Πολιορκία της Ιερουσαλήμ (7 Ιουνίου – 15 Ιουλίου 1099)

στις

εξώφυλλο:H κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τους Σταυροφόρους, 15 Ιουλίου 1099, Εμίλ Σινόλ, λάδι σε καμβά (1847) Émile Signol, Public domain, via Wikimedia Commons

copyright © μετάφραση – επιμέλεια Χείλων

Η Πολιορκία της Ιερουσαλήμ (7 Ιουνίου – 15 Ιουλίου 1099) διεξήχθη από τις δυνάμεις της Α’ Σταυροφορίας, που κατέλαβαν την Ιερά Πόλη της Ιερουσαλήμ από το Μουσουλμανικό Χαλιφάτο των Φατιμιδών, θέτοντας τα θεμέλια για το Χριστιανικό Βασίλειο της Ιερουσαλήμ, το οποίο διήρκεσε σχεδόν δύο αιώνες. Η κατάληψη της Ιερουσαλήμ ήταν η τελευταία μεγάλη μάχη της Α’ Σταυροφορίας που ξεκίνησε το 1095, για την απελευθέρωση και κατάληψη των Αγίων Τόπων. Υπάρχουν περιγραφές της πολιορκίας από αυτόπτες μάρτυρες, με τις περισσότερες αναφορές να προέρχονται από τα ανώνυμα Φραγκικά Πεπραγμένα (Gesta Francorum). Μετά την ανακήρυξη του κοσμικού κράτους, ο Γοδεφρείδος του Μπουγιόν, εξέχων μεταξύ των ηγετών των Σταυροφόρων, εξελέγη ηγεμόνας, αποφεύγοντας τον τίτλο «βασιλιάς». Η πολιορκία οδήγησε στη μαζική σφαγή χιλιάδων Μουσουλμάνων και Εβραίων και τη μετατροπή των Μουσουλμανικών ιερών τόπων στο Όρος του Ναού σε Χριστιανικά ιερά.

Ιστορικό

Στη Σύνοδο της Πιατσέντσα το 1095, ο πάπας Ουρβανός Β’ δέχθηκε απεσταλμένους από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α’ Κομνηνό, που ζητούσαν βοήθεια από τους Δυτικούς Χριστιανούς για την απελευθέρωση μεγάλων τμημάτων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τους Σελτζούκους, που είχαν κατακτήσει μεγάλα τμήματα της περιοχής το 1070. Ο Σελτζούκος Aτσίζ ιμπν Ουβάκ είχε κατακτήσει την Ιερουσαλήμ από τους Φατιμίδες το 1073, κατέπνιξε μία εξέγερση της πόλης το 1077 με λουτρό αίματος και δυσκόλεψε το προσκύνημα στην Ιερουσαλήμ. Ανταποκρινόμενος στο κάλεσμα, ο Ουρβανός Β΄ έκανε ένα κήρυγμα στη Σύνοδο του Κλερμόν τον Νοέμβριο του 1095, το οποίο περιλάμβανε έκκληση σε έγερση με όπλα για την κατάκτηση των Αγίων Τόπων και την επιστροφή της Εκκλησίας του Παναγίου Τάφου της Ιερουσαλήμ σε Χριστιανικά χέρια. Η έκκλησή του σηματοδότησε την έναρξη των Σταυροφοριών, ενός ιερού πολέμου για τον Θεό, ο οποίος εξασφάλιζε στους συμμετέχοντες μία θέση στον παράδεισο.

Γοδεφρείδος του Μπουγιόν

Έχοντας καταλάβει την Αντιόχεια τον Ιούνιο του 1098, οι Σταυροφόροι παρέμειναν στην περιοχή συζητώντας τον τρόπο δράσης τους. Ενώ ορισμένοι αρκέστηκαν να εγκατασταθούν στα ήδη κατεχόμενα εδάφη, άλλοι άρχισαν να διεξάγουν δικές τους μικρές εκστρατείες ή να καλούν σε πορεία στην Ιερουσαλήμ. Στις 13 Ιανουαρίου 1099, έχοντας ολοκληρώσει την πολιορκία του Μααράτ, ο Ραϋμόνδος της Τουλούζης άρχισε να κινείται νότια προς την Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ταγκρέδο και τον Ροβέρτο της Νορμανδίας οι οποίοι ενισχύθηκαν τον επόμενο μήνα από δυνάμεις με επικεφαλής τον Γοδεφρείδο του Μπουγιόν. Προχωρώντας στις ακτές της Μεσογείου, οι Σταυροφόροι συνάντησαν μικρή αντίσταση από τους τοπικούς ηγέτες.

Πρόσφατα κατακτημένοι από τους Φατιμίδες, οι τοπικοί ηγέτες έτρεφαν αντιπάθεια για τους νέους άρχοντες και ήταν πρόθυμοι να παραχωρήσουν ελεύθερη διέλευση στα εδάφη τους και να διεξάγουν ελεύθερο εμπόριο με τους Σταυροφόρους. Φτάνοντας στην Άρκα, ο Ραϋμόνδος πολιόρκησε την πόλη και τον Μάρτιο μαζί με τις δυνάμεις του Γοδεφρείδου, συνέχισε την πολιορκία παρά τις διαφωνίες μεταξύ των διοικητών οι οποίες ήταν έντονες. Διαλύοντας την πολιορκία στις 13 Μαΐου, οι Σταυροφόροι κινήθηκαν νότια. Καθώς οι Φατιμίδες προσπαθούσαν να εδραιώσουν την κυριαρχία τους στην περιοχή, προσέγγισαν τους ηγέτες των Σταυροφόρων προσφέροντας ειρήνη με αντάλλαγμα να σταματήσουν την προέλασή τους.

Οι προσφορές απορρίφτηκαν και ο Χριστιανικός στρατός κινήθηκε μέσω της Βηρυτού και της Τύρου προτού στραφεί στην ενδοχώρα στη Γιάφα. Φτάνοντας στη Ραμάλα στις 3 Ιουνίου, βρήκαν το χωριό εγκαταλελειμμένο. Έχοντας επίγνωση των προθέσεων των Σταυροφόρων, ο Φατιμίδης κυβερνήτης της Ιερουσαλήμ, Ιφτικάρ αλ-Νταουλά, άρχισε να προετοιμάζεται για πολιορκία. Παρότι τα τείχη της πόλης ήταν ακόμα κατεστραμμένα από τους Φατιμίδες, έδιωξε τους Χριστιανούς της Ιερουσαλήμ και δηλητηρίασε αρκετά από τα πηγάδια της περιοχής. Ενώ ο Ταγκρέδος στάλθηκε για να καταλάβει τη Βηθλεέμ (καταλήφθηκε στις 6 Ιουνίου) ο στρατός των Σταυροφόρων έφτασε στην Ιερουσαλήμ στις 7 Ιουνίου.

Μικρογραφία του 13ου αι., που απεικονίζει την πολιορκία. Unknown author, Public domain, via Wikimedia Commons

Πολιορκία

Οι Σταυροφόροι αναπτύχθηκαν απέναντι από τα βόρεια και τα δυτικά τείχη της Ιερουσαλήμ. Ο Γοδεφρείδος, ο Ροβέρτος της Νορμανδίας και ο Ροβέρτος της Φλάνδρας κάλυψαν τα τείχη του βορρά μέχρι τον Πύργο του Δαβίδ, ενώ ο Ραϋμόνδος ανέλαβε την επίθεση από το όρος Σιών. Αν και το φαγητό ήταν επαρκές, οι Σταυροφόροι είχαν προβλήματα με την τροφοδοσία νερού. Αυτό, σε συνδυασμό με αναφορές ότι μια δύναμη ενίσχυσης αναχωρούσε από την Αίγυπτο, τους ανάγκασε να κινηθούν γρήγορα. Επιχειρώντας μετωπική επίθεση στις 13 Ιουνίου, οι Σταυροφόροι κατευθύνθηκαν πίσω από τη φρουρά των Φατιμιδών.

Τέσσερις ημέρες αργότερα, οι δυνάμεις των Σταυροφόρων ενισχύθηκαν όταν Γενουατικά πλοία έφτασαν στη Γιάφα με προμήθειες. Τα πλοία ξεφορτώθηκαν γρήγορα και η ξυλεία στάλθηκε στην Ιερουσαλήμ για την κατασκευή πολιορκητικού εξοπλισμού, η οποία ξεκίνησε υπό την επίβλεψη του Γενοβέζου διοικητή, Γουλιέλμου Εμπριάκο. Καθώς προχωρούσαν οι προετοιμασίες, στις 8 Ιουλίου οι Σταυροφόροι τέλεσαν θρησκευτική πομπή γύρω από τα τείχη της πόλης, η οποία κορυφώθηκε με κηρύγματα στο Όρος των Ελαιών. Τις επόμενες μέρες κατασκευάστηκαν δύο τροχήλατοι πολιορκητικοί πύργοι, ένας πολιορκητικός κριός με σιδερένια κεφαλή, πολυάριθμες κλιμακωτές σκάλες και μία σειρά από φορητά καλαμόπλεκτα πλαίσια . Έχοντας επίγνωση των δραστηριοτήτων των Σταυροφόρων, ο Νταουλά αφοσιώθηκε στην αμυντική ενίσχυση έναντι των πολιορκητικών πύργων στήνοντας κατάλληλα στα τείχη τις βλητικές μηχανές.

Χάρτης της Ιερουσαλήμ κατά τη διάρκεια των Σταυροφοριών Ramsay Muir (1872-1941), Public domain, via Wikimedia Commons

Τελική επίθεση

Η επίθεση των Σταυροφόρων ήθελε τον Γοδεφρείδο και τον Ραϋμόνδο να επιτίθενται στα αντίθετα άκρα της πόλης. Αν και αυτό λειτούργησε για να διασπάσει τους υπερασπιστές, το σχέδιο προέκυψε λόγω της εχθρότητας μεταξύ των δύο ανδρών. Στις 13 Ιουλίου, οι δυνάμεις του Γοδεφρείδου ξεκίνησαν την επίθεσή τους στα βόρεια τείχη, αιφνιδιάζοντας τους υπερασπιστές μετατοπίζοντας τον πολιορκητικό πύργο ανατολικότερα κατά τη διάρκεια της νύχτας. Διασπώντας το εξωτερικό τείχος στις 14 Ιουλίου, πίεσαν και επιτέθηκαν στο εσωτερικό τείχος την επόμενη μέρα. Το πρωί της 15ης Ιουλίου, οι άνδρες του Ραϋμόνδου ξεκίνησαν την επίθεσή τους από τα νοτιοδυτικά.

Αντιμετωπίζοντας τους προετοιμασμένους υπερασπιστές, η επίθεση του Ραϋμόνδου συνάντησε αντίσταση και ο πολιορκητικός πύργος υπέστη ζημιά. Καθώς η μάχη μαίνονταν, οι άνδρες του Γοδεφρείδου κατάφεραν να αλώσουν το εσωτερικό τείχος και να ανοίξουν μια κοντινή πύλη προς την πόλη επιτρέποντας στους Σταυροφόρους να εισέλθουν στην Ιερουσαλήμ. Όταν έφτασε η είδηση ​​ της επιτυχίας στα στρατεύματα του Ραϋμόνδου, ενέτειναν τις προσπάθειές τους και μπόρεσαν να διασπάσουν την άμυνα των Φατιμιδών. Με τους Σταυροφόρους να εισέρχονται στην πόλη σε δύο σημεία, οι άνδρες του Νταουλά άρχισαν να οπισθοχωρούν προς την Ακρόπολη. Θεωρώντας μάταιη την αντίσταση, ο Νταουλά παραδόθηκε όταν ο Ραϋμόνδος υποσχέθηκε προστασία. Οι Σταυροφόροι πανηγύρισαν φωνάζοντας «Θέλημα Θεού/Deus volt».

Η Ανακάλυψη του Τιμίου Σταυρού (Γκυστάβ Ντορέ).

Επακόλουθα

Στον απόηχο της νίκης, οι δυνάμεις των Σταυροφόρων ξεκίνησαν σφαγή της ηττημένης φρουράς και των Μουσουλμανικών και Εβραϊκών πληθυσμών της πόλης. Αυτό συνέβη ως μέθοδος «κάθαρσης» της πόλης, ενώ ταυτόχρονα απομακρύνθηκε η απειλή στα μετόπισθεν των Σταυροφόρων, καθώς θα χρειαζόταν σύντομα να επιχειρήσουν εναντίον των Αιγυπτιακών στρατευμάτων ενίσχυσης. Στις 17 Ιουλίου πραγματοποιήθηκε συμβούλιο για να συζητηθεί, ποιος θα στεφθεί βασιλιάς της Ιερουσαλήμ. Στις 22 Ιουλίου ο Γοδεφρείδος του Μπουγιόν (ο οποίος διαδραμάτισε τον πιο βασικό ρόλο στην κατάκτηση της πόλης) ονομάστηκε Υπερασπιστής του Παναγίου Τάφου (Advocatus Sancti Sepulchri) αρνούμενος να ονομαστεί βασιλιάς στην πόλη όπου είχε σταυρωθεί ο Χριστός, λέγοντας ότι αρνείται να φορέσει χρυσό στεφάνι στην πόλη όπου ο Χριστός φόρεσε αγκάθινο. Ο Ραϋμόνδος είχε αρνηθεί οποιονδήποτε τίτλο και ο Γοδεφρείδος τον έπεισε να εγκαταλείψει και τον Πύργο του Δαβίδ. Στη συνέχεια ο Ραϋμόνδος πήγε για προσκύνημα και εν απουσία του, ο Αρνούλφ ντε Σοκ στον οποίο ο Ραϋμόνδος είχε αντιταχθεί λόγω υποστήριξης προς τον Πέτρο Βαρθολομαίο, εξελέγη πρώτος Λατίνος Πατριάρχης την 1η Αυγούστου (οι διαμαρτυρίες του Έλληνα Πατριάρχη αγνοήθηκαν). Στις 5 Αυγούστου ο Aρνούλφ, ρωτώντας τους επιζώντες κατοίκους της πόλης, ανακάλυψε το κειμήλιο του Τιμίου Σταυρού.

Στις 12 Αυγούστου ο Γοδεφρείδος οδήγησε στράτευμα, με τον Τίμιο Σταυρό στην εμπροσθοφυλακή, εναντίον του στρατού των Φατιμιδών στη μάχη της Ασκαλώνος το 1099. Οι Σταυροφόροι ήταν νικητές, αλλά κατόπιν οι περισσότεροι θεώρησαν ότι οι σταυροφορικοί όρκοι τους είχαν εκπληρωθεί και όλοι εκτός από μερικές εκατοντάδες ιππότες, επέστρεψαν σπίτι τους. Ωστόσο η νίκη τους άνοιξε το δρόμο για την ίδρυση του Σταυροφορικού Βασιλείου της Ιερουσαλήμ.

Η πολιορκία έγινε θρυλική και τον 12ο αι. αποτέλεσε το θέμα στην Ωδή της Κατάκτησης (Chanson de Jérusalem) ένα σημαντικό άσμα στον κύκλο των Σταυροφόρων.

Συμπέρασμα

Οι πρώτοι Σταυροφόροι επέτυχαν στην αποστολή τους. Ο Πάπας Ουρβανός Β’ είχε ανάψει τη φλόγα του ιερού πολέμου στη Σύνοδο του Κλερμόν και πολλές Σταυροφορίες ξεκίνησαν για διάφορους λόγους και κίνητρα. Η Ιερουσαλήμ παρέμεινε σε Χριστιανικά χέρια για σχεδόν έναν αιώνα, έως ότου οι Σταυροφόροι γνώρισαν την τελική τους ήττα από τον Σαλαντίν στη μάχη του Χατίν το 1187 και τρεις μήνες αργότερα, οι τελευταίοι υπερασπιστές εκδιώχθηκαν από την πόλη. Η κατάκτηση της Ιερουσαλήμ στην Α’ Σταυροφορία συνέχισε να αντηχεί στο πέρασμα του χρόνου και διαμόρφωσε τις σχέσεις μεταξύ των διαφορετικών θρησκευτικών παραδόσεων της περιοχής.


Πηγές – βιβλιογραφία

https://el.wikipedia.org/wiki/πολιορκία ιερουσαλήμ

August. C. Krey, (1921) «The First Crusade: The Accounts of Eyewitnesses and Participants». Princeton Univ. σελ. 256–57.

Edward Peters, (1998). «The First Crusade (2η έκδοση) ». Philadelphia: University of Pennsylvania Press. σελ. 265.

Kostick Conor «The Siege of Jerusalem» London, 2009



Το έργο με τίτλο Πολιορκία της Ιερουσαλήμ (1099) από τον δημιουργό Χείλων διατίθεται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική Χρήση – Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές