Που Γι (溥儀)…ο τελευταίος αυτοκράτορας

στις

εξώφυλλο: Ο Που Γι σε φωτογραφία ως αυτοκράτορας του Μαντσουκούο.

copyright © μετάφραση – επιμέλεια Χείλων

Ο Άισιν Γκιόρο Που Γι/溥儀ήταν ο τελευταίος αυτοκράτορας της δυναστείας των Σίνγκ/Qing και της Κίνας και μέχρι την πτώση του βίωσε τον 2ο Σινο-Ιαπωνικό Πόλεμο, τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Κινεζικό εμφύλιο και την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

Γεννημένος σε περιβάλλον αδιανόητων προνομίων, πέθανε ως απλός βοηθός κηπουρού επί Κομμουνιστικού καθεστώτος. Όταν απεβίωσε από καρκίνο του νεφρού το 1967, ο Που Γι ήταν υπό την προστασία των μελών της Πολιτιστικής Επανάστασης, ολοκληρώνοντας μια ζωή περισσότερο παράξενη, παρά φανταστική.

Ζωγραφική πορτρέτου του Που Γι, 1908 Unknown authorUnknown author, CC0, via Wikimedia Commons

Πρώιμος βίος

Ο Που Γι γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1906 στο Πεκίνο από τον πρίγκιπα Τσουν (Ζάιφενγκ) του οίκου Άισιν-Γκιόρο της βασιλικής οικογένειας Μαντσού και την Γιουλάν του οίκου Γκουαλκιά, από τις σημαντικότερες βασιλικές οικογένειες στην Κίνα. Αμφότερες οι πλευρές της οικογενείας του, διατηρούσαν στενές σχέσεις με την αυτοκράτειρα Σίσι Χάεχο/慈禧太.

Ο Που Γι ήταν μόλις δύο ετών όταν ο θείος του, ο αυτοκράτορας Γκουάν Ξού, πέθανε από δηλητηρίαση με αρσενικό στις 14 Νοεμβρίου 1908 και η αυτοκράτειρα επέλεξε το μικρό αγόρι ως νέο αυτοκράτορα προτού πεθάνει την επόμενη μέρα.

Στις 2 Δεκεμβρίου 1908, ο Που Γι ενθρονίστηκε επίσημα ως αυτοκράτορας Σαν Τόγκ, αλλά κατά τη διάρκεια της τελετής δυσανασχετούσε ενόσω ονομαζόταν Υιός του Ουρανού. Υιοθετήθηκε επίσημα από την αυτοκράτειρα Λονγκ Γιού.

Ο μικρός αυτοκράτορας πέρασε τα επόμενα τέσσερα χρόνια στην Απαγορευμένη Πόλη, αποκομμένος από την οικογένειά του και περιτριγυρισμένος από πλήθος ευνούχων που έπρεπε να υπακούσουν σε κάθε παιδική ιδιοτροπία. Όταν το μικρό αγόρι ανακάλυψε ότι διέθετε δύναμη, ράβδιζε τους ευνούχους όταν τον δυσαρεστούσαν με οποιονδήποτε τρόπο. Το μόνο άτομο που πειθαρχούσε τον μικροσκοπικό τύραννο ήταν η παραμάνα του, Γουέν Τσάο Γουάνγκ.

Ο Που Γι σε ηλικία 12 ετών

Σύντομη θητεία

Στις 12 Φεβρουαρίου 1912, η αυτοκράτειρα Λονγκ Γιού σφράγισε το «Αυτοκρατορικό Διάταγμα Παραίτησης του Αυτοκράτορα», τερματίζοντας επίσημα την κυριαρχία του Που Γι. Σύμφωνα με πληροφορίες, για τη συνεργασία της έλαβε 1.700 κιλά ασήμι από τον στρατηγό Γιουάν Σινκάι και την υπόσχεση ότι δεν θα αποκεφαλιστεί.

Ο Γιουάν αυτοανακηρύχθηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κίνας, κυβερνώντας μέχρι τον Δεκέμβριο του 1915, όταν το 1916 απένειμε στον εαυτό του τον τίτλο του αυτοκράτορα Χονσιάν, προσπαθώντας να ξεκινήσει μια νέα δυναστεία, αλλά πέθανε τρεις μήνες αργότερα από νεφρική ανεπάρκεια πριν αναλάβει το θρόνο.

Εν τω μεταξύ, ο Που Γι παρέμεινε στην Απαγορευμένη Πόλη, χωρίς καν να γνωρίζει την Επανάσταση του Σινκάι που συγκλόνισε την πρώην αυτοκρατορία του. Τον Ιούλιο του 1917, ο πολέμαρχος Ζανγκ Σούν αποκατέστησε τον Που Γι στο θρόνο για έντεκα ημέρες, αλλά ένας αντίπαλος ονόματι Ντουάν Κιρούι αρνήθηκε την αποκατάσταση. Τέλος, το 1924, ένας άλλος πολέμαρχος, ο Φενγκ Γιουξιάν, έδιωξε τον 18χρονο πρώην αυτοκράτορα από την Απαγορευμένη Πόλη.

Ο αυτοκράτορας Χιροχίτο της Ιαπωνίας και ο Που Γι του Μαντσουκούο χαιρετούν ο ένας τον άλλο στο σταθμό του Τόκιο.

Ιαπωνική μαριονέττα

Ο Που Γι διέμεινε στην Ιαπωνική πρεσβεία στο Πεκίνο επί ενάμιση χρόνο και το 1925 μετακόμισε στην υπό Ιαπωνική κατοχή περιοχή Τιανγίν, στο βόρειο άκρο των Κινεζικών ακτών. Ο Που Γι και οι Ιάπωνες είχαν κοινό αντίπαλο στους Κινέζους Χαν που τον είχαν εκδιώξει από την εξουσία.

Ο πρώην αυτοκράτορας απέστειλε επιστολή στον Ιάπωνα Υπουργό Πολέμου το 1931 ζητώντας βοήθεια για την ανάκτηση του θρόνου του. Για καλή του τύχη, οι Ιάπωνες είχαν μόλις επινοήσει μια δικαιολογία για να εισβάλουν και να καταλάβουν τη Μαντζουρία, την πατρίδα των προγόνων του και τον Νοέμβριο του 1931, η Ιαπωνία εγκατέστησε τον Που Γι ως αυτοκράτορα «μαριονέτα» του νέου κράτους Μαντζουκούο.

Ο Που Γι όμως επειδή ήθελε να κυβερνήσει την Κίνα και όχι μόνο τη Μαντζουρία, ήταν απόλυτα εξαρτώμενος από τους Ιάπωνες, σε σημείο να υπογράψει ένορκη βεβαίωση ότι αν αποκτούσε γιο, το παιδί θα μεγάλωνε στην Ιαπωνία.

Μεταξύ 1935 και 1945, τελούσε υπό την επιτήρηση ενός αξιωματικού του στρατού που επόπτευε τον αυτοκράτορα του Μαντσουκούο μεταφέροντας τις διαταγές της Ιαπωνικής κυβέρνησης. Αργότερα ο εν λόγω αξιωματικός αντικαταστάθηκε από Ιάπωνες.

Όταν η Ιαπωνία παραδόθηκε στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Που Γι επιβιβάστηκε σε πτήση για την Ιαπωνία, αλλά αιχμαλωτίστηκε από τον Σοβιετικό Κόκκινο Στρατό και το 1946 αναγκάστηκε να καταθέσει στις δίκες εγκλημάτων πολέμου στο Τόκιο και κατόπιν παρέμεινε υπό Σοβιετική κράτηση στη Σιβηρία μέχρι το 1949.

Όταν ο Κόκκινος Στρατός του Μάο Ζεντόνγκ επικράτησε στον Κινεζικό Εμφύλιο Πόλεμο, οι Σοβιετικοί παρέδωσαν τον 43χρονο πρώην αυτοκράτορα στη νέα Κομμουνιστική κυβέρνηση της Κίνας.

Κέντρο Διαχείρισης Εγκληματιών Πολέμου Yoshi Canopus, CC BY-SA 3.0, via Wikimedia Commons

Βίος υπό Μαοϊκό καθεστώς

Ο Μάο διέταξε να σταλεί ο Που Γι στο Κέντρο Διαχείρισης Εγκληματιών Πολέμου Φουσούν, το οποίο ονομαζόταν Φυλακή Λιαοντόγκ Nο3 και ήταν στρατόπεδο επανεκπαίδευσης για αιχμαλώτους πολέμου από το Κουομιτάγκ, το Μαντσουκούο και την Ιαπωνία. Ο Που Γι θα περάσει τα επόμενα δέκα χρόνια φυλακισμένος, δεχόμενος συνεχώς Κομμουνιστική προπαγάνδα μέχρι να αποδεχθεί άνευ όρων το νέο καθεστώς.

Τελικά το 1959, ο Που Γι ήταν έτοιμος να μιλήσει δημόσια υπέρ του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος, με αποτέλεσμα να αποδεσμευθεί από το στρατόπεδο και να του επιτραπεί να επιστρέψει στο Πεκίνο, όπου βρήκε δουλειά ως βοηθός κηπουρού στους Βοτανικούς Κήπους του Πεκίνου και το 1962 παντρεύτηκε μια νοσοκόμα ονόματι Λι Σου Σιαν.

Ο πρώην αυτοκράτορας εργάστηκε από το 1964 και μετά ως συντάκτης για το Πολιτικό Συμβουλευτικό Συνέδριο του Κινεζικού Λαού και συνέγραψε την αυτοβιογραφία, «Από τον Αυτοκράτορα στον Πολίτη» η οποία υποστηρίχθηκε από τα κορυφαία στελέχη του κόμματος Μάο και Τσου Εν Λάι.

Οικογένεια

Το 1921, αποφασίστηκε από τις Χήρες Συντρόφους (τέσσερις χήρες των αυτοκρατόρων πριν τον Που Γι) ότι ήρθε η ώρα για το 15χρονο Που Γι να παντρευτεί, αλλά τα πολιτικά δικαστήρια καθυστέρησαν την όλη διαδικασία (από την επιλογή της νύφης, μέχρι την γαμήλια τελετής) για σχεδόν δύο έτη. Ο Που Γι έβλεπε τον γάμο ως σημείο αναφοράς ενηλικίωσης, προκειμένου να μην τελεί υπό κηδεμονία. Όταν του δόθηκαν τέσσερις φωτογραφίες για να διαλέξει, δήλωσε ότι όλες έμοιαζαν, με εξαίρεση τα διαφορετικά ρούχα. Τελικά επέλεξε την Γουέν Σόου, αλλά οι πολιτικές παρατάξεις στο παλάτι θα έκαναν την τελική επιλογή για το ποια θα παντρευόταν. Η όλη διαδικασία διήρκεσε έναν ολόκληρο χρόνο.

Γουέν Σόου Unkown photographer, Public domain, via Wikimedia Commons

Γουέν Σόου/Wenxiu

Αρχική επιλογή ήταν η Γουέν Σόου, από τον οίκο Όρντ (鄂爾德特) η οποία παντρεύτηκε τον Που Γι το 1922. Αν και ήταν η πρώτη επιλογή, οι Χήρες Σύντροφοι θεώρησαν ότι προερχόταν από φτωχή οικογένεια και δεν ήταν αρκετά όμορφη για να είναι αυτοκράτειρα, έτσι είπαν στους αξιωματούχους της αυλής να ζητήσουν από τον Που Γι να επιλέξει ξανά. Τη δεύτερη φορά επέλεξε την Γουάν Ρόνγκ, η οποία έγινε αυτοκράτειρα, ενώ η Γουέν Σόου ορίστηκε ως Σύντροφος Σου (淑妃). Ο Που Γι και η Γουέν Σόου χώρισαν το 1931. Ο Που Γι της εκχώρησε ένα σπίτι στο Πεκίνο και 300.000 δολάρια σε διατροφή, τα οποία διατέθηκαν από τους Ιάπωνες. Στην αυτοβιογραφία του, Που Γι δήλωσε ότι ο λόγος για το διαζύγιο ήταν ο κενός βίος ενόσω ήταν εξόριστος, η επιθυμία της για μια φυσιολογική οικογενειακή ζωή και η δική του ανικανότητα να δει τις γυναίκες ως οτιδήποτε άλλο εκτός από σκλάβες και εργαλεία των ανδρών. Σύμφωνα με τον Που Γι η Γουέν Σόου, εργάστηκε ως δασκάλα για μερικά χρόνια μετά το διαζύγιο. Παντρεύτηκε τον ταγματάρχη Λιού Ζεντόνγκ το 1947.

Γουάν Ρονγκ Palace Photographer, Public domain, via Wikimedia Commons

Γουάν Ρονγκ/Wanrong

Η δεύτερη επιλογή του Που Γι για σύζυγος ήταν η Γουάν Ρονγκ την οποία παντρεύτηκε το 1922 και έγινε αυτοκράτειρά του. Ο πατέρας της, Ρόνγκ Γιουάν (榮源) ήταν Υπουργός Εσωτερικών Υποθέσεων. Θεωρείτο όμορφη και προερχόταν από πλούσια οικογένεια. Ο Που Γι την πρώτη νύχτα του γάμου, εγκατέλειψε την Γουάν Ρονγκ στο νυφικό δωμάτιο και επέστρεψε στο δωμάτιό του. Υποστήριζε ότι ήταν πρόθυμη να γίνει σύζυγος μόνο κατ’ όνομα, αρκεί να φέρει τον τίτλο της αυτοκράτειρας. Η σχέση του ζευγαριού ήταν αρχικά καλή και ο Που Γι εμπιστευόταν την Γουάν Ρόνγκ έναντι της Γουέν Σόου. Ωστόσο, μετά την αποχώρηση της Γουέν Σόου το 1931, ο Που Γι κατηγόρησε την Γουάν Ρονγκ και σταμάτησε να της μιλάει αγνοώντας την παρουσία της. Η Ρόνγκ εθίστηκε στο όπιο και τελικά πέθανε σε φυλακή στο Γιάντζι του Τζιλίν μετά τη σύλληψή της από Κινέζους κομμουνιστές στρατιώτες.

Ταν Γιουλίν Manchurian Court Photographer, Public domain, via Wikimedia Commons

Ταν Γιουλίν/Tan Yuling

Η τρίτη σύζυγος ήταν η Ταν Γιουλίν, μία Μαντσού της φατρίας Τατάρα (他他拉). Παντρεύτηκε τον Που Γι το 1937 σε ηλικία 16 ετών κατόπιν σύστασης ενός αυλικού και χαρακτηρίστηκε ως Παλλακίδα Σιάνγκ (祥貴人). Ο Που Γι την παντρεύτηκε ως «αντίδραση» στην Γουάν Ρονγκ και «… διότι μια δεύτερη σύζυγος ήταν τόσο απαραίτητη όσο τα έπιπλα του παλατιού». Ήταν σύζυγος μόνο κατ’ όνομα. Αρρώστησε το 1942 με τυφοειδή πυρετό, ο οποίος, σύμφωνα με τον Ιάπωνα γιατρό, δεν ήταν θανατηφόρος. Μετά όμως από διαβούλευση του γιατρού με τον Ιάπωνα ακόλουθο του αυτοκρατορικού οίκου Γιασουνόρι Γιοσιόκα, η Γιουλίν πέθανε ξαφνικά. Ο Που Γι άρχισε να υποπτεύεται τις συνθήκες θανάτου όταν οι Ιάπωνες του έδειξαν αμέσως φωτογραφίες Γιαπωνέζων γυναικών για γάμο. Μεταθανάτια της χορήγησε τον τίτλο Ευγενής σύζυγος Μινγκσιάν (明賢貴妃).

 

Λι Γιουκίν

Λι Γιουκίν

Το 1943 ο Που Γι παντρεύτηκε την τέταρτη σύζυγό του, μια 15χρονη φοιτήτρια ονόματι Λι Γιουκίν, η οποία ήταν Κινέζα Χαν από το Τσανγκτσούν του Γιλίν και χαρακτηρίστηκε ως η Παλλακίδα Φου (福貴人). Τον Φεβρουάριο του 1943, ο διευθυντής του σχολείου Κομπαγιάσι και η δασκάλα Φουτζίι της Ακαδημίας Κοριτσιών Ναν-Λινγκ πήγαν δέκα μαθήτριες σε ένα στούντιο φωτογραφίας για πορτρέτα. Τρεις εβδομάδες αργότερα, η δασκάλα του σχολείου και ο διευθυντής επισκέφθηκαν το σπίτι της Γιουκίν και της είπαν ότι ο Που Γι την διέτασσε να πάει στο παλάτι Μαντσουκούο για να σπουδάσει. Μεταφέρθηκε για πρώτη φορά απευθείας στον Γιασουνόρι Γιοσιόκα, ο οποίος την ανέκρινε διεξοδικά. Στη συνέχεια, ο Γιοσιόκα την πήγε πίσω στους γονείς της και τους είπε ότι ο Που Γι την διέταξε να σπουδάσει στο παλάτι υποσχόμενος ταυτόχρονα στους γονείς χρήματα. Αφού υποβλήθηκε σε ιατρικές εξετάσεις στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην αδελφή του Που Γι Γιάνχι όπου εκπαιδεύτηκε στο βασιλικό πρωτόκολλο. Δύο χρόνια αργότερα, όταν το Μαντσουκούο κατέρρευσε, η Γιουκίν επιβιβάστηκε στο ίδιο τρένο με την αυτοκράτειρα Ουάνρον, η οποία εκείνη την εποχή αντιμετώπιζε συμπτώματα στέρησης οπίου. Αμφότερες συνελήφθησαν από τους Σοβιετικούς και στάλθηκαν σε φυλακή στο Τσανγκτσούν. Η Γιουκίν αφέθηκε ελεύθερη το 1946 και επέστρεψε σπίτι της. Εργάστηκε σε εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας ενώ μελετούσε τα έργα του Καρλ Μαρξ και του Βλάντιμιρ Λένιν και το 1955 άρχισε να επισκέπτεται τον Που Γι στη φυλακή. Αφού υπέβαλε αίτηση στις Κινεζικές αρχές για διαζύγιο, η κυβέρνηση απάντησε στην επόμενη επίσκεψή της στη φυλακή δείχνοντάς ένα δωμάτιο με διπλό κρεβάτι διατάσσοντάς την να συμφιλιωθεί με τον Που Γι και το ζευγάρι υπάκουσε στην εντολή. Χώρισε τον Που Γι τον Μάιο του 1957, ενώ αργότερα παντρεύτηκε έναν τεχνικό και απέκτησε δύο γιούς. Κατά τη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης έγινε στόχος επίθεσης από τους Κόκκινους Φρουρούς επειδή ήταν η παλλακίδα του Που Γι. Πέθανε από ηπατικά προβλήματα το 2001.

Που Γι και Λι Σουξιάν

Λι Σουξιάν

Το 1962 στο πλαίσιο συμφωνίας με τον πρωθυπουργό Τσου εν Λάι, ο Που Γι παντρεύτηκε την πέμπτη και τελευταία σύζυγό του, Λι Σουξιάν, νοσοκόμα της Κινεζικής εθνότητας Χαν η οποία πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα το 1997 άκληρη. Η Λι Σουξιάν αφηγείται ότι έβγαιναν επί έξι μήνες πριν από το γάμο και τον βρήκε να είναι «… ένας άνθρωπος που χρειαζόταν απεγνωσμένα την αγάπη μου και ήταν έτοιμος να μου δώσει όση περισσότερο αγάπη μπορούσε».

Το τέλος

Όταν ο Μάο ξεκίνησε την Πολιτιστική Επανάσταση το 1966, οι Κόκκινοι Φρουροί στοχοποίησαν αμέσως τον Που Γι ως το απόλυτο σύμβολο της «παλαιάς Κίνας». Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να τεθεί υπό επιτήρηση χάνοντας πολλές από τις απλές πολυτέλειες που του είχαν χορηγηθεί στα χρόνια που ακολούθησαν μετά την απελευθέρωσή του από τη φυλακή. Εκείνη τη χρονική περίοδο, η υγεία του είχε κλονιστεί.

Στις 17 Οκτωβρίου 1967, σε ηλικία 61 ετών, ο Που Γι ο τελευταίος αυτοκράτορας της Κίνας, πέθανε από καρκίνο στα νεφρά. Η παράξενη και ταραχώδης ζωή του τελείωσε στην πόλη όπου είχε ξεκινήσει, πριν έξι δεκαετίες και τρία πολιτικά καθεστώτα.

Από αυτοκράτορας κηπουρός

Ενδιαφέροντα στοιχεία

Ο Άισιν Γκιόρο Που Γι, ήταν ο τελευταίος αυτοκράτορας της Κίνας. Έζησε μια ενδιαφέρουσα ζωή στην ταραχώδη εποχή αλλαγής της Κίνας. Τα ακόλουθα γεγονότα θα βοηθήσουν να κατανοήσετε καλύτερα τον Τελευταίο Αυτοκράτορα.

Το διάταγμα ενθρόνισης του Που Γι Amarespeco, CC BY-SA 4.0, via Wikimedia Commons

Ήταν ο μόνος αυτοκράτορας που ενθρονίστηκε τρείς φορές.

Ο Που Γί υπήρξε τελευταίος αυτοκράτορας τρεις φορές, αλλά δεν άσκησε εξουσία ούτε μια μέρα! Ήταν «ο αυτοκράτορας μαριονέτα».

Ενθρόνιση 1η: Από το 1908 έως το 1912 ήταν η πρώτη του θητεία, επί δυναστείας Τσινγκ ως αυτοκράτορας Σουάντονγκ. Στην πραγματικότητα εξουσία ασκούσε ο πατέρας του Ζάιφενγκ ως αντιβασιλέας πρίγκηπας.

Ενθρόνιση 2η: Το 1917, ο Που Γι αποκαταστάθηκε στο θρόνο από τον πολέμαρχο Ζανγκ Σουν, έναν πιστό στρατηγό της δυναστείας Τσίνγκ η αποκατάσταση της οποίας διήρκεσε μόνο 12 ημέρες.

Ενθρόνιση 3η: Το χρονικό διάστημα 1934 έως 1945, η Ιαπωνία διόρισε τον Που Γι κυβερνήτη του Μαντσουκούο, κράτους μαριονέτας της Ιαπωνικής Αυτοκρατορίας.

Ο Που Γι δεξιά σε ηλικία 3 ετών στέκεται δίπλα στον πατέρα του Ζάιφενγκ και τον μικρό αδελφό του Που Γιέ

Ήταν ο νεότερος αυτοκράτορας σε ηλικία μόλις 2 ετών

Σε ηλικία 2 ετών και 10 μηνών, ο Που Γι κλήθηκε στην Απαγορευμένη Πόλη (αυτοκρατορικό παλάτι) από την ετοιμοθάνατη αυτοκράτειρα Σίσι. Επρόκειτο να διαδεχθεί τον αυτοκράτορα Γκουανγκ Ξού, ο οποίος δεν είχε κληρονόμους. Ο Που Γι ήταν ανιψιός του Γκουανγκ Ξου.

Η Σίσι τον επέλεξε διότι πίστευε θα ήταν εύκολο για εκείνη να συνεχίσει να κυβερνά την Κίνα (παρασκηνιακά) καθώς ήταν απλά ένα μικρό παιδί. Φυσικά δεν περίμενε ότι θα πέθαινε μια μέρα πριν την ενθρόνιση του Πού Γι.

Η παραίτησή του ήταν το τέλος της αυτοκρατορικής Κίνας.

2.133 χρόνια κινεζικής αυτοκρατορικής ιστορίας τελείωσαν με ένα σημείωμα από την μητέρα του 6χρονου αυτοκράτορα. Η αυτοκράτειρα Λονγκ Γιού επικύρωσε την παραίτηση στις 12 Φεβρουαρίου 1912, παραδίδοντας την εξουσία στον στρατό του Γιέν Σικάι.

Ρέτζιναλντ Τζόνστον (αριστερά) & Που Γι

Ήταν ο πρώτος αυτοκράτορας που μιλούσε Αγγλικά και φορούσε κοστούμια.

Ο Που Γι έγινε ο πρώτος αυτοκράτορας που μίλησε και έγραψε αγγλικά (το 1917 και το 1934). Ήταν επίσης γνωστός ως Ερρίκος/Henry ένα όνομα που επιλέχθηκε από τον καθηγητή αγγλικής γλώσσας, Σκωτσέζο Ρέτζιναλντ Τζόνστον/Reginald Johnston.

Έχοντας μάθει αγγλικά, μαθηματικά, παγκόσμια ιστορία και γεωγραφία από τον Τζόνστον, ο Πού Γι διεύρυνε τους ορίζοντές του. Έκτοτε άρχισε να φορά κοστούμια και έκοψε την κοτσίδα του.

Ο τελευταίος αυτοκράτορας ήταν ο πρώτος αυτοκράτορας που χώρισε.

Ο Που Γι είχε πέντε συζύγους. Το 1931, η πρώτη σύζυγός του Γουέν Σόου, τον χώρισε λόγω «κενού βίου επί εννέα χρόνια». Η τρίτη σύζυγός του Λι Γιουκίν, τον χώρισε το 1945.

Επιστολές του Που Γι στον Στάλιν Amarespeco, CC BY-SA 4.0, via Wikimedia Commons

Εξέτισε ποινή φυλάκισης 10 ετών ως εγκληματίας πολέμου.

Μετά την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας το 1949, ο Που Γι έπρεπε να «μεταρρυθμιστεί» στο πλαίσιο του «Κομμουνιστικού προγράμματος επανεκπαίδευσης» για τους πολιτικούς κρατούμενους. Έτσι πέρασε δέκα χρόνια στο Κέντρο Διαχείρισης Εγκληματιών Πολέμου Φουσούν στην επαρχία Λιαονίνγκ από το 1950 έως το 1959.

Απλός πολίτης της Λαϊκής Δημοκρατίας Κίνας.

Αφότου αποφυλακίστηκε, έγινε πολίτης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας με ειδική άδεια από τον Πρόεδρο Μάο Ζεντόνγκ.

Ήταν μέλος μιας εθνικής οργάνωσης που υπηρετούσε τον λαό — της Πολιτικής Συμβουλευτικής Διάσκεψης του Κινεζικού Λαού (C.P.P.C.C).

Ο Που Γι το 1960 εργάστηκε ως κηπουρός και πωλητής εισιτηρίων στους Βοτανικούς Κήπους του Πεκίνου και από το 1964 μέχρι το θάνατό του το 1967, εργάστηκε ως συντάκτης για το C.P.P.C.C.

Πηγές – βιβλιογραφία

https://www.thoughtco.com/puyi-chinas-last-emperor-195612

https://www.chinahighlights.com/travelguide/china-history/puyi.htm

https://www.scmp.com/magazines/style/people-events/article/2115727/remembering-chinas-last-emperor-puyi-50-years-after

Edward Behr «The Last Emperor» Toronto: Futura (1987).