Ρήσος ο Θράξ

στις

εξώφυλλο: Ο Ρήσος της Θράκης δολοφονείται στον ύπνο του. Πλευρά Απουλιανού ερυθρόμορφου κρατήρα, περ. 340 π.Χ. του ζωγράφου Δαρείου. Μουσείο Altes, Βερολίνο, Γερμανία

copyright © μετάφραση επιμέλεια: Χείλων

«Ουδείς άνδρας με ευγενή ψυχή καταδέχεται να σκοτώσει πισώπλατα τον εχθρό του, αλλά πολεμώντας πρόσωπο με πρόσωπο. Αυτόν που τρύπωσε, όπως λες, σαν κλέφτης και συνωμοτεί, θα τον πιάσω ζωντανό και θα τον κρεμάσω στις πύλες σου, ως τροφή για τα όρνεα …» (Ευριπίδη «Ρήσος» – διάλογος Ρήσος προς Έκτορα, στιχ. 510).

Βιογραφικά στοιχεία

Ο Ρήσος ήταν βασιλέας των Θρακών, γιος του Ηιονέα ή του Στρυμόνα και της Μούσας Καλλιόπης ή της Ευτέρπης. Αδελφή του ήταν η Σήτη (Στέφανος Βυζάντιος) και σύζυγός του η Αργανθώνη η οποία ήταν κυνηγός από την Κίο, πόλη της Βιθυνίας στην βορειοδυτική Μικρά Ασία. Ο Ρήσος σύμφωνα με τον θρύλο την γνώρισε σε ένα από τα πολλά ταξίδια του, όπου κατά την διάρκεια ενός κυνηγιού της είπε ότι δεν επιθυμούσε την παρέα των ανδρών και ήθελε να κυνηγήσει μαζί της. Η Αργανθώνη τον ερωτεύτηκε και αργότερα παντρεύτηκαν. Λέγεται δε ότι κατά τον Τρωικό πόλεμο, εκείνη και όχι ο πόλεμος εναντίον των Σκυθών ήταν η αιτία της ολιγωρίας του να προστρέξει σε βοήθεια των συμμάχων του. Όταν τελικά μετέβη στον πόλεμο, ο Διομήδης τον σκότωσε σε μάχη κοντά στον ομώνυμο ποταμό Ρήσο (ο οποίος ρέει από το όρος Ίδα στην Τρωάδα) ενώ σύμφωνα με άλλες πηγές, ενώ κοιμόταν.

Παλαιός ιστορικός χάρτης της αρχαίας Θράκης, του 1585 από τον Abraham Ortelius. Ο χάρτης δείχνει επίσης τμήμα της Μικράς Ασίας, της κατώτερης Μοισίας και της αρχαίας Ελλάδας μαζί με κάποια νησιά του Αιγαίου. Υπάρχουν μερικοί αναχρονισμοί στο χάρτη, όπως η κατώτερη Μοισία και άλλα χαρακτηριστικά. πηγή wikipedia

Ο Στράβων τοποθετεί το βασίλειο του Ρήσου στα σύνορα με τη Μακεδονία (7.36) ενώ σύμφωνα με άλλες πηγές στα σύνορα με τη Λυδία. Θρυλείται ότι ο Ρήσος είχε στην κατοχή του άλογα άσπρα σαν το χιόνι και γρήγορα σαν τον άνεμο και παρόλο που ήταν σύμμαχος του Πριάμου, συμμετείχε στον Τρωικό Πόλεμο μόνο το 10ο έτος, διότι το βασίλειό του είχε δεχθεί επίθεση από τους Σκύθες. Στην τραγωδία του Ευριπίδη «Ρήσος» ο Έκτορας θα τον ψέξει για την καθυστέρηση λέγοντας:

«Μισώ τους φίλους που έρχονται κατόπιν εορτής να βοηθήσουν. Όμως, εφόσον ήρθε ας φιλοξενηθεί σαν ξένος στο τραπέζι μας, όχι σαν φίλος. Εμείς οι γιοι του Πρίαμου έχουμε ξεπληρώσει το χρέος απέναντί του» (Ευριπίδη «Ρήσος» 333-338, μετ. Ελένη Μερκενίδου).

«Με τον στρατό του έφτασε έξω από τα τείχη της Τροίας, όχι απ’ τον κάμπο είτε το δρόμο για τις άμαξες αλλά μέσα από τα βουνά της Ίδης, γιατί δεν είναι εύκολο να μπει ο στρατός τη νύχτα από τον κάμπο που είναι γεμάτος εχθρούς» (Ευριπίδη «Ρήσος» 286-289, μετ. Ελένη Μερκενίδου, 287-316).

Ο στρατός των Θρακών και ο βασιλιάς τους Ρήσος στρατοπέδευσαν αρχικά έξω από την πόλη και ενώ πολέμησε μία μόνο μέρα, σκότωσε αρκετούς Έλληνες. Την ίδια νύχτα ο Οδυσσέας και ο Διομήδης, εκτελώντας αποστολή κατασκοπείας του Τρωικού στρατοπέδου, τον βρήκαν να κοιμάται μαζί με τους συντρόφους του και τους σκότωσαν παίρνοντας μαζί και τα άσπρα άλογα. (Ευριπίδη «Ρήσος» 762-798).

Η σύζυγος του Ρήσου Αργανθώνη μόλις πληροφορήθηκε τον θάνατο του συζύγου της πέθανε από ασιτία (Παρθενίου «Ερωτικά» Παθήματα 36.1-5) και ο πατέρας του Στρυμόνας αυτοκτόνησε πέφτοντας στα νερά του ποταμού που μέχρι τότε λεγόταν Παλαιστίνος και έκτοτε μετονομάστηκε σε Στρυμόνας (Πλούταρχος, «Περί ποταμών» 11.1).

Ο μύθος

Κατά το 10ο έτος του Τρωικού Πολέμου, η Νηρηίδα Θέτις φίλησε τα γόνατα του Δία και άγγιξε το πηγούνι του, ικετεύοντάς τον να εκδικηθεί για τον γιο της Αχιλλέα, τον οποίο ο Αγαμέμνονας είχε εξοργίσει. Ενόσω λοιπόν ο Αχιλλέας, λόγω του θυμού του, αρνείτο να πολεμήσει, ο θεός, ακούγοντας τις προσευχές της, «καταράστηκε» τους Αχαιούς με ήττα, ώστε να μάθουν να τιμούν τις νίκες που τους είχε προσφέρει. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον ο Έκτωρ, ο πολέμαρχος της Τροίας, μπορούσε να εξαπολύει σκληρές επιθέσεις ενάντια στον τοίχο και την τάφρο που είχαν χτίσει οι Αχαιοί για να προστατευθούν, απειλώντας να καταστρέψει το στρατόπεδό τους και τα πλοία τους. Μετά από μια ακόμη νικηφόρα μέρα, οι Τρώες δεν αναζήτησαν καταφύγιο μέσα στα τείχη, αλλά στρατοπέδευσαν έξω από την πόλη, μεταξύ των εχθρικών πλοίων και του ποταμού Σκαμάνδρου. Όταν ήρθε η νύχτα, άναψαν αναρίθμητες φωτιές στην πεδιάδα δημιουργώντας ένα εντυπωσιακό θέαμα και γύρω από κάθε εστία κάθονταν 50 άντρες με τα άλογα και τα άρματα δίπλα τους, περιμένοντας την αυγή να επαναλάβουν την επίθεσή τους.

Η αγρυπνία του Αγαμέμνονα

Ο Αγαμέμνων στην θέα των εστιών στο στρατόπεδο των Τρώων, βημάτιζε ανήσυχος στην σκηνή του, φοβούμενος ότι μετά από δέκα χρόνια προσπαθειών η εκστρατεία θα τελείωνε με καταστροφή. Επειδή όμως «άγρυπνος βασιλέας» σημαίνει άγρυπνη αυλή, αρκετοί διοικητές ξύπνησαν για να συζητήσουν την κατάσταση, όσον αφορά στον εχθρό ο οποίος είχε στρατοπεδεύσει τόσο κοντά, γεγονός που δεν απέκλειε νυχτερινή επίθεση.

Μελανόμορφος αμφορέας περί το 540 π.Χ. Ο Διομήδης ετοιμάζεται να βυθίσει το ξίφος του στον λαιμό του Ρήσου. Ήδη κείτονται νεκροί τρεις σύντροφοι του Ρήσου, ενώ αριστερά απεικονίζονται τα περίφημα άλογα του βασιλέα. Σε άλλο τμήμα του αγγείου ο Οδυσσέας σκοτώνει ένα Θράκα_μουσείο J. Paul Getty.

Η έπαρση του Έκτορα

Οι κινήσεις αυτές έγιναν αντιληπτές από τους Τρώες, που από την πεδιάδα εντόπισαν τις δάδες που έφεραν όσοι κινούνταν στο αντίπαλο στρατόπεδο. Όταν ο Έκτορας ενημερώθηκε για τις δραστηριότητες στο Αχαϊκό στρατόπεδο, υπέθεσε ότι οι Αχαιοί, μετά από την ήττα της προηγούμενης ημέρας, είχαν αποφασίσει να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Πιστεύοντας δε ότι η διαφυγή τους θα του στερούσε την δόξα της τελικής νίκης, παραπονέθηκε:

«Ω! δαίμονα, που την ώρα του θριάμβου κλέβεις την λεία από το λιοντάρι, πριν αποτελειώσω με το δόρυ μου, τον στρατό των Αργείων» (Ευριπίδη «Ρήσος» 56)

Τέτοια ήταν η έπαρση του Έκτορα εκείνη την στιγμή, αγνοώντας ότι ο Δίας τον έχρισε νικητή, χάριν του Αχιλλέα,

Ο μετριοπαθής Αινείας

Υποθέτοντας λοιπόν ότι τα φώτα που κινούνταν στο στρατόπεδο του εχθρού σήμαινε ότι οι Αχαιοί επιβιβάζονταν πανικόβλητοι στα πλοία, θέλησε να τους επιτεθεί και εμποδίζοντας την φυγή τους, να κατακτούσε την πολυπόθητη νίκη. Αλλά την πρόθεσή του σταμάτησε ο Αινείας, ο οποίος τον προειδοποίησε λέγοντας ότι δεν συνέτρεχε λόγος, να συμπεράνει από τις πυρκαγιές ότι ο εχθρός αποχωρούσε. Ούτε ήταν σοφό, να διακινδυνεύσει επίθεση μέσα στην νύχτα, με την πιθανότητα ο εχθρός να μην αποχωρούσε, αλλά να ανέμενε προετοιμασμένος να αντιμετωπίσει την επίθεσή του. Δεδομένου ότι και άλλοι συμμερίστηκαν την άποψη του Αινεία, ο Έκτωρ αποφάσισε να στείλει κατάσκοπο για να ανακαλύψει τις προθέσεις των Αχαιών. Τότε ο Δόλων ο γιός του Τρωαδίτη κήρυκα Ευμήδη, προσφέρθηκε εθελοντικά να βοηθήσει και συμφώνησε να διακινδυνεύσει την ζωή του, χάριν της χώρας του.

Ο Έκτωρ αναγνωρίζοντας την προσφορά του υποσχέθηκε μετά τον πόλεμο να του δώσει το άρμα και τ’ αθάνατα άλογα του Αχιλλέα τα οποία είχε δώσει ο Ποσειδών στον πατέρα του Πηλέα.

Διομήδης & Οδυσσέας οι κατάσκοποι των Αχαιών

Εν τω μεταξύ, παρόμοιες σκέψεις προβλημάτιζαν τους συγκεντρωμένους Αχαιούς διοικητές, οι οποίοι θεώρησαν σκόπιμο να στείλουν κάποιον να κατασκοπεύσει τους Τρώες, μήπως ακούσει ομιλίες για τα σχέδιά τους. Αφού λοιπόν καθόρισαν τις κατάλληλες ανταμοιβές (ή έστω εκείνες που μπορούσαν να προσφέρουν, αφού δεν ήταν τόσο μεγάλες όσο αυτές του Δόλωνα) ο Οδυσσέας και ο Διομήδης ανέλαβαν να διεισδύσουν στο στρατόπεδο των Τρώων.

Ο Διομήδης φονεύει τον Ρήσο_στιγμιότυπο από Απουλιανό ερυθρόμορφο κρατήρα περί το 340 π.Χ. _μουσείο Άλτες Βερολίνο.

Η άφιξη του Ρήσου

Εκείνο το χρονικό διάστημα εμφανίστηκε ο Ρήσος με στράτευμα, ανταποκρινόμενος «επιτέλους» στις αλλεπάλληλες εκκλήσεις της Τροίας για βοήθεια. Φορούσε μια λαμπρή χρυσή πανοπλία και οδηγούσε ένα άρμα από χρυσό και ασήμι, το οποίο έσυραν κατάλευκα άλογα λευκά, συνθέτοντας ένα φανταστικό θέαμα. Προκειμένου δε να προσδώσει ακόμα μεγαλύτερη λαμπρότητα στην άφιξή του, δήλωσε ότι από την επόμενη μέρα θα κατέστρεφε το στρατόπεδο του εχθρού και επιτιθέμενος στον στόλο, θα φόνευε τους Αχαιούς, τονίζοντας ότι για αυτήν την πράξη, ουδείς άλλος χρειαζόταν εκτός από τον εαυτό του και τους Θράκες του.

Επίπληξη

Οι σύμμαχοι είναι πάντοτε ευπρόσδεκτοι. Ωστόσο, ο Έκτωρ δεν υποδέχθηκε τον Ρήσο με ανοιχτές αγκάλες. Διαισθανόμενος ότι η νίκη ήταν κοντά και εκτιμώντας ότι ο Θρακιώτης ήλθε για τα επινίκια και όχι για τον πόλεμο, τον επέπληξε για την καθυστερημένη άφιξή του, λέγοντας:

«Καθυστέρησες πολύ να βοηθήσεις αυτή την χώρα και δεν μπορείς να ισχυρισθείς ότι δεν προσήλθες λόγω έλλειψης κινήτρων – προσφορών. Ποιος Τρώας αγγελιοφόρος ή πρεσβευτής δεν ήλθε σε εσένα εκλιπαρώντας βοήθεια? Δεν σου στείλαμε τόσα λαμπρά δώρα? (Ευριπίδη «Ρήσος» – διάλογος Έκτορα προς Ρήσο, στιχ. 396).

Του υπενθύμισε επίσης πως εκείνος προσέτρεξε στο παρελθόν στην Θράκη προκειμένου να βοηθήσει να απαλλαγεί από τους εχθρούς του, εξασφαλίζοντας γι’ αυτόν το Θρακικό βασίλειο.

Σύμφωνα όμως με τους ισχυρισμούς του Ρήσου υπήρχαν ανυπέρβλητα εμπόδια τα οποία τον απέτρεπαν να προστρέξει σε βοήθεια, γεγονός που τον στεναχωρούσε ιδιαίτερα. Ο λόγος ήταν οι Σκύθες οι οποίοι εκδήλωναν επιθέσεις στο βασίλειό του αναγκάζοντάς τον να αναβάλλει την αναχώρησή του για την Τροία. Αλλά πλέον έχοντας νικήσει, ήλθε τελικά στην Τροία και παρόλο που ήταν αργοπορημένος, η παρουσία του ήταν χρήσιμη αφού ο Έκτωρ δεν είχε σημειώσει αξιόλογη πρόοδο. Αντίθετα, σκόπευε να νικήσει τους Αχαιούς σε μάχη και μετά να βαδίσει εναντίον της Ελλάδας και να την καταστρέψει για πάντα. Αφού αντήλλαξαν διάφορες απόψεις ο Έκτωρ παραχώρησε στον Ρήσο ένα μέρος για να στρατοπεδεύσει και να ξεκουραστούν αυτός και τα στρατεύματά του.

Συνάντηση κατασκόπων

Εν τω μεταξύ, ο Οδυσσέας και ο Διομήδης, κατάλληλα εξοπλισμένοι για την αποστολή τους, άφησαν το στρατόπεδο των Αχαιών, βαδίζοντας προς τον εχθρό μέσω του πεδίου της μάχης. Σύντομα όμως καθώς βάδιζαν στο σκοτάδι, εντόπισαν κάποιον να έρχεται προς αυτούς και αφού κρύφτηκαν ανάμεσα στους νεκρούς της μάχης, τον άφησαν να προσπεράσει πριν του επιτεθούν αιφνιδιαστικά από πίσω.

Ο Διομήδης και ο Οδυσσέας αιχμαλωτίζουν τον Δόλωνα_J. H. W. Tischbein, 1751-1829_πηγή http://www.maicar.com/GML/000Images/qrim/rhesus2dolon1.jpg

Ο Δόλων

Ακούγοντας βήματα πίσω του, ο Δόλων (διότι περί αυτού επρόκειτο) σταμάτησε, αφού νόμισε ότι ήταν Τρώες, οι οποίοι του μεταφέρουν μήνυμα από το στρατόπεδο. Αλλά όταν ο Οδυσσέας και ο Διομήδης πλησίασαν τους αναγνώρισε και άρχισε να τρέχει όσο πιο γρήγορα μπορούσε, έστω και σε λάθος κατεύθυνση. Καθώς πλησίαζε στα φυλάκια των Αχαιών, ο Διομήδης τον έφτασε, τον απείλησε με το δόρυ του και ο Δόλων σταμάτησε τρομοκρατημένος. Όταν οι διώκτες τον αιχμαλώτισαν ξέσπασε σε δάκρυα, εκλιπαρώντας για την ζωή του, υποσχόμενος πλούσια λύτρα τα οποία θα κατέβαλλε πρόθυμα ο πατέρας του, προκειμένου να τον ελευθερώσει.

Ο Οδυσσέας του απάντησε, προτρέποντάς τον να συνέλθει και να μην φοβάται. Κατόπιν άρχισε να τον «βομβαρδίζει» με ερωτήσεις όσον αφορά στον λόγο που εγκατέλειψε το στρατόπεδό του, την θέση του επικεφαλής των στρατευμάτων, τις θέσεις των φυλακίων, τα σχέδια των Τρώων και τα μέρη που στρατοπέδευαν. Ο Δόλων, που θεωρούσε την ζωή του πολυτιμότερη από τα αθάνατα άλογα του Αχιλλέα, απάντησε με ειλικρίνεια σε όλες τις ερωτήσεις, λέγοντας ότι τον είχε στείλει ο Έκτορας, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα τις θέσεις των επικεφαλής, τα φυλάκια, τα τμήματα του στρατοπέδου όπου κοιμούνται οι σύμμαχοι των Τρώων και τις θέσεις των Καρών, των Μυσίων, των Φρυγών, των Λυκίων και πολλών άλλων. Ήταν δε τόσο φοβισμένος ώστε δεν περιορίστηκε στις προηγούμενες αποκαλύψεις αλλά συνέχισε λέγοντας:

«Αν σχεδιάζεις να επιτεθείς στις θέσεις μας, τι σκέφτεσαι να κάνεις με τους Θράκες, οι οποίοι μόλις έφθασαν; Ο Ρήσος ο βασιλιάς τους είναι μαζί τους. Αυτός έχει τα ωραιότερα άλογα που έχω δει ποτέ αφού είναι πιο άσπρα από το χιόνι και τρέχουν σαν τον άνεμο και το άρμα του είναι χειροποίητο από χρυσό και ασήμι και έφερε μαζί του μια τεράστια χρυσή πανοπλία, συνθέτοντας ένα θαυμάσιο θέαμα». (Όμηρος «Ιλιάδα» Δόλων προς Οδυσσέα, 10.435).

Αποκαλύπτοντας όλες αυτές τις ενδιαφέρουσες πληροφορίες, ο Δόλων ανέμενε να φυλακισθεί στα πλοία ή να κρατηθεί δεμένος στο στρατόπεδο, ενόσω ο Οδυσσέας με τον Διομήδη θα έλεγχαν την αξιοπιστία του. Όμως ο Διομήδης, έχοντας αποφασίσει να απαλλαγεί από αυτόν τον σκότωσε με το σπαθί του και έκοψε το κεφάλι του. 

Οι Διομήδης και Οδυσσέας παρουσιάζουν τα άλογα του Ρήσου στο στρατόπεδο των Αχαιών_σχέδιο του John Flaxman.

Ο Θρακικός καταυλισμός

Έχοντας πλέον τις απαραίτητες πληροφορίες ο Οδυσσέας και ο Διομήδης ξεκίνησαν για το Θρακικό στρατόπεδο, όπου φθάνοντας βρήκαν τον οπλισμό τακτοποιημένο και τους άνδρες να κοιμούνται δίπλα στα άλογά τους. Σύντομα ανακάλυψαν τα λευκά άλογα και κατάλαβαν ότι ο άνθρωπος που κοιμόταν δίπλα τους, αναπνέοντας βαριά πιθανόν υπό την επήρεια κάποιου κακού ονείρου ήταν ο Ρήσος.

Η σφαγή

Μέσα στην σιωπή της νύχτας οι δύο δολιοφθορείς αναλαμβάνουν δράση και ο μεν Διομήδης φονεύει τους άνδρες με το σπαθί του, ενώ ο Οδυσσέας απομακρύνει τα σώματα, ώστε τα άλογα να μπορούν να περάσουν αβίαστα χωρίς τον κίνδυνο να «σκοντάψουν» σε κάποιο πτώμα. Με αυτόν τον τρόπο σκότωσαν δώδεκα άνδρες, και ο Ρήσος ήταν ο δέκατος τρίτος. Αφού ξέζεψαν τα άσπρα άλογα από το άρμα, τα ίππευσαν και επέστρεψαν βιαστικά στο στρατόπεδο των Αχαιών.

«Και ο ιππέας, ο Νέστωρ της Γερήνιας (πόλη της Μεσσηνίας) ήταν ο πρώτος που τους ρώτησε: Έλα να μου πεις τώρα, Οδυσσέα δοξασμένε, που έφερες μεγάλη δόξα στους Αχαιούς, πώς πήρατε εσείς και τα δύο αυτά άλογα; Οι Τρώες, ή κάποιος θεός που συναντήσατε σας τα έδωσε; Θαυμάσια όπως οι ακτίνες του ήλιου» (Όμηρος «Ιλιάδα»10.545).

Νυχτερινή σκηνή με τον Οδυσσέα να αιχμαλωτίζει τα άλογα του βασιλιά Ρήσου, ενώ στο βάθος ο Θράξ βασιλέας φονεύεται στον ύπνο του από τον Διομήδη. _εικονογράφηση για την «Ιλιάδα»  του Ogilby London, Thomas Roycroft, 1660_χαρακτική _συλλογή Βρετανικού μουσείου

Κλαυσίγελος

Αυτό ήταν το τέλος του Ρήσου, ο οποίος ήρθε στον πόλεμο με διακοσμημένο άρμα και φανταχτερή πανοπλία, αλλά επειδή θανατώθηκε απροσδόκητα, έμεινε στην ιστορία για τις βαρύγδουπες δηλώσεις του και την επιδειξιμανία του. Ορισμένοι ίσως θεωρήσουν την μοίρα του τραγική, αλλά όσοι διαχωρίσουν την αλαζονεία από την ουσία και εξετάσουν τον τρόπο με τον οποίο στερήθηκε ξαφνικά την ζωή και την δόξα, ίσως το βρουν αστείο. Είναι γεγονός ότι συχνά οι εμπειρίες των ανθρώπων, στον πόλεμο ή την ειρήνη, αντιμετωπίζονται είτε με δάκρυα είτε με γέλιο. Όσοι κλαίνε πιστεύουν ότι έτσι γίνονται πιο αγαπητοί ελπίζοντας στον οίκτο των άλλων, ενώ όσοι γελούν με την μοίρα, όχι από σκληρότητα, αλλά γνωρίζοντας ότι η ανθρώπινη ευτυχία έχει τέλος, θεωρούν αξιοπρεπέστερη την αντιμετώπισή της με χαμόγελο, σε ότι αυτή επιβάλει ούτως ή άλλως.

Σε κάθε περίπτωση, είτε με δάκρυα είτε με γέλιο, «το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον» και αυτό ακριβώς βίωσαν ο Ιπποκόων (σύμβουλος του Ρήσου τον οποίον ξύπνησε ο Απόλλων) και οι λοιποί Θράκες, όταν έκπληκτοι ανακάλυψαν την τρομακτική σφαγή, την απουσία των αλόγων και τον νεκρό βασιλιά τους. Επειδή δε οι αναπάντεχες καταστάσεις έχουν απρόσμενη προέλευση, υπήρχαν εκείνοι που πίστευαν ότι η σφαγή είχε οργανωθεί με προδοσία από το στρατόπεδο των Τρώων. Αλλά ο Έκτωρ, που δεν ανέμενε να δει τον σύμμαχο του νεκρό, αντελήφθη ότι κατάσκοποι είχαν σκοτώσει τον Θράκα βασιλέα και ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτα άλλο εκτός από τον θάψει (καύση νεκρών) με λαμπρότητα, απαλύνοντας το δράμα. Όσον αφορά το γέλιο, αυτό μετακόμισε στο στρατόπεδο των Αχαιών, όπου ο Οδυσσέας και ο Διομήδης, αφού δείπνησαν, προσέφεραν θυσίες στην Αθηνά, την θεά που τους βοήθησε στην εκπλήρωση της αποστολής.

Η Αθηνά συμβουλεύει τον Διομήδη να κλέψει τα άλογα του Ρήσου – συλλογή εικόνων της Mary Evans

Ιστορικά στοιχεία

Θρυλείται ότι τον 5ο αι. π.Χ. οι Αθηναίοι έλαβαν χρησμό ότι δεν θα μπορούσαν να ιδρύσουν αποικία στη Θράκη, αν δεν μετέφεραν στην πατρίδα του τα οστά του Ρήσου από την Τροία όπου ήταν θαμμένος,. Τότε ο Αθηναίος στρατηγός Άγνων έστειλε να τα φέρουν και τα έθαψε στην όχθη του ποταμού Στρυμόνα, εκεί όπου αργότερα έκτισε την Αμφίπολη (Πολύαινος 6.53). Με θέμα τον Θράκα βασιλιά ο Ευριπίδης έγραψε τον ίδιο αιώνα την ομώνυμη τραγωδία που βασίσθηκε στην ραψωδία Κ της Ιλιάδας, την λεγόμενη Δολώνεια. Η δραματοποίηση επέβαλε αλλαγές στην Ομηρική παράδοση και έτσι προστέθηκε η ύπαρξη ενός χρησμού και η παρέμβαση των θεών. Σύμφωνα με τον χρησμό, αν ο Ρήσος έμπαινε στην Τροία με τα άλογά του και έπιναν νερό από τον Σκάμανδρο ποταμό, η Τροία θα ήταν απόρθητη. Για την αποτροπή της μοίρας, η Ήρα και Αθηνά υπέδειξαν στον Οδυσσέα και τον Διομήδη να αναλάβουν την αποστολή της κατασκοπείας, να σκοτώσουν τον Θράκα βασιλέα και να αρπάξουν τα άλογά του. Ο Ρήσος αποτελεί το μοναδικό έργο που εκτυλίσσεται αποκλειστικά κατά την διάρκεια της νύχτας αφού ξεκινά και τελειώνει σε απόλυτο σκοτάδι.

Βιβλιογραφία – πηγές

Απολλόδωρος «Βιβλιοθήκη» 1.3.4

Απολλόδωρος «Επιτομή» 4.4

Κικέρων «Η φύση των Θεών» 3.45

Κόνων «Διηγήσεις» 4

Ευριπίδης «Ρήσος»

Ομήρου «Ιλιάδα» 10.435

Παρθένιος ο Νικαεύς «Ερωτικά» 36.

http://users.sch.gr/ipap/thrakes/66-risos.htm

http://www.maicar.com/GML/Rhesus2.html

 



Το έργο με τίτλο Ρήσος ο Θράξ από τον δημιουργό Χείλων διατίθεται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική Χρήση – Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές