Καύχοι/Chauci

στις

εξώφυλλο: Χάρτης σημερινής ακτογραμμής της Ολλανδίας – Γερμανίας και Δανίας, που απεικονίζει τους Γερμανικούς λαούς περ. 150 μ.Χ. my work, CC BY-SA 3.0  via Wikimedia Commons

copyright © μετάφραση – επιμέλεια Χείλων

Οι Καύχοι αναφέρονται αρκετές φορές στις αρχαίες πηγές, συνήθως ως μια φτωχή και άπορη φυλή (Στράβων «Γεωγραφία» 7.1.3). Κατοικούσαν στην νότια ακτή της Βόρειας Θάλασσας, η οποία όπως αναφέρει ο Ρωμαίος συγγραφέας Τάκιτος, ήταν μια πυκνοκατοικημένη περιοχή και τους περιγράφει ως ευγενείς άγριους.

Οι Καύχοι είναι οι ευγενέστεροι των Γερμανικών φυλών, ένα έθνος που μεγαλουργούσε βασιζόμενο σε έντιμες συναλλαγές. Χωρίς φιλοδοξίες, χωρίς άνομη βία, ζούσαν ειρηνικά και απομονωμένα, χωρίς να προκαλούν πόλεμο ή να ενοχλούν με λεηλασίες και ληστείες. Απόδειξη της ανδρείας και της δύναμής τους ήταν ότι διατηρούσαν την κυριαρχία τους χωρίς να βλάπτουν τους άλλους. Ωστόσο, διέθεταν οπλισμό και στρατό σε περίπτωση ανάγκης και παρότι ήταν ειρηνικοί είχαν την φήμη ανδρείων πολεμιστών. (Τάκιτος «Γερμανία» 35)

Ακριβώς όπως οι Φρίσιοι, οι οποίοι διακρίνονταν σε μικρή και μεγάλη ομάδα, υπήρχαν ο Μικροί Καύχοι (στη σημερινή Ολλανδική επαρχία Κρόνιγκεν και τη Γερμανική περιοχή Όστφρισλαντ) και Μεγάλοι Καύχοι (μεταξύ των εκβολών των ποταμών Βέσερ και Έλβα). (Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, «Φυσική Ιστορία» 16.2, Τάκιτος «Χρονικά» 11.19.2, Πτολεμαίος, «Γεωγραφία» 2.11.7 και 2.11.9)

Σύγχρονη άποψη τέρπεν Sandra Buhmann, CC BY-SA 3.0  via Wikimedia Commons

Τεχνητοί λόφοι

Η πιο ενδιαφέρουσα πτυχή του Καυχιακού τρόπου ζωής ήταν ότι διαβιούσαν σε τεχνητούς λόφους, οι οποίοι σήμερα είναι γνωστοί ως τέρπεν ή βίρντεν. Στην πραγματικότητα, το όνομα Καύχοι προέρχεται από το Χάουε/Hauhae=αυτοί που κατοικούν ψηλά. Ο Ρωμαίος ιστορικός Πλίνιος ο Πρεσβύτερος δίνει μια μαρτυρία για τους κατοίκους της γης που ήταν εκτεθειμένοι στην πλημμύρα της Βόρειας Θάλασσας.

Εκεί βρίσκεται μια άθλια φυλή, που κατοικεί είτε στα πιο υπερυψωμένα σημεία της γης, είτε σε εξέχουσα θέση τεχνητά κατασκευασμένη και αφ’ υψηλού, όπου γνωρίζουν λόγω εμπειρίας ότι οι παλίρροιες δεν θα φτάσουν ποτέ. Εκεί χτίζουν τις κατοικίες τους και όταν τα κύματα καλύπτουν τη γύρω χώρα, αυτοί είναι όπως οι ναυτικοί στο πλοίο και όταν η παλίρροια υποχωρεί, αυτοί κυνηγούν τα ψάρια καθώς ακολουθούν την παλίρροια.

Σε αντίθεση με τους γειτονικούς λαούς δεν συνήθιζαν να εκτρέφουν κοπάδια για το γάλα τους, ούτε να κυνηγούν άγρια θηρία. Με βρύα και βούρλα του βάλτου έφτιαχναν νήματα με τα οποία ύφαιναν τα δίχτυα που χρησιμοποιούσαν για τα ψάρια, έπλαθαν επίσης τη λάσπη, με τα χέρια τους και την στέγνωναν κυρίως με τη βοήθεια των ανέμων, για να μαγειρεύουν το φαγητό τους και να ζεσταίνονται. Έπιναν μόνο βρόχινο νερό, το οποίο συνέλλεγαν σε λάκκους που έσκαβαν στην είσοδο των κατοικιών τους. (Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, «Φυσική Ιστορία» 16.2-4)

Στα μάτια του Πλίνιου, που ήταν συνηθισμένος να ζει στις πόλεις της Ιταλίας και στην άνετη στρατιωτική βάση στο Ξάντεν (πόλη στην Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία) οι άνθρωποι των λόφων ζούσαν σε άθλιες συνθήκες. Ωστόσο, οι παρατηρήσεις του είναι προκατειλημμένες και στη προσπάθειά του να καταδείξει επαρκώς τη δυστυχία των συνθηκών διαβίωσης, η περιγραφή του είναι ανακριβής. Εξάλλου, αν η γη ήταν τόσο φτωχή που ούτε τα δέντρα δεν μπορούσαν να αναπτυχθούν, τότε πού έβρισκαν την ξυλεία για να χτίσουν τις καλύβες και τα σπίτια που είχε δει ο Πλίνιος; Στην πραγματικότητα η κατάσταση δεν ήταν τόσο άσχημη όσο την περιγράφει.

Ανακατασκευή αγροικίας τέρπεν https://www.livius.org/pictures/netherlands/terpen/ezinge-reconstruction-of-a-terpen-farm-1/

Διαβίωση

Η παράκτια περιοχή ήταν ανοιχτή στη θάλασσα και πλημμύριζε δύο φορές την ημέρα. Οι πρώτοι οικισμοί χτίστηκαν τον 5ο αιώνα π.Χ. και συνέχισαν να αυξάνονται. Αρχικά, υπήρχε μόνο μία αγροικία, αλλά αργότερα χτίστηκαν πολλά σπίτια και κατόπιν ολόκληρα χωριά.

Σε αντίθεση με τις αναφορές του Πλίνιου, οι Καύχοι δεν περιορίζονταν στα γεύματα θηραμάτων, αλλά η διατροφή τους ήταν ποικίλη. Οι αρχαιολόγοι στο Έζινγκε/Ezinge, μια από τις κύριες ανασκαφές στην Ολλανδία, ανακάλυψαν ότι οι αρχαίοι κάτοικοι αυτού του τεχνητού λόφου μάζευαν αυγά και κυνηγούσαν πουλιά και φώκιες. Επιπλέον, είχαν στη διάθεσή τους τεράστιες εκτάσεις βοσκοτόπων στα λασπωμένα πλατό, όπου έβοσκαν βοοειδή και κυρίως, πρόβατα. Μερικές φορές ασχολούνταν με τη γεωργία σε εκτάσεις πίσω από χαμηλά αναχώματα. Παρόλο που το έδαφος ήταν αλατούχο, καλλιεργούσαν κριθάρι, λινάρι και μπιζέλια.

Καθώς οι Ρωμαίοι συγγραφείς ήταν προκατειλημμένοι στην ιδέα ότι εκείνοι που ζούσαν στην άκρη του κόσμου ήταν βάρβαροι, δεν κατανοούσαν ότι στα εδάφη γύρω από τη Βόρεια Θάλασσα, η ανταλλαγή εμπορευμάτων αποτελούσε σημαντικό παράγοντα της οικονομίας. Οι Καύχοι και οι γείτονές τους, οι Φρίσιοι όχι μόνο εξήγαγαν τυρί, αλάτι, μαλλί, δέρμα και πρόβατα, αλλά αποτελούσαν συνδετικό κρίκο στην αλυσίδα διέλευσης για σκλάβους, δέρματα και κεχρί. Έχουν βρεθεί τόσα πολλά Ρωμαϊκά νομίσματα ώστε είναι βέβαιο ότι διαδραμάτισαν ρόλο στην οικονομική ανταλλαγή, περισσότερο ως συσσώρευση παρά ως μέσο πληρωμής.

Τα Ρωμαϊκά στρατεύματα στο Ρήνο ήταν εκ των σημαντικότερων πελατών τους. Ως εκ τούτου, δεν είναι περίεργο το γεγονός ότι στις περιοχές τους, βρέθηκαν γυαλί, κεραμικά, κοσμήματα και αγαλματίδια Ρωμαίων θεών που είχαν παραχθεί σε πιο νότιες περιοχές.

Επιπλέον, Καύχοι και Φρίσιοι έπλεαν στις ακτές των εδαφών που ονομάζονται τώρα Αγγλία, Φλάνδρα και Δανία και Καύχοι πειρατές παρενοχλούσαν τους Ρωμαίους στη Βόρεια Θάλασσα. Άλλοι ναυτικοί είχαν πιο ειρηνικές προθέσεις και ασχολούνταν με το εμπόριο. Κατά συνέπεια, οι Γερμανικοί πολιτισμοί κατά μήκος της Βόρειας Θάλασσας άρχισαν να επηρεάζουν ο ένας τον άλλον – δημιουργώντας τρόπον τινά μια «κουλτούρα της Βόρειας Θάλασσας» – και αυτός ο πολιτισμός θα εξαπλωνόταν στην Αγγλία τον 5ο αιώνα. Τελικά ο «άθλιος» τρόπος ζωής των Καύχων, όπως περιγράφεται από τον Πλίνιο, δεν ήταν τόσο άθλιος και σίγουρα είχε μέλλον.

Πίνακας με τίτλο «Γερμανικός Θυμός» που απεικονίζει την μάχη του Τευτοβούργιου Δρυμού στην οποία συμμετείχαν οι Καύχοι Paja Jovanović, Public domain, via Wikimedia Commons

Καύχοι & Ρώμη

Οι Καύχοι κατακτήθηκαν από τον Ρωμαίο στρατηγό Νέρωνα Κλαύδιο Δρούσο. Σύμφωνα με τον Δίωνα Κάσσιο, του οποίου το έργο χρονολογείται τον 3ο αιώνα μ.Χ. αλλά είναι σχεδόν πλήρες, αυτό συνέβη το 12 μ.Χ. (Δίων Κάσσιος «Ρωμαϊκή Ιστορία» 54.32). Ο Λίβιος ο οποίος ήταν μεταγενέστερος αλλά το έργο του είναι γνωστό μόνο σε μια σύντομη έκδοση, φαίνεται να το χρονολογεί στο 11 μ.Χ. (Λίβιος «Περιοχαί» 1.40.1). Το 5 μ.Χ. ο στρατηγός Τιβέριος, ο μελλοντικός αυτοκράτορας, ανάγκασε τους Καύχους να αποτίσουν φόρο τιμής. Ο Ρωμαίος ιστορικός Βέλλιος Πατέρκουλος υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας:

Οι Καύχοι υποτάχθηκαν και πάλι. Όλα τα άνθη της νιότης τους, αν και ήταν άπειροι σε αριθμό με τεράστιο ανάστημα και προστατευμένα από το έδαφος που υπερασπίζονταν, παρέδωσαν τα όπλα τους και πλαισιωμένοι από μια λαμπερή γραμμή των στρατιωτών μας, γονάτισαν μαζί με τους στρατηγούς τους ενώπιον του διοικητή (Βέλλιος Πατέρκουλος «Ρωμαϊκή Ιστορία» 2.106.1).

Είναι πολύ πιθανό το 9 μ.Χ., οι Καύχοι να συμμετείχαν στη Γερμανική εξέγερση που κορυφώθηκε στη μάχη στο δάσος του Τευτοβούργιου Δρυμού. Τα στοιχεία είναι ανάμεικτα, αλλά το 41 μ.Χ., ένας από τους χαμένους Αετούς Λεγεώνας βρέθηκε στους Καύχους (Κάσσιος Δίων «Ρωμαϊκή Ιστορία» 60.8.7) στοιχείο που αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι είχαν λάβει μέρος στον πόλεμο κατά των Ρωμαίων. Ο στρατηγός που ανέκτησε το λάβαρο του αετού, ο Αύλος Γαβίνιος Σεκόντος, τιμήθηκε με τον τίτλο Καυχικός.

Οι Καύχοι το 9 μ.Χ. δεν κατάφεραν να ανακτήσουν την ανεξαρτησία τους κατά τη διάρκεια της εξέγερσης. Ο Τάκιτος αναφέρει μια στρατιωτική μονάδα στην περιοχή τους κατά τα πρώτα χρόνια βασιλείας του Τιβέριου (Τάκιτος «Χρονικά» 1.38). Αυτή μπορεί να βρισκόταν στο Μπεντουμερσίλ, κοντά στις εκβολές του ποταμού Εμς, όπου οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν πολλά Ρωμαϊκά αντικείμενα.

Ανακατασκευή σκάφους στολίσκου του Ρήνου τον 1ο αιώνα μ.Χ. Martin Bahmann, CC BY-SA 3.0, via Wikimedia Commons

Πειρατές, Επαναστάτες και Βοηθητικοί

Αρκετά χρόνια αργότερα το 47 μ.Χ., ο Ρωμαίος διοικητής Γναίος Δομίτιος Κόρβουλος νίκησε έναν Κανινεφάτη (Canninefate= Γερμανικό φύλο) ονόματι Γάννασκο/Gannascus, ο οποίος ηγείτο μιας ομάδας Καύχων πειρατών (Τάκιτος «Χρονικά» 11.18-19, Δίων Κάσσιος «Ρωμαϊκή Ιστορία» 60.3.4.). Πιθανόν σε αυτή την περίπτωση ήταν που ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος παρατήρησε τις «βάρκες των Γερμανών πειρατών φτιαγμένες από σκαλισμένους κορμούς δέντρων». Άλλη ομάδα Καύχων πειρατών αποφεύγοντας τα σύνορα του Ρήνου, επιτέθηκε στην παράκτια περιοχή της σημερινής Φλάνδρας, όπου ηττήθηκαν από τον Δίδιο Ιουλιανό, τον μελλοντικό αυτοκράτορα (Ιστορία Αυγούστων/Historia Augousta «Δίδιος Ιουλιανός» 1.7).

Οι Καύχοι αναφέρονται επίσης ως εχθροί των Αμπσιβάρων/Ampsivarii (Τάκιτος «Χρονικά» 13.55) οι οποίοι ζούσαν κατά μήκος του ποταμού Εμς και το 69-70 μ.Χ. συμμετείχαν στην Εξέγερση των Βαταβών (Βαταβοί=Γερμανικό φύλο) (Τάκιτος «Ιστορίες» 5.19). Μία από αυτές τις ομάδες νικήθηκε από τους κατοίκους της Κολωνίας χωρίς να χρειαστεί η συνδρομή της Ρώμης (Τάκιτος «Ιστορίες» 4.79). Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, οι ομάδες πρέπει να ήταν μικρές και θεωρείται απίθανο να υπήρχε κεντρική διοίκηση των δύο φυλών.

Άλλοι Καύχοι εντάχθηκαν στο Ρωμαϊκό στρατό ως βοηθητικοί στρατιώτες. Αναφέρονται αρκετές φορές στα «Χρονικά» του Τάκιτου (1.60, 2.17, 2.24.) Οι αρχαιολόγοι έχουν βρει πολλά Ρωμαϊκά στρατιωτικά αντικείμενα στα τέρπεν, τα οποία αποδεικνύουν στενή συνεργασία μεταξύ του Ρωμαϊκού στρατού και των Καύχων συμμάχων.

Ύστερη Αρχαιότητα

Τον 3ο αιώνα μ.Χ., οι Ολλανδικές παράκτιες περιοχές εγκαταλείφθηκαν. Όταν κατοικήθηκαν ξανά στην Ύστερη Αρχαιότητα, οι άποικοι ήταν Σάξονες, προερχόμενοι από τα ανατολικά. Η «Νέα Ιστορία» του Βυζαντινού συγγραφέα Ζωσίμου αναφέρει την ενσωμάτωση των Καύχων στο Σαξωνικό στρατό το 360 μ.Χ., αλλά μάλλον πρόκειται περί ορθογραφικού λάθους (Ζώσιμος «Νέα Ιστορία» 3.6.1, αναγράφεται Καῦχοι αντί Κουάδοι).

Μια από τις τελευταίες αναφορές στους Καύχους είναι σε μια ομιλία του Ρωμαίου ποιητή Κλαύδιου Κλαυδιανού, ο οποίος το 400 μ.Χ. τους αναφέρει ως κατοίκους της μακρινής όχθης του ποταμού Ρήνου (Κλαυδιανός «Υπό την προξενεία του Στηλίχονα» 225). Είναι επίσης πιθανό οι Ούγoνες/Hugones, των οποίων ο ηγέτης Ντάιγκχρεφν/Daeghrefn θανατώθηκε από έναν νεαρό Μπέογουλφ όπως αναφέρεται στο ομώνυμο Αγγλοσαξονικό έπος (Μπέογουλφ 2502, 2914) στην πραγματικότητα είναι οι Καύχοι.

Τα τέρπεν παρέμειναν σε χρήση μέχρι σήμερα και είναι γνωστά για τις καλαίσθητες εκκλησίες, οι οποίες χρονολογούνται από τον Μεσαίωνα.

Πηγές – βιβλιογραφία

https://www.livius.org/articles/people/frisians/chauci/

https://en.wikipedia.org/wiki/Chauci

Κλαύδιου Πτολεμαίου «Γεωγραφία» τόμος Ι σελ. 117


Το έργο με τίτλο Καύχοι από τον δημιουργό Χείλων διατίθεται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική Χρήση – Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές