Γράφει ο Χείλων
Στα χρόνια που ακολούθησαν μετά την μάχη της Ζάμα και την ήττα του Αννίβα στον Β’ Καρχηδονιακό πόλεμο, η Ρώμη και η Καρχηδόνα διατήρησαν εκατέρωθεν μια εύθραυστη σχέση κατακτητή – κατακτημένου. Η Ρώμη συνέχισε να επεκτείνεται στην Ανατολή, ενώ ταυτόχρονα αντιμετώπιζε τα εμφανιζόμενα προβλήματα στα νεοαποκτηθέντα Ισπανικά εδάφη. Επίσης συνέχισε να υποστηρίζει τον Μασινίσσα, ενθαρρύνοντας διακριτικά τις επιδρομές των Νουμιδών στα Καρχηδονιακά εδάφη, ενώ η Καρχηδόνα παρακαλούσε για Ρωμαϊκή παρέμβαση. Αμέσως μετά τον δεύτερο Καρχηδονιακό πόλεμο, ο Αννίβας διατήρησε τη δύναμή του στην Καρχηδόνα και έκανε σημαντικό έργο στην πάταξη της διαφθοράς και την οικονομική ανάκαμψη, αλλά η αντιπαλότητα με την Ρώμη θα προκαλούσε την εκδίωξή του. Ενόσω οι Ρωμαίοι ήσαν σε πόλεμο με το Αντίοχο Γ’ της Συρίας, ο Αννίβας είχε ήδη εξοριστεί, με αποτέλεσμα να προσχωρήσει στο στρατόπεδο του Αντιόχου.
Η απομάκρυνση του Αννίβα από την Καρχηδόνα ελάχιστα συνέβαλλε στην βελτίωση των σχέσεων με τους δύσπιστους και εκδικητικούς Ρωμαίους. Οι όροι της συνθήκης με τη Ρώμη προέβλεπαν την διάλυση του στρατού, με αποτέλεσμα να προκύπτει σημαντική εξοικονόμηση χρημάτων. Το καθεστώς που αντικατέστησε τον Αννίβα προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τα εν λόγω οικονομικά δεδομένα προς όφελος των σχέσεων με τους Ρωμαίους, αλλά εις μάτην. Οι προσπάθειες για την εφάπαξ αποπληρωμή του ετήσιου φόρου απορρίφθηκαν (για να παραμείνει η υποχρέωση της Καρχηδόνας να πληρώνει φόρο «υποτέλειας») και οι αποστολές σιτηρών που εστάλησαν ως δώρα για να βοηθήσουν τους Ρωμαίους στην Ελλάδα και Μακεδονία πληρώθηκαν στο ακέραιο από την Σύγκλητο. Ήταν σαφές ότι οι Ρωμαίοι δεν ήθελαν φιλική σχέση με τους Καρχηδόνιους.

Ο Μασινίσσα και ο Νουμιδικός στρατός προκαλούσε συνεχώς την Καρχηδόνα. Εκτός από την Ρωμαϊκή εύνοια προς τον Μασινίσσα, οι υποχρεώσεις των Ρωμαίων σε άλλα σημεία της αυτοκρατορίας τους ανάγκασαν να ελαττώσουν την πίεση προς την Καρχηδόνα, αλλά από το 170 και 160 π.Χ., αυτή η στάση άλλαξε άρδην. Το 162 π.Χ ο Μασινίσσα εισβάλλει για ακόμη μια φορά στα Καρχηδονιακά εδάφη και οι εκκλήσεις της Καρχηδόνας προς την Ρώμη για βοήθεια, αγνοούνται επιδεικτικά. Επιπλέον επιτρέπεται στον Μασινίσσα να κρατήσει τα εδάφη με αποτέλεσμα οι σχέσεις να κλονισθούν ακόμη περισσότερο. Την επόμενη δεκαετία, το 150 π.Χ, αυξάνεται η Νουμιδική δραστηριότητα και ταυτόχρονα και οι διπλωματικές αποστολές στην Ρώμη με αιτήματα βοήθειας, οι οποίες απορρίπτονται. Επιπλέον εκτός της απροκάλυπτης ανοχής στις προκλήσεις του Μασινίσσα, η Ρώμη δεν κηρύττει πόλεμο, αφήνοντας την αστυνόμευση της Καρχηδόνας στους Νουμίδες. Εντούτοις παρά του ότι η Καρχηδόνα εξακολουθούσε να θεωρείται απειλή για την Ρώμη, υπήρχαν αρκετοί Συγκλητικοί που υποστήριζαν την ειρήνη, ή τουλάχιστον μια δικαιότερη συνθήκη, εν αντιθέσει με άλλους οι οποίοι επεδίωκαν την πολεμική λύση.
Οι επαναλαμβανόμενες Νουμιδικές επιδρομές εξώθησαν την κατάσταση στο απροχώρητο προς τα τέλη του 150 π.Χ. Το 153 π.Χ, μια ακόμη Καρχηδονιακή καταγγελία, προκάλεσε την αποστολή Ρωμαϊκής αντιπροσωπείας (ουσιαστικά αποστολή κατασκοπείας) στην Καρχηδόνα, με επικεφαλής τον Κάτωνα τον πρεσβύτερο. Με πρόφαση την έρευνα των καταγγελιών, οι Ρωμαίοι επιθεωρούν όλες τις περιοχές της επικράτειας των Καρχηδονίων και ο Κάτων ενοχλείται από τον εμφανή πλούτο της Καρχηδόνας και την ευημερία. Έτσι επιστρέφοντας στη Ρώμη, παρακινεί τους Ρωμαίους σε πόλεμο κατά της Καρχηδόνας προκειμένου να αποτρέψουν μια πιθανή ανάκαμψη.

Υπάρχει μια αναφορά στον Κάτωνα σύμφωνα με την οποία αγορεύοντας στην Γερουσία δραματοποίησε τον κίνδυνο της Καρχηδόνας έναντι της Ρώμης, όταν τινάζοντας τις πτυχώσεις της τηβέννου μεγάλα Αφρικανικά σύκα έπεσαν στο έδαφος. Όταν οι γερουσιαστές θαύμασαν το μέγεθος των σύκων ο Κάτων είπε………… «αυτά τα θαυμάσια δείγματα απέχουν μόνο πέντε μέρες ταξίδι». Ο Κάτων ήθελε να καταδείξει ότι οι όροι της συνθήκης ουδόλως παρεμπόδιζαν την οικονομική ευημερία της Καρχηδόνας και σε σύντομο χρονικό διάστημα, θα αποτελούσε ξανά απειλή για την Ρώμη.
Οποιαδήποτε και αν ήταν η οπτική γωνία προσέγγισης των λεγομένων του Κάτωνα, απώτερος σκοπός ήταν η κήρυξη πολέμου. Από αυτό το σημείο, μέχρι την κήρυξη του πολέμου, ο Κάτων ανέφερε την περίφημη ρήση μετά από κάθε λόγο στην Σύγκλητο: «ceterum censeo delendam esse Carthaginem (γνώμη μου είναι ότι η Καρχηδόνα πρέπει να καταστραφεί)». Έχει καταγραφεί ότι χρησιμοποιούσε την εν λόγω ρήση, μετά από κάθε φράση του ανεξαρτήτως του θέματος.

Η Ρωμαϊκή ολιγωρία στις εκκλήσεις των Καρχηδονίων οδήγησε σε αλλαγή της Καρχηδονιακής κυβέρνησης. Το 151 π.Χ ένα κόμμα αντίθετο με την πολιτική κατευνασμού είχε έρθει στην εξουσία,. Ήταν το έτος που ο Μασινίσσα πολιόρκησε μια Καρχηδονιακή πόλη και η νέα κυβέρνηση αποφάσισε ότι οι προσπάθειες για Ρωμαϊκή παρέμβαση είχαν εξαντληθεί. Μια στρατιά από 25.000 νεοσυλλέκτους οργανώθηκε και επιχείρησε να άρει την πολιορκία. Οι Νουμιδοί συνέτριψαν το άπειρο στράτευμα και ο χιλίαρχος, Πόπλιος Κορνήλιος Σκιπίων Αιμιλιανός (εγγονός του Σκιπίωνα του Αφρικανού από υιοθέτηση) ήταν εκεί για να βεβαιώσει τη μάχη. Είχε σταλεί από την Ισπανία προκειμένου να μεριμνήσει για την αποστολή πολεμικών ελεφάντων από τον Μασινίσσα και απλά έτυχε να παρίσταται στην σφαγή. Η αναφορά που διαβιβάσθηκε στην Ρώμη, ερμηνεύθηκε ως παραβίαση της συνθήκης και συγκεκριμένα του όρου να διεξάγουν πόλεμο κατόπιν Ρωμαϊκής αδείας, με συνέπεια η όλη κατάσταση να λάβει πολεμική χροιά.
Οι νέες προσπάθειες από την Καρχηδόνα να κατευνάσει τους Ρωμαίους αγνοήθηκαν και η Καρχηδονιακή πόλη Ούτικα παραδόθηκε άνευ όρων στην Ρώμη πριν καν ξεσπάσει πόλεμος. Η Ρώμη τελικά κήρυξε τον πόλεμο και απέστειλε από την Σικελία στην Ούτικα, δύο στρατιές αποτελούμενες από 80.000 πεζικό και 4.000 ιππικό. Μόλις τα στρατεύματα έφτασαν στην πόλη, ο πανικόβλητος λαός παραδόθηκε στις Ρωμαϊκές λεγεώνες, καταθέτοντας περισσότερα από 200.000 ατομικά όπλα και 2.000 όπλα πολιορκίας. Πιέζοντας οι Ρωμαίοι την Καρχηδόνα σε πόλεμο, το κατάφεραν με μια τελευταία απαίτηση. Ζήτησαν από τους Καρχηδόνιους να εγκαταλείψουν την Καρχηδόνα, ως τιμωρία για την ανυπακοή, αλλά ο πληθυσμός ήταν ελεύθερος να φύγει και να εγκατασταθεί όπου επιθυμούσε, αρκεί ο τόπος εγκατάστασης να απείχε τουλάχιστον 10 μίλια από την θάλασσα. Η Καρχηδόνα τελικά αφυπνίστηκε, αντιλαμβανόμενη ότι τελικά ο πόλεμος ήταν η μόνη επιλογή.
Ενώ η Καρχηδόνα προετοιμαζόταν για πολιορκία, ο Ρωμαϊκός στρατός επλήγη από επιδημία. Έχοντας υποστεί απώλειες, ήταν ανίκανος να επιτεθεί στην Καρχηδόνα αιφνιδιαστικά. Ήσσονος σημασίας επιθέσεις που πραγματοποιήθηκαν έξω από την πόλη, απέφεραν ελάχιστα αποτελέσματα. Το 147 π.Χ η Γερουσία αντελήφθη ότι μετά τις εκστρατείες του Σκιπίωνα του Αφρικανού και την νίκη του επί του Αννίβα στη Ζάμα, η Καρχηδόνα δεν μπορούσε να ηττηθεί χωρίς έναν Σκιπίωνα επικεφαλής και έτσι ο άνθρωπος που είχε αναφέρει πρώτος την παραβίαση της Συνθήκης εξελέγη πρόξενος. Ο Πόπλιος Κορνήλιος Σκιπίων ανέλαβε την διοίκηση και αμέσως να σημείωσε πρόοδο. Αναγκάζοντας τον εχθρό να αποσυρθεί εντός της πόλης, απέκλεισε το λιμάνι για τον αποκλεισμό προμηθειών και λεηλάτησε την γύρω περιοχή. Μέχρι τον χειμώνα του 147/146 π.Χ οι Ρωμαίοι κατέλαβαν τα περίχωρα της Καρχηδόνας και προετοιμάζονταν για την τελική επίθεση.
Η άνοιξη του 146 π.Χ άρχισε με επίθεση στην πόλη. Επί έξι ημέρες διεξάγονταν βίαιες οδομαχίες, απόδειξη της σθεναρής αντίστασης των Καρχηδονίων και της Ρωμαϊκής αποφασιστικότητας. Καταλαμβάνοντας πρώτα τα τείχη (περιμετρικά) και κατόπιν το υπόλοιπο φρούριο οι Ρωμαίοι ήσαν ελεύθεροι να σπέρνουν τον όλεθρο στον άμαχο πληθυσμό. Πριν την τελική παράδοση των Καρχηδονίων, μια πόλη περίπου 700.000 κατοίκων μειώθηκε σε μόλις 50.000 υπερασπιστές και όσοι επέζησαν πωλήθηκαν ως σκλάβοι.
Κατόπιν και παρά τις αντιρρήσεις του Σκιπίωνα η πόλη ισοπεδώθηκε. Οι Ρωμαίοι κατέστρεψαν το λιμάνι, κατεδάφισαν όλες τις μεγάλες πέτρινες κατασκευές και πυρπόλησαν την πόλη επί 10 ημέρες (οι φήμες ως προς το αλάτισμα του εδάφους για την αποτροπή επανεγκατάστασης, ήταν μια ιστορία που διεδόθη πολύ αργότερα και ίσως να μην ευσταθεί). Η Καρχηδόνα ως οικονομική και στρατιωτική δύναμη έπαυσε να υφίσταται και η πόλη θα ανοικοδομείτο 150 χρόνια αργότερα, επί βασιλείας Αυγούστου.

Το Καρχηδονικό έδαφος κατά μήκος της ακτής και ελαφρώς στο εσωτερικό οργανώθηκε ως Ρωμαϊκή επαρχία της Αφρικής. Η Νουμιδία υπό τον Μασινίσσα έγινε ανεξάρτητη ως συνεργαζόμενο βασίλειο. Η Ρωμαϊκή κυριαρχία τώρα εκτεινόταν από την Αφρική προς νότο, την Ισπανία δυτικά και τη Μικρά Ασία ανατολικά. Ενώ η Ρώμη ήταν ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος του δυτικού κόσμου, εντούτοις η ταχεία ανάπτυξη συνοδεύθηκε με άνθηση της διαφθοράς και οικονομική ανισότητα, οι οποίες θα οδηγούσαν σε νέα προβλήματα για την αυτοκρατορία. Επιπρόσθετα ο μεγάλος αριθμός δούλων που προέρχονταν από την Αφρική, την Ισπανία και την Ανατολή δημιούργησε μια νέα εξάρτηση της οικονομίας από την δουλεία.
Αυτές τις συνθήκες θα αποτελούσαν τελικά τους σημαντικότερους παράγοντες κατάρρευσης του Ρωμαϊκού πολιτικού συστήματος και της φοβερής σύγκρουσης ανάμεσα στους πατρίκιους και τους πληβείους. Με την ήττα της Καρχηδόνας η Ρώμη κληρονόμησε μια αυτοκρατορία και ταυτόχρονα έθεσε τα θεμέλια της πτώσης της.