Το Άσμα του Ρολάνδου (La chanson de Roland)

στις

εξώφυλλο: «Οι οκτώ στιγμές από το τραγούδι του Ρολάνδου»_απόσπασμα από το χειρόγραφο Μεγάλα Χρονικά της Γαλλίας – μουσείο Ερμιτάζ_wikipedia

μετάφραση – επιμέλεια Ιωάννης Τζάνος

Το άσμα του Ρολάνδου είναι το παλαιότερα χρονολογημένο έργο της Γαλλικής λογοτεχνίας και σώζεται σε διάφορα χειρόγραφα και παραλλαγές, γεγονός που φανερώνει την ιδιαίτερα μεγάλη απήχηση που βρήκε από την στιγμή της κυκλοφορίας του (12ος αι.) μέχρι και τον 14ο αιώνα.

Η περισσότερο αξιόπιστη και παλαιότερα χρονολογημένη παραλλαγή είναι εκείνη που παραδίδεται στο χειρόγραφο της Οξφόρδης, το οποίο παραδίδει ένα ποίημα περίπου 4004 στίχων και χρονολογείται στα μέσα του 12ου αιώνα (μεταξύ 1140 και 1170). Το επικό αυτό ποίημα αποτελεί το πρώτο και το εξοχότερο παράδειγμα «των τραγουδιών που υμνούν τις ηρωικές πράξεις» ή όπως είθισται να αποκαλούνται στην Γαλλική λογοτεχνία, των «chanson de geste». Το ποίημα παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και για έναν ακόμη λόγο: σε όλη την έκτασή του γίνεται έκδηλο πως έχουν εκτοπιστεί οι αρχαιότερες παγανιστικές παραδόσεις από επικρατούσα Χριστιανική παράδοση καθώς όλες οι αρετές που συνδέονται με το ηρωικό αρχέτυπο εντάσσονται πλέον σε Χριστιανικά συμφραζόμενα.

Η ιστορία βασίζεται σε ένα έλασσον ιστορικό γεγονός, την μάχη του Ρονσεβό που διεξήχθη στις 15 Αυγούστου 778 μ.Χ., καθώς η οπισθοφυλακή του στρατού του βασιλιά των Φράγκων, Καρλομάγνου, δέχτηκε επίθεση από τους Βάσκους. Σε αυτή τη μάχη, καταγεγραμμένη από τον ιστορικό και βιογράφο Einhard (ή Eginhard) στο έργο του με τίτλο Η ζωή του Καρλομάγνου (γραμμένο περί το 380) οι παγιδευμένοι στρατιώτες σφαγιάστηκαν όλοι ένας προς ένα χωρίς κανένα έλεος κι ανάμεσα τους και ο Hruodland, διοικητής του Βρετανικού στρατεύματος (Hruodlandus Brittannici limitis praefectus)

Η πρώτη ένδειξη πως διάφοροι θρύλοι είχαν δημιουργηθεί γύρω από αυτό το συμβάν εντοπίζεται σε ένα σύντομο ιστορικό χρονικό του 840 μ.Χ., στο οποίο δηλώνεται ρητά πως τα ονόματα των Φράγκων επικεφαλής που πιάστηκαν στην ενέδρα, συμπεριλαμβανομένου του Ρολάνδου, «είχαν γίνει γνωστά» (vulgata sunt).

Μία δεύτερη ένδειξη, ενδεχομένως πιο κοντά στην χρονολογία συγγραφής της πρώτης παραλλαγής του έπους, είναι πως (σύμφωνα με ορισμένες μεταγενέστερες ιστορικές πηγές) κατά τη διάρκεια της εισβολής του Γουλιέλμου του Κατακτητή στην Αγγλία το 1066, «ένα τραγούδι για τον Ρολάνδο» τραγουδιόταν στα Νορμανδικά στρατεύματα πριν τη μάχη του Hastings: « Τότε άρχισε να σιγοτραγουδιέται ένα τραγούδι του Ρολάνδου, ώστε το παράδειγμα του πολεμοχαρούς άνδρα να «αφυπνίσει» τους πολεμιστές· Εκλιπαρώντας τον Θεό για βοήθεια, ρίχτηκαν στη μάχη».

Κατά καιρούς είχε υποστηριχτεί πως ο Taillefer, o ζογκλέρ του Γουλιέλμου, υπήρξε ο συγγραφέας του άσματος του Ρολάνδου, άποψη που γρήγορα καταρρίφθηκε ως εσφαλμένη· το μόνο βέβαιο είναι πως ο ίδιος υπήρξε ένας από τους πολυάριθμους ποιητές που εκμεταλλεύτηκαν αυτήν την παράδοση. Παρόλα αυτά δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ούτε για το αν το «τραγούδι» που τραγουδούσε ο Taillefer ήταν το ίδιο ή αντλήθηκε από το συγκεκριμένο «άσμα του Ρολάνδου» που μας παραδίδεται στα χειρόγραφα. Εντούτοις, φαίνεται πως υπάρχει κάποια σχέση με αυτή τη παράδοση, καθώς το πιο αξιόπιστο χειρόγραφο είναι γραμμένο στα Αγγλο-Νορμαδικά Γαλλικά και το λατινίζον όνομα «Turoldus» που ανήκε στον συγγραφέα ή στον αντιγραφέα του χειρογράφου ήταν εμφανώς Νορμανδικό (Turold: πρόκειται για μία διαφορετική γραφή του απαρχαιωμένου Νορμανδικού ονόματος Thorvaldr).

Εν όψει της μακράς περιόδου της προφορικής παράδοσης, κατά την διάρκεια της οποίας η μάχη του Ρονσεβό «έγινε» τραγούδι, δεν προκαλεί καθόλου έκπληξη το γεγονός πως ακόμα και η πιο πρώιμη σωζόμενη παραλλαγή του ποιήματος δεν αντιστοιχεί επακριβώς στο ιστορικό γεγονός. Έτσι στο ποίημα ο Ρολάνδος παρουσιάζεται ως ανιψιός του Καρλομάγνου, οι Βάσκοι ως Σαρακηνοί και ο Καρλομάγνος, αντί να κινείται με τα στρατεύματά του προς βορρά για να καθυποτάξει του Σάξονες, επιστρέφει στην Ισπανία και ζητά εκδίκηση για τον θάνατο των ιπποτών του.

Το άσμα του Ρολάνδου σηματοδοτεί μια αναδυόμενη Γαλλική ταυτότητα και δίνει καινούργιο νόημα στην συλλογική ιστορία που ξεκινάει από τον θρυλικό Καρλομάγνο. Όπως σημειώθηκε παραπάνω, η χρονολόγηση της πρωιμότερης παραλλαγής είναι αβέβαιη ενώ και ο συγγραφέας του ποιήματος παραμένει άγνωστος. Ορισμένοι υποστηρίζουν πως ο Turoldus, του οποίου το όνομα αναγράφεται στον τελευταίο στίχο, είναι ο συγγραφέας του ποιήματος· ωστόσο, δεν γνωρίζουμε τίποτα γι’ αυτόν παρά μόνο το όνομά του. Το χειρόγραφο είναι γραμμένο στην Αγγλο-Νορμανδική διάλεκτο, γεγονός που υποδηλώνει ότι έχει γραφεί από το χέρι κάποιου που έλκει την καταγωγή του από την  βόρεια Γαλλία.

Ορισμένοι κριτικοί της λογοτεχνίας, ωστόσο, ιδίως ο εξέχων Joseph Bédier, υποστήριζαν πως αυτή η παραλλαγή του ποιήματος έχει γραφεί από κάποιον προερχόμενο εκ της νοτίου Γαλλίας. Οι ιστορικοί του Μεσαίωνα στα έργα τους, χρησιμοποιώντας ενδεχομένως ως πηγές  τις προφορικές παραδόσεις, εξακολουθούσαν να υπογραμμίζουν την σημασία της μάχης του Ρονσιβάλ. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τον Αραβικής καταγωγής ιστορικό του 13ου αι. Ibn al-Athir, ο Καρλομάγνος επέστρεψε στην Ισπανία μετά από εντολή του «Κυβερνήτη της Σαραγόσας», Sulayman al-Arabi, για να τον βοηθήσει σε μια εξέγερση εναντίον του χαλίφη της Κόρδοβας στην Ισπανία. Ο Καρλομάγνος, φτάνοντας στην Ισπανία και βλέποντας μια εχθρική διάθεση από μέρους του al-Arabi, επιτέθηκε στην πόλη και πήρε τον al-Arabi αιχμάλωτο πολέμου. Στην μάχη του Ρονσιβάλ, ο γιός του al-Arabi συνεργάστηκε με τους Βάσκους, με σκοπό να στήσουν ενέδρα στα στρατεύματα του Καρλομάγνου και να σώσουν τον πατέρα τους.

Άσμα Ρολάνδου_χειρόγραφο Οξφόρδης

Περίληψη του έργου

O Καρλομάγνος και τα στρατεύματά του πολεμούσαν στην Ισπανία για εφτά ολόκληρα χρόνια. Ο Σαρακηνός βασιλιάς της Σαραγόσα, Μαρσιλιόν, εισέρχεται στο κοινοβούλιο για να συζητήσει με τους ευγενείς του. Μετά την πρόταση του Blancandrin, ο Μαρσιλιόν αποφασίζει μια προσποιητή υποχώρηση προκειμένου να διασφαλίσει την απομάκρυνση των Φράγκικων στρατευμάτων από τα εδάφη του και στέλνει απεσταλμένους να διαπραγματευτούν τους όρους της υποχώρησης με τον Καρλομάγνο: ο Blancandrin, ως o κύριος απεσταλμένος, δίνει ψεύτικη υπόσχεση πώς αν ο Καρλομάγνος επιστρέψει στην πατρίδα του στο Αιξ-λα-Σαπέλ, ο Μαρσιλιόν σύντομα θα ασπασθεί τον Χριστιανισμό. Οι Χριστιανοί ηγέτες συζητούν πως θα ανταποκριθούν στην πρόταση που τους έκανε ο Μαρσιλιόν. O Ρολάνδος δυσπιστεί στα κίνητρα του Μαρσιλιόν, ενώ ο Γκανελόν και η πλειονότητα των υπολοίπων υποστηρίζουν πως οι προθέσεις του είναι καλές.

Ο Καρλομάγνος συμφωνεί μαζί τους αλλά εξακολουθεί να υφίσταται ένα σημαντικό πρόβλημα: η ανεύρεση του απεσταλμένου που θα μεταφέρει το μήνυμα στον Μαρσιλιόν. Ο Καρλομάγνος είναι απρόθυμος να επιλέξει κάποιον καταξιωμένο ιππότη, καθώς ο Μαρσιλιόν είχε εκτελέσει τους δύο τελευταίους απεσταλμένους του Καρλομάγνου και συνεπώς απορρίπτει τις προτάσεις του Ρολάνδου και του Τουρπίνου να μεταφέρουν οι ίδιοι το μήνυμα και αποφασίζει πως κανένας από τους Δώδεκα Ιππότες δεν θα αναλάβει ρόλο απεσταλμένου. Ο Ρολάνδος προτείνει τον Γκανελόν ως απεσταλμένο στον Μαρσιλιόν αλλά αυτός εκλαμβάνει την πρόταση του Ρολάνδου ως προσβολή, γι’ αυτό τον απειλεί και στη συνέχεια, καθώς ταξιδεύει για τη Σαραγόσα με συντροφιά τον Blancandrin, σχεδιάζει την εκδίκησή του.

Στην Σαραγόσα, ο Γκανελόν πληροφορεί τον Μαρσιλιόν πως ο Καρλομάγνος θα αποδεχτεί την πρότασή του με δύο όρους: πρώτον, ο Μαρσιλιόν θα έχει στην κατοχή του την μισή Ισπανία, καθώς η υπόλοιπη θα ανήκει στον Ρολάνδο και δεύτερον, o θείος του Μαρσιλιόν θα είναι ένας από τους ομήρους που προσφέρονται ως ένδειξη καλής προθέσεως. Μετά την απόπειρα δολοφονίας του Γκανελόν, ο Blancandrin πληροφορεί τον Μαρσιλιόν πως αυτός ο Φράγκος είναι πρόθυμος να προδώσει τον Ρολάνδο και τους Δώδεκα Ιππότες. 

Μάχη του Ρονσεβό_θάνατος του Ρολάνδου_Μεγάλα Χρονικά της Γαλλίας, Jean Fouquet, Tours, c. 1455-1460

Ο Μαρσιλιόν συνήψε φιλικές σχέσεις με τον Γκανελόν και  του προσέφερε  δώρα μεγάλης αξίας ενώ ο Γκανελόν από τη μεριά του υπόσχεται να διασφαλίσει πως ο Ρολάνδος και οι Δώδεκα Ιππότες της Γαλλίας θα τοποθετηθούν στην οπισθοφυλακή και όχι στο κύριο σώμα του στρατού του Καρλομάγνου. Έτσι θα μπορέσει ο Μαρσιλιόν, ο οποίος δεν διαθέτει επαρκή αριθμό στρατευμάτων ώστε να νικήσει ολοκληρωτικά τους Φράγκους, να σκοτώσει τους δώδεκα καταξιωμένους ιππότες της Γαλλίας, χωρίς τους οποίους, οι Φράγκοι θα φανούν απρόθυμοι να διεξάγουν πόλεμο.

Αφότου ο Γκανελόν εκπληρώνει την υπόσχεση του, ο Ρολάνδος, ο Ολιβιέ και οι υπόλοιποι Δώδεκα Ιππότες αναλαμβάνουν την καθοδήγηση των 20.000 στρατιωτών της οπισθοφυλακής του Φράγκικου στρατού. Μία στρατιά Σαρακηνών αποτελούμενη από 100.000 στρατιώτες, καθοδηγούμενη από τον ανιψιό του Μαρσιλιόν και έντεκα ακόμη Σαρακηνούς πολέμαρχους, φαίνεται πως πλησιάζει την οπισθοφυλακή. Ο φίλος του Ρολάνδου, Ολιβιέ, τον συμβουλεύει να ηχήσει τη σάλπιγγα για να καλέσει και τον υπόλοιπο στρατό αλλά ο κώδικας τιμής του τον υποχρεώνει να πολεμήσει παρά να περιμένει να αυξηθεί ο αριθμός των στρατιωτών.

Η μάχη που ακολουθεί συνίσταται σε δύο μέρη. Η πρώτη επίθεση των Σαρακηνών απωθείται από τους Φράγκους, αλλά μόνο 300 Φράγκοι Ιππότες, μεταξύ των οποίων και ο Ρολάνδος και η πλειονότητα των Δώδεκα Ιπποτών, κατάφεραν να επιζήσουν. Λίγο αργότερα οι Σαρακηνοί επιχειρούν δεύτερη επίθεση, με τον Μαρσιλιόν αυτή τη φορά να καθοδηγεί ο ίδιος μια στρατιά 300.000 πολεμιστών. Σύντομα, λοιπόν, καθίσταται φανερό  πως οι Φράγκοι θα είναι οι ηττημένοι. Μετά από παραίνεση του Αρχιεπισκόπου Turpin, ο Ρολάνδος ηχεί τη σάλπιγγα του, όχι με την ελπίδα να σωθούν, αλλά ο Καρλομάγνος θα επιστρέψει για να θάψει τα άψυχα σώματά τους και να πάρει εκδίκηση για τον μαρτυρικό τους θάνατο.

Καθώς οι μόνοι επιζώντες είναι ο Ρολάνδος, ο Turpin και ο Gualter de Hum, ο πρώτος κόβει με το σπαθί του το δεξί χέρι του Μαρσιλιόν, ο οποίος αμέσως τρέπεται σε φυγή μαζί με όσους από τους στρατιώτες του επέζησαν. Ο Ρολάνδος και ο Turpin είναι οι μόνοι πολεμιστές που στέκονται ακόμα όρθιοι στο πεδίο της μάχης, από την οποία βγήκαν νικητές. Παρόλα αυτά, ο Turpin έχει τραυματιστεί σε πολλά μέρη του σώματος του από τα βλήματα των Σαρακηνών προκαλώντας του ακατάσχετη αιμορραγία καθώς ολοκληρώνει τις τελευταίες τελετές εις μνήμην των πεσόντων συντρόφων του. Ο Ρολάνδος, καθώς παραμένει ακόμα αβλαβής, ηχεί τόσο δυνατά τη σάλπιγγά του με αποτέλεσμα να υποστεί εγκεφαλική αιμορραγία.

Μετά τον θάνατο του Τουρπίνου, ο Ρολάνδος ανέβηκε στην κορυφή ενός λόφου ρίχνοντας το βλέμμα του προς την Ισπανία. Η σάλπιγγά του σπάει σε δυο κομμάτια καθώς χτυπάει μέχρι θανάτου έναν παγανιστή που προσπαθεί να του πάρει το ξίφος από τα χέρια κι έπειτα αποπειράται να σπάσει το σπαθί του χτυπώντας το σ’ ένα βράχο: το σπαθί όμως δεν σπάει. Τελικά ο Ρολάνδος ξεψύχησε κάτω από ένα δέντρο, έχοντας το πρόσωπό του στραμμένο προς τον βορρά και κρατώντας το σπαθί του και την σάλπιγγά του.

Ο Καρλομάγνος ανακαλύπτει το σώμα του Ρολάνδου. Μινιατούρα από τα Χρονικά του Saint-Denis ή των Grandes Chroniques de France (13ος-15ος αιώνας)_http://www.larousse.fr/encyclopedie/data/images/1315762-Mort_de_Roland.jpg

Στο μεταξύ, ο Καρλομάγνος επιστρέφει έφιππος από την Γαλλία και συλλαμβάνει τον Γκανελόν για την προδοσία του. Όταν φτάνει στο πεδίο της μάχης στο Ρονσεβό, η ψυχή του γεμίζει με θλίψη. Ο Καρλομάγνος πενθεί για τον χαμό των αντρών του κι έπειτα ξεκινάει έφιππος για να προλάβει τον Σαρακηνό στρατό που είχε τραπεί σε φυγή. Προφταίνοντάς τους στα εδάφη λίγο πριν τη Σαραγόσα, ο στρατός του Καρλομάγνου τους σφαγιάζει ενώ πολλοί Σαρακηνοί που ξέφυγαν από τους στρατιώτες πνίγηκαν στα ορμητικά νερά του ποταμού.

Ο Μαρσιλιόν κατόρθωσε να ξεφύγει και κρύφτηκε στο φρούριό του στην Σαραγόσα. Καθώς ο στρατός τους δεν έλαβε καμία βοήθεια από τους θεούς, οι απελπισμένοι κάτοικοι της Σαραγόσα καταστρέφουν τα είδωλα της καταραμένης τριάδας: τα ανδρείκελα του Mahound, του Tervagent και του Απόλλωνα τα απομάκρυναν από το τέμενός τους και τα χτυπούσαν με ξύλα. Εκείνη την νύχτα, ο Baligant, Εμίρης της Βαβυλώνας (εδώ πρόκειται για το σημερινό Κάϊρο και όχι την Βαβυλώνα της Μεσοποταμίας) καταφτάνει από την Ασία φέρνοντας μαζί του ενισχύσεις.

Ο Μαρσιλιόν πεθαίνει και ο Baligant κατέχει πλέον τα σκήπτρα της εξουσίας. O Καρλομάγνος οργανώνει τις στρατιωτικές του δυνάμεις με βάση την εθνικότητά τους υπό την ηγεσία των σπουδαιότερων επιζώντων ιπποτών του: Βαυαροί, Γερμανοί, Νορμανδοί, Βρετανοί, Φλαμανδοί και Βουργουνδιανοί συγκεντρώνονται με απώτερο σκοπό να αποδεκατίσουν τον Μουσουλμανικό στρατό του Baligant. Τελικά οι Μουσουλμάνοι αφανίζονται χάρη στις στρατιωτικές και διοικητικές ικανότητες του Καρλομάγνου, ο οποίος νίκησε τον Baligant σε μια μεταξύ τους αναμέτρηση.

Τα Χριστιανικά στρατεύματα συρρέουν στην Σαραγόσα· τα είδωλα και τα διάφορα αντικείμενα μαγείας στις συναγωγές και στα τεμένη καταστρέφονται ολοσχερώς, ενώ οι 100.000 Μουσουλμάνοι και Εβραίοι βαπτίζονται Χριστιανοί. Η Βραμιμόνδη, χήρα του Μαρσιλιόν, είναι αιχμάλωτη και ο Καρλομάγνος δίνει εντολές να την μυήσουν στον Χριστιανισμό, όχι δια της βίας αλλά «μέσω της παραβολής και του κηρύγματος».  Έπειτα οι Φράγκοι επέστρεψαν στο Aix-la-Chapelle, όπου η μνηστή του Ρολάνδου (και αδερφή του Ολιβιέ) Aude πεθαίνει από την μεγάλη της θλίψη.

Ο Γκανελόν δικάστηκε για προδοσία, αλλά ο ίδιος διατεινόταν πως οι πράξεις του ήταν αποτέλεσμα μιας αιτιολογημένης εκδίκησης και πως δεν πρόκειται για προδοσία. Για να λήξει η διαμάχη υπέρ του, ο συγγενής του Γκανελόν, Πιναμπέλ μάχεται δικαστικώς τον φίλο του Ρολάνδου Thierry, ο οποίος και νικά. Ο Γκανελόν τελικά εκτελέστηκε μαζί με όλη του την οικογένεια που τον θεωρούσε αθώο και διαμελίστηκε ενώ τον έσερναν άλογα, ενώ τα υπόλοιπά μέλη πέθαναν δι’ απαγχονισμού. Η βασίλισσα Βραμινόνδη βαπτίστηκε και ο Καρλομάγνος νιώθει πλέον μεγάλη ικανοποίηση.

Καθώς αυτός κοιμόταν, ένας άγγελος εμφανίστηκε και του έδωσε εντολή να βοηθήσει την πόλη του Ίμφη, που είχε γίνει στόχος επίθεσης των Παγανιστών. O Καρλομάγνος ξεσπάει σε θρήνους και τραβάει την λευκή του γενειάδα, αναλογιζόμενος την μίζερη ζωή του.

Το ποίημα

 Το «άσμα του Ρολάνδου», θα μπορούσε να πει κανείς, ότι ήταν ένα ποίημα από όπου δύναται κάποιος να αντλήσει πληροφορίες για τα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίζονται, ενώ τα ποικίλα χειρόγραφα που μας το παραδίδουν διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους. Συνεπώς, η ακριβής χρονολογία συγγραφής του έργου είναι ουσιαστικά αδύνατη ώστε να μπορέσουμε να κάνουμε λόγο με βεβαιότητα, από την στιγμή που κάθε δυνητικά χρονολογημένος στίχος θα μπορούσε να θεωρηθεί πως έχει τροποποιηθεί σε μεταγενέστερη χρονική στιγμή, για την μεταγενέστερη  προσθήκη νέων στοιχείων σε ένα ήδη ολοκληρωμένο ποίημα.

Καθώς τέτοιες προσθήκες θεωρούνταν συνηθισμένες σε τέτοιου είδους ποιήματα, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως το ποίημα γράφτηκε στο διάστημα μεταξύ 1040 και 1115 και πως οι διάφορες τροποποιήσεις χρονολογούνται από το 1908 κι έπειτα.  Ορισμένοι μελετητές τάσσονται υπέρ μιας πρωιμότερης χρονολόγησης, καθώς θεωρούν πως το ποίημα είναι εμπνευσμένο από τις εκστρατείες της Καστίλης που έλαβαν χώρα τη δεκαετία του 1030 καθώς και πως επρόκειτο να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο κατά τη διάρκεια της Α’ Σταυροφορίας. Από την άλλη, η μερίδα εκείνων των μελετητών που τάσσονται υπέρ μιας μεταγενέστερης χρονολόγησης, στηρίζονται στις σύντομες αναφορές που γίνονται μέσα στο ποίημα σε γεγονότα της Α’ Σταυροφορίας.

Μαρμάρινο ανώφλι για τον Θάνατο του Ρολάνδου_Καθεδρικός ναός Αγίου Πέτρου_Γαλλία

Το ποίημα αποτελείται από άνισες στροφές (στροφές άνισης έκτασης) γνωστές στη Γαλλική επική ποίηση ως «laisses». Όσον αφορά στη μετρική, οι στίχοι είναι πεντάμετροι και η τελευταία τονισμένη συλλαβή όλων των στίχων παρουσιάζει τον ίδιο φωνηεντικό ήχο σε κάθε στροφή.

Στο αφηγηματικό επίπεδο, στο «άσμα του Ρολάνδου» χρησιμοποιείται εκτενώς το σχήμα της επανάληψης, του παραλληλισμού και το ρητορικό αντιθετικό σχήμα θέσις – αντίθεσις. Εν αντιθέσει με την Αναγεννησιακή και Ρομαντική λογοτεχνία, το ποίημα εστιάζει στην δράση και όχι στην εσωτερικότητα (=ψυχοσύνθεση) των χαρακτήρων και ο συγγραφέας δεν δίνει εξήγηση για την ροπή των χαρακτήρων στην προδοσία ούτε για την ανανδρία τους. Η ιστορία προχωρεί με γρήγορο ρυθμό ενώ σε ορισμένα σημεία που η αφήγηση επιβραδύνεται, ο συγγραφέας αφηγείται την ίδια σκηνή έως και τρείς φορές εστιάζοντας όμως σε διαφορετικές λεπτομέρειες ή τις αφηγείται από διαφορετική οπτική κάθε φορά. Αυτή η τεχνική είναι παρόμοια με την τεχνική που χρησιμοποιείται στον κινηματογράφο, όπου μέσα από τις διαφορετικές οπτικές γωνίες οι νέες και σημαντικότερες λεπτομέρειες έρχονται στο φως σε κάθε γύρισμα.

Οι σύγχρονοι αναγνώστες θα πρέπει να έχουν υπόψιν πως το «άσμα του Ρολάνδου», όπως τα θεατρικά έργα του Σαίξπηρ, προοριζόταν να εκφωνηθεί ή να απαγγελθεί σε κάποιο ακροατήριο και όχι απλώς να αναγνωσθεί. Περιπλανώμενοι ζογκλέρ θεατρικοποιούσαν το «άσμα του Ρολάνδου» (συνήθως τμήματα του έργου) και στις παραστάσεις τους πιθανώς διάνθιζαν τα αφηγηματικά τμήματα με μουσικά ιντερλούδια, ήτοι μουσικά διαλείμματα.

Μεταγενέστερες προσαρμογές του έργου

Ένα Λατινικό ποίημα με τίτλο «Carmen de Prodicione Guenonis» γράφτηκε περί το 1120 και ένα Λατινικό πεζό κείμενο με τίτλο «Historia Caroli Magni» (συχνά γνωστό κι ως «The Pseudo-Turpin») ακόμη πρωιμότερα. Περί το 1170 , το Γαλλικό επικό ποίημα μεταφράζεται στα μεσαιωνικά γερμανικά από τον Konrad der Pfaffe και φέρει τον τίτλο «Rolandslied». Στην μετάφραση του, ο Konrad αντικαθιστά τα διάφορα Γαλλικά θέματα με τα γενικότερα Χριστιανικά. Το έργο μεταφράστηκε στα μεσαιωνικά Γερμανικά τον 13ο αι.· επίσης, μεταφράστηκε στην Οξιτανική γλώσσα (Occitan) κατά τον 14ο ή 15ο αι. με τίτλο «Ronsasvals», όπου ενσωματώνεται στην ιστορία και η μεταγενέστερη αισθητική φιλοσοφία του Βορρά.

Εξώφυλλο έκδοσης του Carmen de Prodicione Guenonis

Μία Σκανδιναβική παραλλαγή του ποιήματος φέρει τον τίτλο «Karlamagnús Saga» (Έπική ιστορία του Καρλομάγνου) ενώ γνωστή είναι και μία μετάφραση στην Φραγκο-Βενετική λογοτεχνική γλώσσα. Μέσω αυτών των μεταφράσεων το ποίημα καθίσταται γνωστό σε ολόκληρη την Ιταλία. Το 1516 ο Ludovico Ariosto εξέδωσε το επικό του έργο με τίτλο «Orlando furiosο» (Ορλάνδος μαινόμενος), όπου οι χαρακτήρες παρουσιάζουν σημαντικές ομοιότητες με εκείνους που παρελαύνουν στο «Άσμα του Ρολάνδου».

Ο Σαίξπηρ αναφέρει στον Βασιλια Λήρ, πράξη 3, σκηνή 4 «ο μικρός Rowland εισήλθε στον σκοτεινό πύργο». Το 1855, ο Άγγλος ποιητής Robert Browning έγραψε ένα ποίημα 36 στίχων με τίτλο «Childe Roland» βασισμένο στο «άσμα του Ρολάνδου» O Browning ισχυρίστηκε πως ολόκληρο το ποίημα το ονειρεύτηκε και είπε χαρακτηριστικά «όταν το έγραψα, και ο Θεός και ο Browning γνώριζαν την σημασία του. Τώρα μόνο ο Θεός γνωρίζει». Στην σύγχρονη λογοτεχνία, το ποίημα του Browning λειτούργησε ως πηγή έμπνευσης για ένα επτάτομο επικό έργο φαντασίας γραμμένο από το χέρι του μυθιστοριογράφου Stephen King με τίτλο «The Dark Tower» (Ο σκοτεινός πύργος). Το εν λόγω έργο γράφτηκε κατά το διάστημα 1982-2004 και πραγματεύεται την ζωή του ήρωα Roland Deschain of Gilead, του τελευταίου των οπλοφόρων ιπποτών από ένα παράλληλο σύμπαν.

Πηγή

http://www.newworldencyclopedia.org/entry/The_Song_of_Roland