Λυσίμαχος (περ. 360 – 281 π.Χ.)

στις

εξώφυλλο: Ελληνιστική μαρμάρινη προτομή του Λυσίμαχου στο Αρχαιολογικό Μουσείο Εφέσου, που χρονολογείται γύρω στο 300 π.Χ. © José Luiz Bernardes Ribeiro

copyright © μετάφραση – επιμέλεια Χείλων

Ο Λυσιμάχος ήταν Μακεδόνας συμπολεμιστής του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο οποίος κατά τη διάρκεια των εκστρατειών στην Ασία υπηρέτησε ως μέλος της σωματοφυλακής του, αλλά ήρθε στο προσκήνιο μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου.

Μαρμάρινη προτομή του Λυσίμαχου, Ρωμαϊκό αντίγραφο Ελληνιστικού πρωτοτύπου της εποχής του Αυγούστου, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Νάπολη  Sailko, Public domain, via Wikimedia Commons

Πρώιμος βίος

Ο Λυσίμαχος γεννήθηκε περί το 360 π.Χ., από οικογένεια Θεσσαλών οι οποίοι κατοικούσαν στην Πέλλα. Ήταν ο δεύτερος γιος του Αγαθοκλή και της συζύγου του, η οποία πιθανόν ονομαζόταν Αρσινόη και ο πατρικός παππούς του πιθανόν ονομαζόταν Αλκίμαχος. Ο πατέρας του ήταν υψηλόβαθμος ευγενής και στενός φίλος του Φιλίππου Β’, που συμμετείχε στα συμβούλια και γενικά ήταν αγαπητός στην βασιλική αυλή των Αργεαδών. Ο Λυσίμαχος και τα αδέλφια του μεγάλωσαν με το καθεστώς των Μακεδόνων, κατέχοντας εξέχουσες θέσεις στον κύκλο του Αλεξάνδρου και όπως αυτός, εκπαιδεύτηκαν στην αυλή της Πέλλας.

Ο Λυσίμαχος παραδίδεται στη μανία ενός πεινασμένου λιονταριού. Edme-Théodore Bourg dit « Saint-Edme », Dictionnaire de la pénalité dans toutes les parties du monde connu, Paris, chez l’ éditeur, Rousselon, 1824-1828, volume 2., Public domain, via Wikimedia Commons

Ο ιστορικός Ιουστίνος διηγείται ότι ο Λυσίμαχος έδωσε κρυφά δηλητήριο σε ένα άτομο που ο Αλέξανδρος είχε καταδικάσει σε αργό θάνατο, με συνέπεια να κλειστεί σε κελί με ένα λιοντάρι ως τιμωρία, αλλά έπνιξε το θηρίο με γυμνά χέρια και έκτοτε απέκτησε την εύνοια του Αλέξανδρου. Ο Παυσανίας γράφει ότι ο Λυσίμαχος ήταν ένας από τους σωματοφύλακες του Αλεξάνδρου, τον οποίο κάποια στιγμή όντας θυμωμένος ο Αλέξανδρος τον κλείδωσε σε δωμάτιο με ένα λιοντάρι αλλά σκότωσε το θηρίο και μετά από αυτό ο Αλέξανδρος του φέρθηκε με σεβασμό και τον τίμησε όπως τιμούσε τους ευγενείς Μακεδόνες.

Κάποια νομίσματα που εκδόθηκαν κατά τη διάρκεια της θητείας του Λυσίμαχου είχαν την εικόνα του από τη μία πλευρά και ένα λιοντάρι από την άλλη.

Πιθανότατα διορίστηκε σωματοφύλακας κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Φιλίππου Β’. Κατά τη διάρκεια των Περσικών εκστρατειών του Αλεξάνδρου, το 328 π.Χ. ήταν ένας από τους άμεσους σωματοφύλακές του. Το 324 π.Χ., στη Σούσα, του απονεμήθηκε τελετουργικό στέμμα σε αναγνώριση των πράξεών του στην Ινδία. Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου το 323 π.Χ., διορίστηκε στην κυβέρνηση της Θράκης ως στρατηγός αν και αντιμετώπισε κάποιες δυσκολίες από τον Θρακικό βασιλιά Σεύθη Γ’.

Βασίλειο Λυσιμάχου και ΔιαδόχωνΒασίλειο ΚασσάνδρουΒασίλειο Σέλευκου Α’ ΝικάτωραΒασίλειο Πτολεμαίου Α’ ΣωτήραΉπειρος Καρχηδόνα ΡώμηΕλληνικές αποικίες  Captain_Blood, CC BY-SA 3.0 via Wikimedia Commons

Διάδοχοι

Η άνοδός του αρχίζει το 315 π.Χ. Ο Αντίγονος A’ ο Μονόφθαλμος, έχοντας νικήσει τον Ευμένη της Καρίας, κυβερνούσε το μεγαλύτερο μέρος της αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου, ελέγχοντας το μεγαλύτερο τμήμα της Ασιατικής αυτοκρατορίας πλην Αιγύπτου. Το 315 π.Χ. στράφηκε εναντίον του Σέλευκου A’ Νικάτορα, σατράπη της Βαβυλώνας, ο οποίος κατέφυγε στον Πτολεμαίο της Αιγύπτου προκειμένου να τον προειδοποιήσει για τις φιλοδοξίες του Αντίγονου.

Ο Πτολεμαίος A’ ο Λάγου, ο Κάσσανδρος και ο Λυσίμαχος συμμάχησαν, εκδίδοντας τελεσίγραφο στο οποίο ο καθένας από αυτούς διεκδικούσε μέρος των εκτάσεων του Αντιγόνου. Ο Λυσίμαχος διεκδίκησε την Ελλησποντική Φρυγία, την Ασιατική ακτή του Ελλήσποντου, η οποία θα ενίσχυε τη θέση του. Ο Αντίγονος αρνήθηκε, πυροδοτώντας τον Γ’ Πόλεμο των Διαδόχων.

Ο Αντίγονος πέρασε το μεγαλύτερο μέρος του πολέμου προσπαθώντας να υπερνικήσει τον Λυσίμαχο για να φτάσει στην Μακεδονία, αλλά χωρίς επιτυχία. Η πίεση στον Λυσίμαχο άρθηκε όταν ο γιος του Αντίγονου Δημήτριος ηττήθηκε στη Γάζα (312 π.Χ.) αναγκάζοντας τον Αντίγονο να επιστρέψει στη Συρία. Αρχικά, διαπραγματεύτηκε ειρήνη με τον Λυσίμαχο και τον Κάσσανδρο, οι οποίοι αποκατέστησαν την σχέση τους πριν το ξέσπασμα του πολέμου. Αντιμέτωπος με την προοπτική να πολεμήσει μόνος του, ο Πτολεμαίος εντάχθηκε στην συνθήκη (311 π.Χ.).

Ο Λυσίμαχος φρόντισε να εδραιώσει τη θέση του στη Θράκη και όρισε ως νέα πρωτεύουσα τη Λυσιμάχεια, στο βορειοδυτικό άκρο της Θρακικής Χερσονήσου. Για να αποκτήσει πληθυσμό η νέα πόλη, κατέστρεψε την κοντινή πόλη Καρδία και μετοίκησε τους κατοίκους της. Το 305 π.Χ. αφού συμμάχησε με τους υπόλοιπους Διαδόχους αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς, αφού ο Αντίγονος και ο Δημήτριος ήταν οι πρώτοι που έκαναν το βήμα.

Τα πρώτα χρόνια του Δ’ Πολέμου των Διαδόχων παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό ανενεργός, μέχρι που το 302 π.Χ. ο Δημήτριος παρ’ ολίγο να κερδίσει τον έλεγχο της Ελλάδας και της Μακεδονίας. Ο Λυσίμαχος τότε συμμάχησε με τους Κάσσανδρο, Πτολεμαίο και Σέλευκο σε μια ύστατη προσπάθεια να νικήσει τον Αντίγονο και τον Δημήτριο. Το σχέδιό τους ήταν να μεταφέρουν τον κύριο στρατό τους από τη Μακεδονία και τη Θράκη στη Μικρά Ασία, όπου ήθελαν να συναντηθούν με τον Σέλευκο, ο στρατός του οποίου περιελάμβανε μεγάλο αριθμό ελεφάντων, ελπίζοντας ταυτόχρονα ότι ο Δημήτριος θα ανακληθεί από την Ελλάδα για να λάβει μέρος στην τελική μάχη.

Εικονογράφηση από το Illustrerad verldshistoria του E. Wallis, τόμος I. «Λυσίμαχος Ernst Wallis et al, Public domain, via Wikimedia Commons

Το σχέδιο πέτυχε και στη μάχη της Ιψούς (301 π.Χ.) ο συμμαχικός στρατός υπό τον Λυσίμαχο και τον Σέλευκο νίκησε τον Αντίγονο, ο οποίος σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια της μάχης. Στην κατανομή των εδαφών μετά την μάχη, ο Λυσίμαχος ήταν ένας από τους μεγάλους νικητές αφού του παραχωρήθηκαν το μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας, εκτός από τμήματα της Λυκίας, της Παμφυλίας και της Πισιδίας, τα οποία κατείχε ο Πτολεμαίος και η Κιλικία, την οποία κατείχε για λίγο ο Πλείσταρχος, αδελφός του Κασσάνδρου.

Η νέα του θέση αναγνωρίστηκε από τον Πτολεμαίο, ο οποίος τον πάντρεψε με την κόρη του Αρσινόη. Αυτή η δυναστική κίνηση θα είχε αργότερα καταστροφικά αποτελέσματα. Τα χρόνια μετά την Ιψό πήρε αρκετές Ιωνικές πόλεις από τον Δημήτριο.

Το μεγαλύτερο λάθος του κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ήταν μια εκστρατεία εναντίον των Γετών βόρεια του Δούναβη το 292 π.Χ. όπου ηττήθηκε και αιχμαλωτίστηκε από τον Δρομυχαίτη, βασιλιά των Γετών ο οποίος όμως τον απελευθέρωσε, διότι αντιμετώπιζε μεγαλύτερη απειλή, αφού το 294 π.Χ. ο Δημήτριος έγινε βασιλιάς της Μακεδονίας και ο βασιλιάς των Γετών χρειαζόταν μια ισχυρή Θράκη έναντι της Μακεδονίας.

Ο Λυσίμαχος παρότι αναγνώρισε τον Δημήτριο στη νέα του θέση, το 292 π.Χ. ο δεύτερος εισέβαλε ανεπιτυχώς στο βασίλειό του. Τα επόμενα τέσσερα χρόνια ο Δημήτριος κατέστησε σαφές ότι σχεδίαζε να εισβάλει στην Ασία, ωστόσο οι προσπάθειές του να δημιουργήσει στόλο και να συγκεντρώσει στρατό τον κατέστησαν αντιδημοφιλή στην Μακεδονία. Το 288 π.Χ. ο Λυσίμαχος, σε συμμαχία με τον Πύρρο της Ηπείρου, εισέβαλε στη Μακεδονία. Η στήριξη του Δημητρίου κατέρρευσε και οι σύμμαχοι μοίρασαν την Μακεδονία μεταξύ τους.

Ο διαμοιρασμός δεν διήρκεσε πολύ καθότι ο Πύρρος δεν είχε στήριξη και το 285 π.Χ. ο Λυσίμαχος κατάφερε να τον διώξει από τη Μακεδονία.

Η σφαγή των γιων του Λυσιμάχου Getty Center, Public domain, via Wikimedia Commons

Οικογένεια

Ο Λυσίμαχος αρχικά νυμφεύτηκε το 321 π.Χ. την Νίκαια, κόρη του Αντιπάτρου, αντιβασιλέα της Μακεδονίας και απέκτησε τρία τέκνα: τον Αγαθοκλή, την Ευρυδίκη η οποία παντρεύτηκε τον Αντίπατρο Β΄ βασιλιά της Μακεδονίας και την Αρσινόη Α΄ η οποία παντρεύτηκε τον Πτολεμαίο Β΄ Φιλάδελφο βασιλιά της Αιγύπτου.

Το 302 π.Χ. απεβίωσε η Νίκαια και ο Λυσίμαχος νυμφεύτηκε την Άμαστρη, κόρη του Οξυάθρη, την οποία χώρισε το 300/299 π.Χ.

Το ίδιο έτος νυμφεύτηκε για τρίτη φορά με την Αρσινόη Β΄, κόρη του Πτολεμαίου Α΄ Σωτήρα βασιλιά της Αιγύπτου και απέκτησαν τρία τέκνα: τον Πτολεμαίο τον Επίγονο, κυβερνήτη της Τελμησσού, τον Λυσίμαχο τον Νεότερο και τον Φίλιππο που απεβίωσε σε ηλικία 15 ετών.

Από την παλλακίδα του Μακρίδα από το βασίλειο των Οδρυσών (Θράκης) απέκτησε έναν γιο τον Αλέξανδρο, ο οποίος ήκμασε τον 3ο αι. π.Χ.

Πτώση και θάνατος

Ο Λυσίμαχος δεν υπήρξε δημοφιλής βασιλιάς στη Μακεδονία ή τη Μικρά Ασία, αφού οι υψηλοί φόροι και η αλαζονική του στάση αποξένωσαν πολλούς, καθιστώντας τον ευάλωτο σε επιθέσεις. Αιτία της πτώσης του ήταν μια οικογενειακή διαμάχη. Μετά την Ιψό παντρεύτηκε την Αρσινόη, κόρη του Πτολεμαίου, ενώ ο γιός και κληρονόμος του Αγαθοκλής παντρεύτηκε μίαν άλλη κόρη, τη Λυσάνδρα. Οι δύο ετεροθαλείς αδελφές είχαν αντιπαλότητα αφού αμφότερες ήθελαν να εξασφαλίσουν την κληρονομιά των παιδιών τους. Η Αρσινόη ενήργησε πρώτη, πείθοντας τον Λυσίμαχο να εκτελέσει τον Αγαθοκλή επειδή συνωμοτούσε εναντίον του. Αυτό προκάλεσε εξεγέρσεις σε πολλές πόλεις και σύντροφοι του Λυσίμαχου τον παράτησαν. Ο Φιλέταιρος που κατείχε την περιουσία του Λυσίμαχου επαναστάτησε και αφού κατέλαβε την Πέργαμο, παραδόθηκε στον Σέλευκο. Η Λυσάνδρα φοβούμενη για τη ζωή της κατέφυγε στην αυλή του Σέλευκου μαζί με τον αδερφό της Πτολεμαίο Κεραυνό, τα παιδιά της και με τον νόθο γιο του Λυσίμαχου, τον Αλέξανδρο.

Το 282 π.Χ. ο Σέλευκος εισβάλλει στη Μικρά Ασία και με δεδομένη την εν λόγω υποστήριξη προχώρησε δυτικά. Το 281 π.Χ. ο Λυσίμαχος ηγήθηκε στρατού κατά των εισβολέων και στη μάχη που δόθηκε στο Κορυπέδιο, κοντά στις Σάρδεις, ηττήθηκε και σκοτώθηκε. Το σώμα του βρήκε ο γιος του Αλέξανδρος ο οποίος το έθαψε στη Χερσόνησο της Θράκης. Ο θάνατός του βρήκε τον Σέλευκο ως τελευταίο από τους διαδόχους που είχε την ευκαιρία να ενώσει το μεγαλύτερο μέρος της αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου, αλλά δολοφονήθηκε από τον Πτολεμαίο Κεραυνό, γιό του Πτολεμαίου, ο οποίος είχε τις δικές του αξιώσεις στη Μακεδονία.


Πηγές

http://www.historyofwar.org/articles/people_lysimachus.html

https://en.wikipedia.org/wiki/Lysimachus

 


Το έργο με τίτλο Λυσίμαχος από τον δημιουργό Χείλων διατίθεται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές.