εξώφυλλο: Ο Γουσταύος Αδόλφος στη μάχη του Μπράιτενφελντ Johann Walter, Public domain, via Wikimedia Commons
copyright © μετάφραση – επιμέλεια Χείλων
Ο Γουσταύος ΙΙ Αδόλφος ή Χρυσός Βασιλιάς, ή Λέων του Βορρά ήταν βασιλιάς της Σουηδίας από το 1611 μέχρι το 1632. Υπήρξε ο θεμελιωτής της Σουηδικής ισχύος και αυτός που καθιέρωσε την Σουηδία ως μεγάλη Ευρωπαϊκή δύναμη κατά τον 17ο αιώνα. Φρόντισε για την διοίκηση και την οικονομία του κράτους αλλά πρωτίστως θεωρείται στρατιωτική ιδιοφυΐα, άριστος οργανωτής και αναθεωρητής της στρατιωτικής τέχνης. Ένθερμος Λουθηρανός, συμμετείχε στον Τριακονταετή Πόλεμο εισβάλλοντας στην Γερμανία για την άμυνα και επέκταση της Σουηδίας και για την προάσπιση του Προτεσταντισμού. Νίκησε σε όλες σχεδόν τις μάχες που διεξήγαγε έχοντας αντιμέτωπους μεγάλους στρατηγούς και σκοτώθηκε στην μάχη του Λούτσεν το 1632. Είναι ο μόνος Σουηδός βασιλιάς που αναφέρεται ως «Μέγας» και δικαίως αφού έφερε τη χώρα του από το χείλος της κατάρρευσης στο προσκήνιο ως μία από τις κυρίαρχες δυνάμεις στην Ευρώπη. Θεωρείται Πατέρας του Σύγχρονου Πολέμου αφού έφερε επανάσταση στη στρατιωτική στρατηγική και τακτική και μέχρι σήμερα, η επέτειος του θανάτου του είναι εθνική εορτή στη Σουηδία.

Ο Γουσταύος γεννήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 1594 στον Σουηδικό Βασιλικό Οίκο των Βάσα. Μητέρα του ήταν η Χριστίνα του Χόλσταϊν και πατέρας του ο βασιλιάς Κάρολος ΙΧ, ένας Προτεστάντης που σφετερίστηκε την εξουσία από τον αδελφό του, τον Καθολικό βασιλιά Σιγισμούνδο της Πολωνίας. Αμέσως μετά το θάνατο του Κάρολου ΙΧ, οι ευγενείς της Σουηδίας υποστήριξαν τον Γουσταύο Αδόλφο επειδή δεν ήθελαν να δώσουν το Σουηδικό στέμμα στον βασιλιά της Πολωνίας, ώστε να ενώσει τις δύο χώρες σε μια μεγάλη αυτοκρατορία και στη συνέχεια να αναγκάσει τους Σουηδούς να προσηλυτιστούν στον Καθολικισμό. Ο Σιγισμούνδος εξαγριώθηκε και όταν ο Γουσταύος Αδόλφος ανήλθε στο θρόνο της Σουηδίας το 1611 σε ηλικία 16 ετών η κατάσταση ήταν ήδη εκρηκτική.
Κληρονομικοί πόλεμοι
Ο νεαρός βασιλιάς κληρονόμησε τρείς πολέμους με την Δανία – Νορβηγία, την Ρωσία και την Πολωνία. Νότια, η Γερμανία βρισκόταν ήδη στα πρώτα στάδια ενός εμφυλίου πολέμου που επρόκειτο να εξελιχθεί σε μια σύγκρουση που θα σκότωνε περίπου 8 εκατομμύρια ανθρώπους. Η Σουηδία ήταν χρεωκοπημένη (πιθανώς από τους πολέμους) οι ευγενείς ήταν όλοι εξαγριωμένοι (μισούσαν τον Κάρολο) και ο θείος του Σιγισμούνδος διατηρούσε ακόμα νόμιμη αξίωση στο Σουηδικό θρόνο και ήταν έτοιμος να την διεκδικήσει με τις δυνάμεις του Πολωνο-Λιθουανικού συνασπισμού.
Επιπλέον ο Γουσταύος μόλις ανέλαβε καθήκοντα πληροφορήθηκε ότι στόλος από τριάντα έξι πολεμικά πλοία της Δανίας κατευθυνόταν προς τη Στοκχόλμη για να την πολιορκήσει.

Ο Γουσταύος συγκέντρωσε αμέσως το στρατό του και έφιπποι κατευθύνθηκαν προς τον Δανικό στόλο. Αφού διάνυσαν την απόσταση καλπάζοντας νυχθημερόν & έλκοντας πυροβόλα, ο νέος βασιλιάς και οι άνδρες του έσπευσαν προς τις οχυρωμένες πλαγιές των Σουηδικών ακτών, ελπίζοντας να φτάσουν εκεί πριν τον εχθρό. Ενεργώντας με ταχύτητα και παρακινούμενοι από την αφοσίωση του έφηβου βασιλιά τους, οι Σουηδοί έφτασαν στους βράχους έστησαν τα πυροβόλα και ανατίναξαν τον Δανικό στόλο βυθίζοντας μερικά πλοία, αναγκάζοντας την υπόλοιπη αρμάδα να επιστρέψει στην Κοπεγχάγη. Λίγους μήνες αργότερα, ο Γουσταύος κατέλαβε μόνος του ένα Δανικό οχυρό βαδίζοντας μέχρι την πύλη με 500 άνδρες, εξαπατώντας τους Δανούς φρουρούς, ότι ο στρατός ήταν ομάδα μισθοφόρων που έρχονταν να βοηθήσουν στην άμυνα του οχυρού το οποίο στη συνέχεια κατέλαβε μόλις οι φρουροί επέτρεψαν την είσοδο. Το 1613 υπέγραψε την Συνθήκη του Κνάρεντ/Knäred, τερματίζοντας τον πόλεμο Κάλμαρ/Kalmar (Σουηδία εναντίον Δανίας & Νορβηγίας) η οποία δεν κόστισε στη Σουηδία απώλεια εδαφών, αλλά αναγκάστηκε να πληρώσει βαριά αποζημίωση στη Δανία-Νορβηγία.
Στη συνέχεια, ο Αδόλφος έστρεψε την προσοχή του στη Ρωσία, όπου προσάρτησε την Ίνγκρια/Ingria και το Κέξολμ/Kexholm, κατέλαβε εδάφη στη Φινλανδία και την Εσθονία, διέκοψε την πρόσβαση της Ρωσίας στη Βαλτική Θάλασσα, κατέλαβε τα εδάφη όπου βρίσκεται σήμερα η πόλη της Αγίας Πετρούπολης και στη συνέχεια δήλωσε «Ο εχθρός τώρα δεν μπορεί να ρίξει ούτε βάρκα στη Βαλτική χωρίς την άδειά μας». Η Συνθήκη του Στόλμποβο το 1617 τερμάτισε τον πόλεμο και η Ρωσία έπαψε να έχει πρόσβαση σε μη παγωμένο υδάτινο σώμα μέχρι την εποχή του Πέτρου του Μέγα 100 χρόνια αργότερα.
Αφού έκλεισε τα δύο μέτωπα, ο Γουσταύος έστρεψε την προσοχή του στον θείο του Σιγισμούνδο, τον βασιλιά της Πολωνίας που εξακολουθούσε να διεκδικεί το Σουηδικό θρόνο. Ο Γουσταύος επιτέθηκε στις Πολωνικές δυνάμεις στη Λετονία, κατέλαβε τη Ρίγα και ηγήθηκε προσωπικά όλων των επιθέσεων στις εχθρικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένης μιας επίθεσης ιππικού το 1627, όπου ο 33χρονος πλέον βασιλιάς δέχθηκε σφαίρα στο στήθος αλλά συνέχισε να μάχεται. Σε μελλοντικές μάχες, αυτή η πληγή θα ταλαιπωρούσε τον Γουσταύο τόσο άσχημα που ήταν εξαιρετικά άβολο να φορέσει μεταλλικό θώρακα και έκτοτε μαχόταν έφιππος φορώντας κανονική στολή.

Οργάνωση του κράτους
Οι καινοτομίες και δραστηριότητες του Γουσταύου δεν περιορίστηκαν στο πεδίο της μάχης. Παρότι παραχώρησε υπερβολικά οικονομικά προνόμια στους ευγενείς – προφανώς για να εξασφαλίσει την αφοσίωσή τους – σταθεροποίησε την οικονομία και μερίμνησε για τα νοσοκομεία & την περίθαλψη των φτωχών. Αναδιοργάνωσε το Σουηδικό Κοινοβούλιο (Ρίκσταγκ/Riksdag) θεσπίζοντας Υπουργείο Οικονομικών, Υπουργείο Πολέμου, Ανώτατο Δικαστήριο και Ναυαρχείο. Ίδρυσε σχολεία, προικοδότησε πλουσιοπάροχα το Πανεπιστήμιο της Ουψάλα και το Πανεπιστήμιο του Τάρτου/Tartu, ίδρυσε την πόλη Γκέτεμποργκ, καθιέρωσε τη Στοκχόλμη ως πρωτεύουσα της Σουηδίας και ανόρθωσε την οικονομία αυξάνοντας το εμπόριο χαλκού και κασσίτερου (εμποδίζοντας την πρόσβαση της Ρωσίας στη Βαλτική Θάλασσα, όλο το εμπόριο διεξαγόταν μέσω Σουηδίας).
Δημιούργησε τον πρώτο επαγγελματικό στρατό της σύγχρονης εποχής. Οι στρατοί αρκετές εκατοντάδες χρόνια πριν τον Γουσταύο διέπονταν από ένα πεπαλαιωμένο σύστημα στο οποίο οι άρχοντες ανέφεραν στους βασιλείς και οι περισσότεροι στρατοί αποτελούνταν από μισθοφόρους που μάχονταν για τα λάφυρα από τις λεηλασίες. Ο Γουσταύος καθιέρωσε στρατολόγηση, συνέταξε επαγγελματικό στρατό, πλήρωσε τους στρατιώτες, τους έδωσε στολές και το σημαντικότερο, τους εκπαίδευσε ώστε να μπορούν να παρελαύνουν, να πυροβολούν, να ιππεύουν και να μάχονται ως επαγγελματίες αντί σαν άτακτο πλήθος. Έφερε επίσης μεγάλες προόδους στην τακτική και την τεχνολογία όπλων, κατασκευάζοντας ελαφρύτερα όπλα και κανόνια, εφοδιάζοντας με χάρτινα φυσίγγια τους στρατιώτες και οργανώνοντας τα στρατεύματά του σε μικρότερες, πιο ευέλικτες μονάδες (εφηύρε και επινόησε τη λέξη ταξιαρχία).

Ο μοιραίος πόλεμος
Εκτός από τα πολεμικά και οργανωτικά επιτεύγματα ο Γουσταύος είναι γνωστός για τη συμμετοχή του στον Τριακονταετή Πόλεμο. Ο εν λόγω πόλεμος ξεκίνησε στη Γερμανία το 1618 ως διαμάχη μεταξύ Καθολικών και Προτεσταντών. Οι Καθολικοί του Οίκου των Αψβούργων της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είχαν καταλάβει το θρόνο της Βοημίας και προσπαθούσαν να μετατρέψουν βίαια όλη τη Γερμανία σε Παπική, γεγονός που ανησυχούσε τον Γουσταύο διότι οι Καθολικοί υποστηρίζονταν από τον βασιλιά Σιγισμούνδο της Πολωνίας ο οποίος θα εκμεταλλευόταν την υποστήριξη για να εξαπολύσει επίθεση κατά της Σουηδίας με στόχο την εξόντωση του.
Ο Γουσταύος παρακινούμενος από θρησκευτική πίστη ή πολιτικά – στρατιωτικά συμφέροντα, προσέφερε βοήθεια στους Προτεστάντες της Γερμανίας, οι οποίοι αρχικά αρνήθηκαν διότι το Ελεκτοράτο της Σαξονίας μπορεί να μισούσε τους Αψβούργους, αλλά δεν τους άρεσε η ιδέα 30.000 βαριά οπλισμένων Σουηδών να περιφέρονται στο βασίλειο. Όλα αυτά άλλαξαν τον Μάιο του 1631, όταν οι αυτοκρατορικές δυνάμεις υπό τη διοίκηση του Γιόχαν Τσέρκλας/Johamm Tserclaes Κόμη του Τίλλι κατέλαβαν την Προτεσταντική πόλη Μαγδεμβούργο την οποία κατέστρεψαν, αφού οι 2500 στρατιώτες που παραδόθηκαν στους Αυτοκρατορικούς σφαγιάστηκαν, η πόλη πυρπολήθηκε και λεηλατήθηκε και 20.000 από τους 30.000 πολίτες της πόλης σκοτώθηκαν. Ήταν η μεγαλύτερη θηριωδία που διαπράχθηκε σε έναν πόλεμο με φρικτά εγκλήματα και από τις δύο πλευρές.
Όταν ο Τσέρκλας βάδισε στη Σαξονία και πολιόρκησε τη Λειψία, το Ελεκτοράτο της Σαξονίας άλλαξε γνώμη και εκχώρησε τον στρατό του στον Γουσταύο Αδόλφο, ο οποίος διέθετε πλέον υπό τον έλεγχό του σχεδόν 30.000 άνδρες– έναν ισχυρό πυρήνα επαγγελματιών Σουηδών στρατιωτών, αρκετές ταξιαρχίες Ολλανδών, Σκωτσέζων και Γερμανών μισθοφόρων και περίπου 10.000 Σάξονες.

Ο Γουσταύος Αδόλφος αντιμετώπισε τον Τσέρκλας στο Μπράιτενφελντ/Breitenfeld, περίπου πέντε μίλια βόρεια της Λειψίας. Ο Τσέρκλας παρέταξε τους 35.000 άνδρες του σε κορυφογραμμή με τυπικό σχηματισμό τοποθετώντας στην κορυφή το βαρύ πυροβολικό. Ο Γουσταύος παρατάχθηκε απέναντί του με τις μικρότερες, πιο ευκίνητες ταξιαρχίες του.
Η μάχη ξεκίνησε με κανονιοβολισμούς και παρά την υπεροχή των αυτοκρατορικών οι Σουηδοί επικράτησαν. Τα όπλα του Τσέρκλας ήταν πολύ μεγαλύτερα, αλλά τα Σουηδικά όπλα ήταν ελαφρά, ευκίνητα, μπορούσαν να πυροδοτήσουν πολύ πιο γρήγορα και στόχευαν σε πολύ μεγαλύτερους στόχους. Εν τω μεταξύ, οι μικρότερες ταξιαρχίες των Σουηδών κατείχαν περισσότερο κενό χώρο στο πεδίο μάχης με αποτέλεσμα λιγότερες απώλειες από τις εκρήξεις των οβίδων.
Το αυτοκρατορικό ιππικό αντέδρασε και 5.000 ιππείς επιτέθηκαν πυροβολώντας προς τις Σουηδικές γραμμές με αποτέλεσμα οι Σάξονες πανικόβλητοι να τραπούν σε φυγή.
Ο Γουσταύος βρέθηκε σε δυσμενή θέση αφού εκτέθηκε το αριστερό πλευρό, το αυτοκρατορικό πεζικό επιτίθετο και το ιππικό του Τσέρκλας έκανε κυκλωτικές κινήσεις. Οποιοσδήποτε άλλος στρατός στον κόσμο εκείνη τη στιγμή θα είχε συντριβεί.
Αλλά ο Γουσταύος Αδόλφος δεν παραιτήθηκε. Καθώς το αντίπαλο πεζικό και ιππικό επιτίθεντο περιμένοντας να συντρίψουν τις Σουηδικές δυνάμεις, έκπληκτοι είδαν το αριστερό κέντρο των Σουηδών να ανοίγεται και να πυροβολεί εξ επαφής με μουσκέτα και κανόνια, αναχαιτίζοντας την επίθεση. Αυτό το είδος του ελιγμού ήταν μεν σύνηθες στα στρατεύματα της Ναπολεόντειας Εποχής ή του Εμφυλίου Πολέμου, αλλά το 1631 ουδείς είχε ξαναδεί τέτοια επίδειξη στρατιωτικής πειθαρχίας από την εποχή του Αυγούστου Καίσαρα.

Η επίθεση κλιμακώθηκε και επιβραδύνθηκε και στη συνέχεια ο Τσέρκλας παρατήρησε έκπληκτος τον Γουσταύο να εφορμά επικεφαλής του Σουηδικού ιππικού στην κορυφογραμμή στο αυτοκρατορικό πυροβολικό.
Ο Αδόλφος ελισσόμενος πίσω από τον εχθρό, αφού χτύπησε το πυροβολικό και σκότωσε τους πυροβολητές, τοποθέτησε Σουηδούς στα πυροβόλα και άνοιξε πυρ στους αντιπάλους εκ των όπισθεν. Αυτοί που πριν από λίγο νόμιζαν ότι είχαν κερδίσει τη μάχη εγκλωβίστηκαν τώρα σε μέγγενη, δεχόμενοι πυρά από μπροστά και από πίσω.
Οι αυτοκρατορικές δυνάμεις εξολοθρεύθηκαν σχεδόν ολοκληρωτικά έχοντας υποστεί 27.000 απώλειες μέσα σε λίγες ώρες και όλο το πυροβολικό περιήλθε στους Σουηδούς. Ο Τσέρκλας επέζησε, αλλά λίγες εβδομάδες αργότερα θα σκοτωνόταν σε μάχη προσπαθώντας να επιβραδύνει την προέλαση των δυνάμεων του Γουσταύου κατά μήκος του ποταμού Λέχ.
Οι Σουηδοί έχασαν 3.000 άνδρες, οι περισσότεροι από αυτούς κατά τη διάρκεια των εναρκτήριων κανονιοβολισμών. Ήταν μια τόσο λαμπρή νίκη που άλλαξε εντελώς όλο τον Ευρωπαϊκό πόλεμο, θεσπίζοντας ένα νέο σύνολο στρατιωτικών τακτικών που χρησιμοποιούνταν σε όλη την Ευρώπη από το 1631 μέχρι την εφεύρεση του οπλοπολυβόλου.

Ο Γουσταύος Αδόλφος θεωρήθηκε ως ο Ήρωας του Προτεσταντισμού, αλλά το έργο του δεν είχε ολοκληρωθεί. Προχώρησε εμπρός, διασχίζοντας τον ποταμό Λέχ/Lech με πρόθεση να καταλάβει το Μόναχο και να νικήσει τον Δούκα της Βαυαρίας. Οι Αυτοκρατορικοί έστειλαν τον μεγαλύτερο στρατηγό τους – τον Κόμη Άλμπρεχτ φον Βάλλενσταϊν/Albrecht von Wallenstein – να αντιμετωπίσει τον Αδόλφο. Στις 16 Νοεμβρίου 1632, στο Λούτζεν/Lützen κοντά στην Λειψία, ο Γουσταύος με 25.000 Σουηδούς και Γερμανούς Προτεστάντες αντιμετώπισε τον Βάλλενσταϊν με 40.000 άντρες. Η μάχη άρχισε στις 11.00 και διήρκεσε μέχρι το βράδυ με πολλές μεταπτώσεις. Προ της ορμής των Σουηδών ο Βάλλενσταϊν αναγκάστηκε να υποχωρήσει, ενώ ο στρατηγός Πάππενχάιμ συγκράτησε την υποχώρηση και αντεπιτέθηκε αλλά τραυματίστηκε θανάσιμα. Στις 13.00 περίπου ο Γουσταύος βλέποντας ρήγμα σ’ ένα σημείο της παράταξής του, όρμησε επί κεφαλής ενός συντάγματος ιππικού. Λόγω της πολύ πυκνής ομίχλης που επικρατούσε και του καπνού της μάχης, αποκόπηκε από τους άντρες του. Μια σφαίρα συνέτριψε τον αριστερό του πήχυ και ταυτόχρονα τραυματίστηκε το άλογό του, που ακυβέρνητο τον έφερε πίσω από τις εχθρικές γραμμές. Μια ακόμη σφαίρα τον χτύπησε στα νώτα καθώς το παλαιό του τραύμα δεν επέτρεπε να φορά βαριά πανοπλία με αποτέλεσμα να πέσει από το άλογο και οι αυτοκρατορικοί θωρακοφόροι να τον διαπεράσουν με τα ξίφη τους. Μια σφαίρα στον κρόταφο τον αποτελείωσε σε ηλικία 37 ετών. Καθώς ξεψυχούσε στο πεδίο της μάχης, ο Σουηδικός στρατός συσπειρώθηκε, επιτέθηκε και συνέτριψε το στρατό του φον Βάλλενσταϊν, τερματίζοντας την αυτοκρατορική κυριαρχία στην περιοχή. Οι πόλεις της Βόρειας Γερμανίας ουδέποτε έγιναν Καθολικές.

Αποτίμηση
Ο Γουσταύος Αδόλφος θεωρείται στρατιωτική ιδιοφυΐα και «πατέρας του σύγχρονου πολέμου». Εισήγαγε τις συνδυασμένες κινήσεις όλων των όπλων, την χρήση πυροβολικού από μονάδες του ιππικού και τις επιθετικές τακτικές μάχης. Μείωσε κατά πολύ το βάθος των σχηματισμών του – σε πέντε ή έξι γραμμές μόνο – και τους προσέδωσε μεγάλη ευελιξία. Οι διάφορες μονάδες του δεν είχαν αυστηρά καθορισμένα καθήκοντα: στην πρώτη μάχη του Μπράιτενφελντ και στο Λούτσεν, τα τμήματα εφόδου (ιππικό και πεζικό) ήταν σε θέση να χειριστούν τα πυροβόλα του εχθρού που αιχμαλώτισαν. Ο Κλάουζεβιτς στο «Περί Πολέμου» του (Vom Kriege, κεφ. V) τοποθετεί τον Γουσταύο δίπλα στους Αλέξανδρο, Καίσαρα, Μέγα Φρειδερίκο και Ναπολέοντα.
Οι πόλεμοί του κατέστησαν την Σουηδία κυρίαρχη δύναμη στην Βαλτική για τα επόμενα 100 χρόνια. Δεν είναι βέβαιο για το κατά πόσον ο θρησκευτικός του ζήλος υπερίσχυε των κατακτητικών του διαθέσεων ή αν αγωνιζόταν για την άμυνα της Σουηδίας και του Προτεσταντισμού και όχι για την κατάκτηση του στέμματος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Το βέβαιο είναι ότι θεμελίωσε μια Σουηδική αυτοκρατορία και συνετέλεσε τα μέγιστα στην διατήρηση του Προτεσταντισμού.
Λίγο μετά τον θάνατό του, τον Φεβρουάριο του 1633, το Σουηδικό Ρίκσταγκ τον ανακήρυξε Μέγα (Gustaf Adolf den Store, λατιν. Gustavus Adolphus Magnus).
Η ημέρα θανάτου του (Gustav Adolfsdagen – 6 Νοεμβρίου με το Ιουλιανό ημερολόγιο) είναι εθνική γιορτή στην Σουηδία και γιορτάζεται επίσης στην Φινλανδία και στην Εσθονία.
Η έκφραση Lützendimma (ομίχλη του Λούτζεν) χρησιμοποιείται ακόμη στην Σουηδία για την πολύ πυκνή ομίχλη.
Ο Γουσταύος Αδόλφος τιμάται ευρέως από τους Προτεστάντες στην Ευρώπη ως ο κύριος υπερασπιστής του σκοπού τους κατά τη διάρκεια του Τριακονταετούς Πολέμου, με πολλές εκκλησίες, ιδρύματα και άλλες δραστηριότητες να φέρουν το όνομά του. Υπήρξε σύμβολο της Σουηδικής υπερηφάνειας και το όνομά του συνδέεται με πλατείες πόλεων σε μεγάλες πόλεις όπως η Στοκχόλμη, το Γκέτεμποργκ και το Χέλσινγκμποργκ. Η Ημέρα Γουσταύου Αδόλφου γιορτάζεται στη Σουηδία και τη Φινλανδία κάθε χρόνο στις 6 Νοεμβρίου, την ημέρα που ο βασιλιάς πέθανε στο Λούτζεν. Μία από τις παραδόσεις αυτής της ημέρας είναι η ζύμη Γουσταύου Αδόλφου. Στη Φινλανδία, η εν λόγω ημέρα ονομάζεται «Σουηδική ημέρα». Το Κολλέγιο Γουσταύος Αδόλφος, ένα Λουθηρανικό κολέγιο στη Μιννεσότα ονομάστηκε προς τιμήν του.

Οικογένεια
Νυμφεύτηκε το 1620 τη Μαρία-Ελεονόρα, κόρη του Ιωάννη-Σιγισμούνδου Εκλέκτορα του Βρανδεμβούργου με την οποία απέκτησε τέσσερα τέκνα:
-
Την Χριστίνα 1626-1689, βασίλισσα της Σουηδίας.
-
Μία κόρη το 1621 και έναν γιο το 1625 που απεβίωσαν νήπια και το 1623 ακόμη μια κόρη ονόματι Χριστίνα που απεβίωσε το 1624.
-
Από την ερωμένη του Μαργαρίτα Σλοτς απέκτησε τον νόθο Γουσταύο του Βάσαμποργκ 1616-1653, Λουθηρανό διοικητή του πριγκιπάτου-επισκοπής του Οσναμπρύκ, κόμη του Νύστατ.
Πηγές – βιβλιογραφία
https://en.wikipedia.org/wiki/Gustavus_Adolphus_of_Sweden
Nevitt Trevor Dupuy. «The Military Life of Gustavus Adolphus: Father of Modern War» (1969).
Richard Brzezinski «The Army of Gustavus Adolphus» (1993).
Erik Thomson «Beyond the Military State: Sweden’s Great Power Period in Recent Historiography». History Compass’ 9.4 (2011)