξε ακαταπόνητος εραστής. Κατά τον Σουητώνιο, είχε πάντα σχέσεις με πολλές γυναίκες μεταξύ των οποίων και με τις συζύγους του Κράσσου και του Πομπήιου. Πάνω απ’ όλες αγάπησε τη Σερβιλία, τη μητέρα του Βρούτου (για την οποία λέγεται ότι του εξέδιδε την κόρη της Τερτία, σύζυγο εν συνεχεία του αρχισυνωμότη Γάιου Κάσσιου) και την Κλεοπάτρα. Η δράση ήταν τέτοια που όταν τέλεσε θρίαμβο για την κατάκτηση της Γαλατίας, οι στρατιώτες του τραγουδούσαν «Πολίτες, κλειδώστε τις γυναίκες σας, διότι έρχεται ο φαλακρός μοιχός».
Ο Καίσαρας θεωρείται μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της παγκόσμιας ιστορίας. Άλλαξε το πολίτευμα της κοσμοκράτειρας Ρώμης και το όνομά του έφεραν οι μετέπειτα αυτοκράτορές της και έγινε συνώνυμο του απόλυτου μονάρχη, του αυτοκράτορα (Κάιζερ, Τσάρος). Ο Μόμμσεν τον θεωρεί γέφυρα της ιστορίας μεταξύ Ελλάδος – Ρώμης και σύγχρονης εποχής. Οι κατακτήσεις του εκλατίνισαν τη Γαλατία και την Ιβηρική, διέδωσαν τον Ελληνορωμαϊκό πολιτισμό στην Ευρώπη και ανέστειλαν για τετρακόσια χρόνια τις επιδρομές των βαρβάρων.
Ο Κικέρων έγραψε: «Δεν είναι το τείχος των Άλπεων, ούτε το αφρισμένο κύμα του Ρήνου, η ασπίδα και το φράγμα κατά της εισβολής των βαρβάρων, αλλά τα όπλα και η στρατηγική ικανότητα του Καίσαρα». Μπορούμε να θεωρήσουμε τα λόγια του σαν φωτεινό διάλειμμα ειλικρίνειας ή σαν αφόρητη κολακεία.
Πηγές – βιβλιογραφία
https://www.worldhistory.org/Julius_Caesar/
https://el.wikipedia.org/wiki/Ιούλιος Καίσαρ
Το έργο με τίτλο Ιούλιος Καίσαρας από τον δημιουργό Χείλων διατίθεται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική Χρήση – Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές. Βασισμένο σε έργο στο https://www.worldhistory.org/Julius_Caesar/