εξώφυλλο: Χάρτης της Ατλαντίδας του Athanasius Kircher, που την τοποθετεί στη μέση του Ατλαντικού Ωκεανού, από το Mundus Subterraneus 1669, που δημοσιεύτηκε στο Άμστερνταμ. Ο χάρτης είναι προσανατολισμένος με το νότο στην κορυφή. Athanasius Kircher, Public domain, via Wikimedia Commons
Η Ατλαντίδα ήταν μια θρυλική πόλη που αναφέρεται από τον Πλάτωνα (περ. 429 – 347 π.Χ.). Περιγράφεται ως ένας υπέροχος, πλούσιος και προηγμένος πολιτισμός, που βυθίστηκε στη θάλασσα και χάθηκε για πάντα σε μια ιστορία που έχει αιχμαλωτίσει τη φαντασία των αναγνωστών. Χωρίς αρχαιολογικά στοιχεία ή ουσιαστικές πληροφορίες από άλλες πηγές εκτός του Πλάτωνα, ο μύθος θέτει περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις:
Υπήρξε πραγματικά η Ατλαντίδα;
Ο μύθος βασίστηκε στον αρχαίο Μινωικό πολιτισμό;
Υπήρξε κάποια καταστροφή που σάρωσε την πόλη ή έκρηξη της Θήρας στη Σαντορίνη ή η ιστορία ήταν μια μυθοπλασία του Πλάτωνα για να αναδείξει τη δόξα της δικής του πόλης της Αθήνας και να δώσει ένα ηθικό παράδειγμα του τι συνέβη στις πόλεις που έγιναν άπληστες και παραμέλησαν το κράτος δικαίου;
Αν ήταν πραγματικό κράτος, ποιος το ίδρυσε;
Γιατί γνωρίζουμε τόσο λίγα γι’ αυτήν;
Πού βρίσκεται τώρα;
Όλα αυτά είναι ερωτήματα που εικάζονται ασταμάτητα από μελετητές και λάτρεις της ιστορίας χωρίς ποτέ να έχουν δοθεί ικανοποιητικές απαντήσεις.
Η ιστορία της Ατλαντίδας εμφανίζεται για πρώτη φορά στον Τίμαιο του Πλάτωνα, ένα από τα μεταγενέστερα έργα του. Ο τίτλος του διαλόγου προέρχεται από τον πρωταγωνιστή του, έναν φανταστικό Πυθαγόρειο φιλόσοφο από τη Νότια Ιταλία που συζητά με τον Σωκράτη. Ο συγκεκριμένος διάλογος δεν είναι φιλοσοφικός, αλλά μια άσκηση σοφιστείας και περιλαμβάνει έναν εξαιρετικά μακρύ μονόλογο του Τίμαιου για τη δημιουργία του κόσμου. Συζητούνται φιλοσοφικές ιδέες, αλλά τίθεται το ερώτημα: ποιες ακριβώς είναι οι ιδέες του Πλάτωνα και ποιες εκείνες των χαρακτήρων του; Το απόσπασμα για την Ατλαντίδα αναφέρεται νωρίς στο διάλογο του Κριτία, ενός σοφιστή που έζησε περίπου από το 460 έως το 403 π.Χ. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Κριτίας, όπως όλοι οι σοφιστές (όπως εξήγησε ο ίδιος ο Πλάτωνας στον διάλογό του για τον Φαίδρο) παρουσιάζει τις ιδέες του με υπερβολές και εξωραϊσμούς για να τραβήξει την προσοχή του ακροατή και να μεταφέρει την ουσία των ιδεών. Όλα είναι αδιαφανή και τίποτα δεν είναι ακριβές. Όποια λογοτεχνικά μέσα είναι απαραίτητα χρησιμοποιούνται για να εκφράσουν πολύπλοκες φιλοσοφικές ιδέες και να τις κάνουν πιο κατανοητές. Αυτό πρέπει να έχει κατά νου ο αναγνώστης όταν διαβάσει τον μύθο της Ατλαντίδας.
Την ιστορία του Κριτία προλογίζει ένας άλλος καλεσμένος, ο Ερμοκράτης (ιστορικός στρατηγός από τις Συρακούσες) ο οποίος προτρέπει τον Κριτία να πει την ιστορία του: «Αυτό πάει πολύ πίσω» (20d). Ο Κριτίας ξεκινά τονίζοντας ότι η ιστορία του είναι αληθινή και την εγγυήθηκε ο Σόλων, που έζησε περίπου το 640 – 560 π.Χ. περίπου. Ο Κριτίας αναγνωρίζει ότι η ιστορία του είναι «πολύ παράξενη, αλλά ακόμα κι έτσι, κάθε λέξη της είναι αληθινή» (20d). Λέει ότι ο Σόλων το είπε στον φίλο του Δροπίδη, τον προπάππου του Κριτία και πέρασε στις γενιές της οικογένειας. Ο Σόλων, μας λένε, άκουσε την ιστορία στα ταξίδια του στην Αίγυπτο, συγκεκριμένα από ιερείς λόγιους στη Σάιδα και είχε σκοπό να την γράψει, αλλά ποτέ δεν βρήκε την ευκαιρία. Ο Κριτίας ήθελε να πει την ιστορία επειδή εξιστορεί ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της Αθήνας, αλλά δυστυχώς ξεχάστηκε με την πάροδο του χρόνου, σύμφωνα με τους Αιγύπτιους ιερείς, 9.000 χρόνια πριν από τον Πλάτωνα.
Λατινική μετάφραση του 15ου αιώνα του Τίμαιου του Πλάτωνα public domain Wikimedia Commons
Το μεγάλο επίτευγμα αυτής της αρχαίας Αθήνας περιγράφεται από τον Κριτία καθώς παραθέτει τα λόγια του Αιγύπτιου ιερέα που μίλησε απευθείας στον Σόλωνα:
«Θαυμάζονται λοιπόν πολλά και μεγάλα έργα της πόλεως σας γραμμένα εδώ, ένα όμως υπερέχει κατά το μέγεθος και την αρετήν. Λέγουν δηλαδή τα βιβλία μας, πόσην εχθρικήν δύναμιν κατέστρεψε κάποτε η πόλις σας, δυναμιν, η οποία με αλαζονείαν, αφού εξώρμησεν από έξω, από τον Ατλαντικόν ωκεανόν, επήρχετο ταυτοχρόνως κατά της Ευρώπης και της Ασίας. Διότι τότε το εκεί πέλαγος ημπορούσε κανείς να το περάση, επειδή εις την είσοδόν του, την οποίαν σεις ονομάζετε στήλας του Ηρακλέους (Ἡρακλέους στῆλαι ονομάζονταν τα δύο ακρωτήρια που σχηματίζονται στα στενά του Γιβραλτάρ) είχε μίαν νήσον· η νήσος αυτή ήτο μεγαλυτέρα από την Λιβύην (Λιβύη ονομαζόταν στην αρχαιότητα η Αφρική. Όπως φαίνεται, ο Πλάτων θεωρούσε την Αίγυπτο τμήμα όχι της Αφρικής αλλά της Ασίας) και την Ασίαν ηνωμένας, και απ’ αυτήν εκκινούντες οι τότε άνθρωποι ήδυναντο να αποβιβασθούν εις τας άλλας νήσους, και από αυτάς κατόπιν εις ολόκληρον την απέναντι ήπειρον την ευρισκομένην γύρω από τον αληθινόν εκείνον ωκεανόν. Διότι τα μέρη αυτά που ευρίσκονται εντεύθεν του στομίου που ανεφέραμεν, φαίνονται σαν λιμήν με κάποιαν στενήν είσοδον· τα εκείθεν όμως του στομίου είναι πραγματικός ωκεανός, και η ξηρά που το περικλείει πολύ δικαιολογημένα και αληθώς δύναται να ονομασθή ήπειρος. Εις την νήσον λοιπόν αυτήν Ατλαντίδα ωργανώθη μεγάλη και αξιοθαύμαστος δύναμις βασιλέων, η οποία εκυριάρχει εις ολόκληρον την νήσον καθώς και εις πολλάς άλλας νήσους και τμήματα της ηπείρου· εκτός τούτων οι βασιλείς εκείνοι εξουσίαζον, από τα εντεύθεν του στομίου μέρη, την Λιβύην μέχρι της Αιγύπτου και την Ευρώπην μέχρι της Τυρρηνίας. Ολόκληρος λοιπόν η δύναμις αυτή, αφού συνεκεντρώθη και ενοποιήθη, επεχείρησε τότε με μίαν εξόρμησίν της να υποδούλωση και τον ιδικόν μας τόπον και τον ιδικόν σας και ολόκληρον τον εντεύθεν του στομίου. Την εποχήν εκείνην, Σόλων, η δύναμις της πόλεώς σας ανεδείχθη εξαιρετική μεταξύ όλων των ανθρώπων και εξ αιτίας της αρετής της και εξ αιτίας της ανδρείας της. Διότι, αφού εξεπέρασεν όλους κατά την ανδρείαν και τας πολεμικάς τέχνας, είτε αρχηγεύουσα των Ελλήνων είτε και τελείως μόνη της, κατ’ ανάγκην, διότι οι άλλοι την εγκατέλειψαν, αφού έφθασεν εις το χείλος της καταστροφής, κατενίκησε τους επιδρομείς, έστησε τρόπαια εναντίον των, ημπόδισε να υποδουλωθούν όσοι ακόμη δεν είχον υποδουλωθή και απηλευθέρωσε, χωρίς καμμίαν αξίωσιν, όλους ημάς τους άλλους που είμεθα εντεύθεν των Ηρακλείων στηλών. Μετά παρέλευσιν αρκετού χρόνου όμως έγιναν φοβεροί σεισμοί και κατακλυσμοί και εντός ενός τρομερού ημερονυκτίου ολόκληρος ο στρατός σας ετάφη εις την γην, και εξηφανίσθη επίσης βυθισθείσα εις την θάλασσαν η νήσος Ατλαντίς. Δι’ αυτό ακριβώς και τώρα το μέρος εκείνο του ωκεανού είναι αδιάβατον και αδιερεύνητον, διότι εμποδίζει ο πολύ ολίγον υπό την επιφάνειαν της θαλάσσης πηλός, τον οποίον εδημιούργησεν η νήσος, όταν κατεβυθίσθη». (Τίμαιος, 24e-25e, μετ. Α. Παπαθεοδώρου. 1956. Πλάτωνος Τίμαιος. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος)
Στη συνέχεια, ο Κριτίας εξηγεί ότι η συζήτηση της προηγούμενης ημέρας με τον Σωκράτη και η συζήτηση για μια ιδανική πόλη και τους πολιτικούς θεσμούς που πρότεινε ο μεγάλος φιλόσοφος του θύμισαν την ιστορία. Στη συνέχεια προτείνει να χρησιμοποιηθεί η ιστορία ως βάση συζήτησης εκείνης της ημέρας. Ο Σωκράτης συμφωνεί καθώς τότε είναι ο εορτασμός της προστάτιδας θεάς της Αθήνας (Αθηνάς) και επιπλέον, «δεν είναι κατασκευασμένη ιστορία αλλά μια αληθινή αφήγηση» (26e) λέει ο Σωκράτης. Στην πραγματικότητα, όμως η Ατλαντίδα δεν αναφέρεται ξανά και ο Τίμαιος προχωρά σε μια μακρά ομιλία για την προέλευση του σύμπαντος και της ανθρωπότητας. Κανένας από τους άλλους χαρακτήρες δεν μιλάει ξανά.
Πλάτωνος «Κριτίας»
Η ιστορία της Ατλαντίδας επανέρχεται, αυτή τη φορά με περισσότερες λεπτομέρειες, στον Κριτία του Πλάτωνα, τον διάλογο που πήρε το όνομά του από τον αφηγητή σοφιστή του Τίμαιου. Το έργο αυτό αποτελεί συνέχεια της συζήτησης του Τίμαιου και ο Κριτίας παρουσιάζει τις θεωρίες της ιδανικής πολιτείας του Σωκράτη στο πλαίσιο μιας πραγματικής πόλης, αυτής της Αθήνας πριν από 9.000 χρόνια. Θα δείξει έτσι πώς αυτοί οι θεσμοί επέτρεψαν στους Αθηναίους να νικήσουν τον τεχνολογικά προηγμένο πολιτισμό της Ατλαντίδας και στη συνέχεια να ευημερήσουν. Ο διάλογος είναι ελλιπής, καθώς ο λόγος του Κριτία δεν φτάνει τόσο μακριά όσο ο πόλεμος μεταξύ Αθήνας και Ατλαντίδας και ακολουθεί τη μέση της ιστορίας και ο τέταρτος χαρακτήρας, ο Ερμοκράτης, δεν παίρνει τη σειρά του να μιλήσει, παρά το γεγονός ότι ο Σωκράτης δείχνει στην αρχή ότι θα το έκανε.
Ο Κριτίας αρχίζει την ομιλία του ως εξής:
«Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε από την αρχή ότι, με πολύ αδρούς όρους, έχουν περάσει περίπου 9.000 χρόνια από την εποχή που καταγράφεται ότι ξέσπασε πόλεμος μεταξύ των λαών που κατοικούσαν έξω από τις στήλες του Ηρακλή και όλων εκείνων που κατοικούσαν μέσα. Αυτόν τον πόλεμο πρέπει τώρα να τον περιγράψω. Τώρα έλεγαν ότι αυτή η πόλη της Αθήνας ήταν ο κυβερνήτης των [μεσογειακών] λαών και πολέμησε καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Είπαν, επίσης, ότι οι βασιλιάδες του νησιού της Ατλαντίδας ήταν οι κυβερνήτες των άλλων λαών. Αυτό το νησί, όπως λέγαμε [στον Τίμαιο], ήταν κάποτε μεγαλύτερο από τη Λιβύη και την Ασία μαζί. Αλλά τώρα λόγω των σεισμών έχει υποχωρήσει στον μεγάλο Ωκεανό και έχει δημιουργήσει μια απέραντη θάλασσα λάσπης που εμποδίζει το πέρασμα των ναυτικών που θα έπλεαν στον μεγάλο Ωκεανό από τα ελληνικά νερά και για το λόγο αυτό δεν είναι πλέον πλωτό». (Κριτίας, 108e-109a, μετάφραση D. Clay)
Η Ατλαντίδα επανεμφανίζεται λίγες σελίδες μετά από την περιγραφή του τρόπου με τον οποίο δόθηκε στην Αθήνα από τους θεούς Αθηνά και Ήφαιστο, το δικαίωμα να κυβερνήσει τη πόλη και τους αρχαίους βασιλείς της:
«Έτσι, ο Ποσειδώνας έλαβε το νησί της Ατλαντίδας και ίδρυσε κατοικίες για τα παιδιά που είχε αποκτήσει από μια θνητή γυναίκα σε ένα συγκεκριμένο μέρος του νησιού που θα περιγράψω». (Κριτίας 113c)
Αναπαράσταση της πρωτεύουσας της Ατλαντίδας απεικονίζει την κοινή πεποίθηση ότι πέρα από τους τρεις τοίχους της πρωτεύουσας με πολλούς δακτυλίους υπήρχε ένα τέταρτο κυκλικό τείχος που βρισκόταν 50 στάδια (9,2 χλμ.) πέρα από τον εξωτερικό δακτύλιο. Η είσοδος μέσω αυτού του τοίχου φαίνεται στην κάτω αριστερή γωνία.
Ακολουθεί μια μακροσκελής και λεπτομερής περιγραφή της Ατλαντίδας:
«Κάποτε οι θεοί έβαλαν σε κλήρο τις διάφορες περιοχές όλης της γης και τις μοιράστηκαν μεταξύ τους, χωρίς τσακωμούς. Δεν θα ήταν ασφαλώς σωστό να μην ξέρουν τι ανήκει στον καθένα τους ούτε να θέλουν να πάρουν με έριδες κάτι, αν και ξέρουν ότι ανήκει σε κάποιον άλλο. Αφού λοιπόν έγινε η διανομή με κλήρο, πήρε καθένας το μερίδιο του και κατοίκησαν στην περιοχή που κέρδισαν. Κι όταν εγκαταστάθηκαν, μας έτρεφαν σαν κοπάδια, δικά τους αποκτήματα και ζωντανά, χωρίς να χρησιμοποιούν όμως σωματική βία, σαν τους βοσκούς που οδηγούν τα κοπάδια στη βοσκή χτυπώντας τα. Επειδή ο άνθρωπος είναι ευκολοκυβέρνητο πλάσμα, κατευθύνουν, όπως το πλοίο από την πρύμνη με το πηδάλιο, αγγίζοντας την ψυχή με την πειθώ ανάλογα με τις διαθέσεις τους, και δίνοντας κατεύθυνση μ’ αυτό τον τρόπο κυβερνούσαν όλους τους θνητούς. […]
Όπως ειπώθηκε πιο πριν για την κλήρωση που έκαναν οι θεοί, ότι μοίρασαν όλη τη γη και ορισμένοι πήραν μεγαλύτερες περιοχές ενώ άλλοι μικρότερες, στις οποίες έφτιαξαν βωμούς και κανόνισαν τις θυσίες που έπρεπε να γίνονται προς τιμήν τους, έτσι κι ο Ποσειδώνας, που του έτυχε το νησί της Ατλαντίδας, εγκατέστησε εκεί τα παιδιά που είχε αποκτήσει με μια θνητή γυναίκα σε κάποια τέτοια περιοχή του νησιού. Κοντά στη θάλασσα, στο κέντρο του νησιού, υπήρχε πεδιάδα, που λέγεται ότι ήταν η ωραιότερη και πιο εύφορη σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Ακόμα, κοντά στο κέντρο της, σε απόσταση πενήντα στάδια από τη μέση του νησιού, βρισκόταν ένα χαμηλό βουνό, όπου ήταν κάτοικος κάποιος από τους πρώτους ανθρώπους που γεννήθηκαν από τη γη, ο Ευήνορας, που έμενε μαζί με τη γυναίκα του Λευκίππη. Οι δυο γέννησαν μοναχοκόρη την Κλειτώ. Όταν η κοπέλα έφτασε σε ηλικία γάμου, πέθανε η μητέρα και ο πατέρας της. Τότε ο Ποσειδώνας ποθώντας την συνευρέθηκε μαζί της. Ύστερα οχύρωσε το μικρό βουνό, όπου κατοικούσε, και το έκανε απόκρημνο από παντού, ώστε να μην μπορεί να το περάσει κανένας. Έφτιαξε γύρω του αλλεπάλληλες κυκλικές ζώνες στεριάς και θάλασσας, άλλες μικρότερες και άλλες μεγαλύτερες, δύο στεριανές και τρεις θαλάσσιες ζώνες τόσο στρογγυλές σαν να τις είχε τορνέψει, στη μέση του νησιού, σε ίση απόσταση απ’ όλες τις άκρες του, ώστε να είναι απρόσιτες στους ανθρώπους, αφού τότε ούτε πλοία υπήρχαν ούτε ταξίδια γίνονταν. Έπειτα στόλισε πλούσια, σαν θεός που ήταν, το μικρό κεντρικό νησί αφού έφερε από το εσωτερικό της γης δυο ειδών νερά, το ένα ζεστό και το άλλο κρύο, που έρεε από μια κρήνη, κάνοντας τη γη να παράγει άφθονα τρόφιμα κάθε είδους.
Χάρτης της Ατλαντίδας σύμφωνα με τον William Scott-Elliot (The Story of Atlantis, Ρωσική έκδοση, 1910) William Scott-Elliott (d 1930), Public domain, via Wikimedia Commons
Αφού γέννησε πέντε ζευγάρια δίδυμων γιων, μοίρασε όλο το νησί της Ατλαντίδος σε δέκα μέρη και στον μεγαλύτερο απ’ όσους είχαν γεννηθεί πρώτοι έδωσε την κατοικία της μητέρας του με ολόκληρο τον χώρο τριγύρω, που ήταν το καλύτερο και το μεγαλύτερο από τα μερίδια. Τον όρισε επίσης βασιλιά των άλλων, ενώ έκανε τους άλλους κυβερνήτες μεγάλου αριθμού ανθρώπων και χάρισε στον καθένα τεράστιες εκτάσεις γης. Ακόμα, τους έδωσε ονόματα. Ο μεγαλύτερος και πρώτος βασιλιάς, από τον οποίο ολόκληρο το νησί και ο ωκεανός πήραν το όνομα Ατλαντικός, λεγόταν Άτλαντας. Ο άλλος που γεννήθηκε μαζί του πήρε με κλήρο την άκρη του νησιού, η οποία βρισκόταν κοντά στις στήλες του Ηρακλή, την περιοχή δηλαδή που σήμερα λέγεται Γαδειρική, Εύμηλος στα Ελληνικά και Γάδειρος στη γλώσσα των ντόπιων, από το οποίο όλος ο τόπος πήρε τ’ όνομα του. Από τα παιδιά που γεννήθηκαν δεύτερα ονόμασε το ένα Αμφήρη και το άλλο Ευαίμονα. Από τα τρίτα, ο μεγαλύτερος ονομάστηκε Μνησέας και ο μικρότερος Αυτόχθονας. Τα τέταρτα λέγονταν Ελάσιππος ο πρώτος και Μήστορας ο δεύτερος. Τέλος, από τα πέμπτα, τον πρώτο ονόμασε Αζάη και τον δεύτερο Διαπρεπή. Αυτοί λοιπόν και οι απόγονοι τους κατοίκησαν επί πολλές γενιές εκεί και εξουσίαζαν τα περισσότερα νησιά του πελάγους κι ακόμα, όπως ειπώθηκε και προηγουμένως, άπλωσαν την εξουσία τους και στο εσωτερικό των στηλών του Ηρακλή, μέχρι την Αίγυπτο και την Τυρρηνική θάλασσα.
Από τον Άτλαντα δημιουργήθηκε μεγάλη γενιά με σημαντικούς απογόνους. Ο μεγαλύτερος, που γινόταν πάντα βασιλιάς, έδινε το σκήπτρο στο πρώτο του παιδί κι έτσι η εξουσία τους διατηρήθηκε επί πολλές γενιές, αποκτώντας τόσα πλούτη που καμιά δυναστεία δεν είχε πριν απ’ αυτούς, αλλά ούτε και στο μέλλον μπορεί ν’ αποκτήσει καμιά άλλη. Έβρισκαν επίσης οτιδήποτε χρειάζονταν είτε μέσα στην πόλη είτε στην υπόλοιπη χώρα, γιατί, σαν άρχοντες που ήταν, έφερναν πολλά πράγματα από το εξωτερικό. Αλλά και το νησί τους έδινε τα περισσότερα απ’ όσα χρειάζονταν στην καθημερινή τους ζωή και πρώτα τα μέταλλα, που βγαίνουν από τα ορυχεία στερεά και κείνα που βγαίνουν σε ρευστή κατάσταση, υπήρχε ακόμα κι εκείνο το είδος που σήμερα ξέρουμε μόνο τ’ όνομα του, δηλαδή ο ορείχαλκος, που τότε ήταν κάτι περισσότερο από τ’ όνομα του, που έβγαινε από τη γη σε πολλές περιοχές του νησιού και ήταν το πιο πολύτιμο πράγμα μετά το χρυσάφι και ξυλεία, που τη χρησιμοποιούν οι ξυλουργοί στη δουλειά τους, έβγαζε άφθονη και είχε όλα τα είδη ήμερων και άγριων ζώων. Τότε μάλιστα υπήρχαν εκεί πολλοί ελέφαντες. Διέθετε άφθονη τροφή όχι μόνο για τα ζώα που βόσκουν στους βάλτους, τις λίμνες και τα ποτάμια, αλλά και για εκείνα που τριγυρίζουν στις πεδιάδες και στα βουνά.
Η τροφή ήταν τόσο πλούσια που επαρκούσε ακόμα και για τους ελέφαντες, οι οποίοι τρώνε πολύ, σαν μεγαλόσωμα ζώα που είναι. Εκτός όμως απ’ αυτά, όσα τώρα βγάζει γενικά η γη, μυρωδικά, ρίζες, βότανα και δέντρα ή ουσίες από λουλούδια και καρπούς έβγαζε κι έτρεφε σε μεγάλες ποσότητες. Υπήρχαν ακόμα χλωροί και ξηροί καρποί που τους χρησιμοποιούμε για φαγητό -τους καρπούς αυτούς τους ονομάζουμε όσπρια- καθώς επίσης και καρποί δέντρων από τους οποίους φτιάχνουμε ποτά, φαγητά ή λάδια, και τους καρπούς που, επειδή τους καλλιεργούμε τόσο για στολισμό όσο και για ευχαρίστηση, έγιναν δυσκολοφύλακτοι. Τέλος, υπήρχαν και τα φρούτα που δίνουμε μετά το φαγητό σε όσους θέλουν ν’ ανακουφίσουν το φορτωμένο στομάχι τους. Όλα αυτά βρίσκονταν σε μεγάλη αφθονία και με απέραντη ομορφιά πάνω σ’ εκείνο το νησί που ήταν κάποτε παλαιά ιερό κάτω από τον ήλιο. Παίρνοντας λοιπόν τόσα πολλά προϊόντα από τη γη, οι κάτοικοι του νησιού μπόρεσαν να φτιάξουν ναούς, παλάτια, λιμάνια, ναύσταθμους και όλα τ’ άλλα έργα που χρειαζόταν η χώρα τους. Πρώτα απ’ όλα γεφύρωσαν τις κυκλικές θάλασσες που βρίσκονταν γύρω από την αρχαία μητρόπολη κι έφτιαξαν δρόμο που οδηγούσε μέχρι τα βασιλικά ανάκτορα, τα οποία είχαν χτίσει στο σημείο όπου κατοίκησε ο θεός και οι προγονοί τους. Κι επειδή, παρ’ ότι ήταν στολισμένα, κάθε βασιλιάς που τα έπαιρνε από τον προηγούμενο πρόσθετε νέα στολίδια, προσπαθώντας να ξεπεράσει τον προκάτοχο του, τα ανάκτορα έγιναν τελικά ασύγκριτα χάρη στο μεγαλείο και την ομορφιά τους. Αρχίζοντας ύστερα από τη Θάλασσα του εξωτερικού κύκλου, άνοιξαν διώρυγα τρία πλέθρα πλάτος, βάθος εκατό πόδια και μήκος πενήντα στάδια. Έτσι ακόμα και τα μεγαλύτερα πλοία μπορούσαν να περνάνε από το στόμιο της και να φτάνουν μέχρι το λιμάνι.
Έκαναν επίσης άνοιγμα στις εσωτερικές ζώνες της ξηράς, που χώριζαν τις λωρίδες της θάλασσας κοντά στο σημείο που βρίσκονταν οι γέφυρες, το οποίο οδηγούσε από κύκλο σε κύκλο και ήταν τόσο ώστε να χωράει μια τριήρης. Το κάλυψαν από πάνω, αφού το επίπεδο της ξηράς βρισκόταν αρκετά ψηλότερα από την επιφάνεια της θάλασσας, έτσι ώστε τα πλοία να περνάνε από κάτω. Η μεγαλύτερη απ’ αυτές τις κυκλικές ζώνες, που επικοινωνούσε άμεσα με τη θάλασσα, είχε πλάτος τρία στάδια, και το πρόχωμα που ακολουθούσε στη συνέχεια είχε το ίδιο μήκος. Από τις άλλες δυο ζώνες, η θαλασσινή είχε πλάτος δυο στάδια, ενώ ίση ήταν πάλι και η στεριανή ζώνη. Ο κύκλος που έζωνε το κεντρικό νησί είχε ένα στάδιο πλάτος, ενώ η διάμετρος του νησιού στο οποίο βρισκόταν το παλάτι ήταν πέντε στάδια. Σο νησί, οι ζώνες γύρω του και η γέφυρα που είχε πλάτος ενός πλέθρου περιφράχτηκαν με πέτρινο τείχος κι από τις δυο πλευρές. Στις άκρες κάθε γέφυρας, πάνω από τα περάσματα προς τη θάλασσα, έφτιαξαν πύργους και πύλες. Τις πέτρες που χρειάζονταν για τον σκοπό αυτό τις έβγαζαν από τα λατομεία που υπήρχαν τόσο στο κεντρικό νησί όσο και στις ζώνες της ξηράς που βρίσκονταν γύρω του. Άλλες ήταν άσπρες, άλλες μαύρες κι άλλες κόκκινες. Στο σημείο απ’ όπου τις έβγαζαν δημιουργήθηκαν δυο μεγάλα κοιλώματα, τα οποία έκαναν υπογείους ναύσταθμους και τα σκέπασαν με αυτό τον βράχο.
Θραύσμα της Ατλαντίδας του Ελλάνικου της Λέσβου public domain Wikimedia Commons
Ορισμένα από τα κτίρια φτιάχτηκαν με πέτρες του ίδιου χρώματος, άλλα όμως έγιναν πολύχρωμα, ώστε να φαίνονται στολισμένα και να σκορπίζουν την ευχαρίστηση. Την επιφάνεια του τείχους που κάλυπτε ολόκληρη την εξωτερική ζώνη τη σκέπασαν με χαλκό αντί να τη βάψουν, ενώ την εσωτερική επιφάνεια την έντυσαν με κασσίτερο. Το τείχος της ακρόπολης καλύφθηκε με αστραφτερό ορείχαλκο που έλαμπε σαν φωτιά. Τα ανάκτορα που βρίσκονταν μέσα στην ακρόπολη ήταν φτιαγμένα ως εξής: Στη μέση υπήρχε ναός αφιερωμένος στην Κλειτώ και τον Ποσειδώνα, τριγυρισμένος από χρυσό τοίχο που δεν επιτρεπόταν να τον πλησιάσει κανένας. Σ’ εκείνο το σημείο είχαν σμίξει για πρώτη φορά αυτοί οι δυο και γέννησαν τα παιδιά που έγιναν αρχηγοί των δέκα βασιλικών οικογενειών. Εκεί πήγαιναν κάθε χρόνο εκπρόσωποι των δέκα περιφερειών που μοιράστηκαν με κλήρο, για να προσφέρουν τους πιο διαλεχτούς καρπούς της γης αφιέρωμα στον καθένα θεό. Υπήρχε ναός του Ποσειδώνα που είχε μήκος ένα στάδιο, πλάτος τρία πλέθρα και ύψος ανάλογο με τις άλλες διαστάσεις, όπως το βλέπει κανείς, αλλά η μορφή του ήταν κάπως βαρβαρική. Απ’ έξω ήταν ντυμένος ολόκληρος με ασήμι, εκτός από τις γωνίες που ήταν χρυσές. Η οροφή του στο εσωτερικό ήταν φτιαγμένη από ελεφαντοστό και είχε χρυσά, ασημένια και ορειχάλκινα στολίδια. Σα υπόλοιπα σημεία, τους τοίχους, τους κίονες και το δάπεδο τα κάλυψαν με ορείχαλκο. Μέσα στον ναό τοποθέτησαν το χρυσό άγαλμα του Ποσειδώνα που ήταν όρθιος στο άρμα του και οδηγούσε τα έξι φτερωτά του άλογα. Ήταν τόσο ψηλός που το κεφάλι του άγγιζε τη σκεπή του ναού. Γύρω του υπήρχαν εκατό αγάλματα Νηρηίδων πάνω σε δελφίνια, γιατί οι τότε άνθρωποι πίστευαν ότι τόσες ήταν οι Νηρηίδες.
Ακόμα υπήρχαν πολλά αγάλματα, τα οποία είχαν αφιερώσει διάφοροι ιδιώτες. Στο έξω μέρος γύρω από τον ναό βρίσκονταν χρυσές εικόνες όλων των βασιλιάδων και των συζύγων τους που κατάγονταν από τα δέκα αδέλφια, καθώς και πολλά άλλα αφιερώματα των ίδιων ή άλλων ατόμων όχι μόνο από την πολιτεία αλλά και από τα υπόλοιπα μέρη που εξουσίαζε αυτή η χώρα. Ο βωμός ήταν ανάλογος στο μέγεθος και στην εμφάνιση με το περιβάλλον, ενώ τα παλάτια ταίριαζαν με την ισχύ της πολιτείας κι επίσης ταίριαζαν με το μεγαλείο του ναού. Οι βρύσες, που είχαν το κρύο και το ζεστό νερό, ήταν πλούσιες κι επειδή με τα όμορφα και θεραπευτικά νερά τους εξυπηρετούσαν ιδιαίτερα τους κατοίκους, έφτιαξαν γύρω τους διάφορες εγκαταστάσεις και φύτεψαν υδρόφιλα φυτά. Ακόμα κατασκεύασαν δεξαμενές, τόσο στα χωράφια όσο και μέσα στην πόλη· ορισμένες ήταν υπαίθριες και άλλες κλειστές για να χρησιμοποιούνται τον χειμώνα σαν θερμά λουτρά, χωριστά των βασιλέων, χωριστά των πολιτών, ενώ υπήρχαν ακόμα και μερικές για τις γυναίκες, ορισμένες για τ’ άλογα και για τα κατοικίδια ζώα, διακοσμώντας καθεμιά με τον ανάλογο στολισμό. Το νερό που έτρεχε από τις δεξαμενές χρησίμευε για το πότισμα του ιερού άλσους του Ποσειδώνα, που είχε κάθε είδους όμορφα και ψηλά δέντρα, χάρη στη γονιμότητα του εδάφους. Με αυλάκια έφερναν το νερό από τις δεξαμενές μέχρι τις γέφυρες στις εξωτερικές ζώνες, όπου υπήρχαν ναοί πολλών θεών, κήποι και γυμναστήρια για άνδρες και γι’ άλογα ολόγυρα στο νησί. Στο κέντρο του μεγαλύτερου νησιού υπήρχε ένας ξεχωριστός ιππόδρομος με πλάτος ένα στάδιο και μήκος όσο η περιφέρεια του νησιού, που τον χρησιμοποιούσαν για ιππικά αγωνίσματα.
Στις δυο πλευρές του ιπποδρόμου υπήρχαν οι κατοικίες των πολλών σωματοφυλάκων του βασιλιά, οι πιο πιστοί όμως ζούσαν στη δεύτερη ζώνη, που βρισκόταν πιο κοντά στην Ακρόπολη. Όσοι ήταν ακόμα πιο αφοσιωμένοι από τους άλλους είχαν κατοικίες μέσα στην Ακρόπολη, γύρω από τ’ ανάκτορα. Οι ναύσταθμοι ήταν γεμάτοι με τριήρεις και τα εξαρτήματα τους σε τέλεια τάξη. Τα σχετικά λοιπόν με τις βασιλικές κατοικίες έτσι ήταν κατασκευασμένα. Όταν κάποιος διέσχιζε τα λιμάνια, που ήταν τρία, για να βγει έξω, έβλεπε ένα τείχος που άρχιζε από τη θάλασσα και περιτριγύριζε το νησί σε απόσταση πενήντα σταδίων από τη μεγαλύτερη ζώνη και το μεγαλύτερο λιμάνι, για να καταλήξει στο στόμιο της διώρυγας που βρισκόταν κοντά στη θάλασσα. Στο εσωτερικό του υπήρχαν αμέτρητα σπίτια το ένα κοντά στο άλλο. Η διώρυγα και το μεγάλο λιμάνι ήταν γεμάτα πλοία και εμπόρους που έρχονταν απ’ όλα τα μέρη του κόσμου και, επειδή ήταν πολλοί, έκαναν τόση φασαρία και κάθε είδος θορύβους, μέρα και νύχτα. Για την πόλη λοιπόν και την αρχαία οίκηση της σχεδόν όπως ειπώθηκαν τότε τ’ απομνημόνευσα και τ’ αφηγήθηκα. Πρέπει όμως να συνεχίσω με την περιγραφή των φυσικών χαρισμάτων και του στολισμού της υπόλοιπης χώρας. Κατ’ αρχάς λέγεται ότι ολόκληρος εκείνος ο τόπος ήταν πολύ ψηλός και είχε απόκρημνες ακτές, ενώ η όλη περιοχή γύρω στην πόλη ήταν πεδινή και τριγυρισμένη από βουνά που οι πλαγιές τους κατέβαιναν μέχρι τη θάλασσα. Η πεδιάδα ήταν εντελώς επίπεδη, χωρίς υψώματα, με παραλληλόγραμμο σχήμα μήκους τριών χιλιάδων και πλάτους δύο χιλιάδων σταδίων από τη θάλασσα μέχρι το κέντρο της.
Ολόκληρη αυτή η περιοχή έβλεπε νότια και ήταν προφυλαγμένη από τους βοριάδες. Σα γύρω βουνά ήταν φημισμένα παντού, γιατί ήταν ανώτερα απ’ όλα τα τωρινά κατά τον αριθμό, το ύψος και την ομορφιά. Ανάμεσά τους υπήρχαν πολλά πλούσια χωριά, ποτάμια, λίμνες και λιβάδια, όπου όλα τ’ άγρια και ήμερα ζώα έβρισκαν άφθονη τροφή. Ήταν επίσης γεμάτα δέντρα πολλά κάθε είδους, που έδιναν αρκετή ξυλεία για τις ανάγκες όλων των επαγγελμάτων. Αυτή λοιπόν η πεδιάδα ήταν φτιαγμένη έτσι από τη φύση αλλά και από τα έργα που έκαναν πολλοί βασιλιάδες στη διάρκεια αμέτρητων χρόνων. Το σχήμα της ήταν τετράγωνο και, στα περισσότερα μέρη, ορθογώνιο και μακρουλό· ίσιωσαν όμως τ’ ακανόνιστα σημεία της σκάβοντας τριγύρω χαντάκια. Το βάθος, το πλάτος και το μήκος κάθε χαντακιού ήταν τόσο μεγάλο που είναι απίστευτο αυτό που λέγεται, ότι ήταν φτιαγμένο από ανθρώπινα χέρια, αφού, σε σύγκριση με άλλα παρόμοια έργα, φαινόταν τεράστιο.
Οφείλουμε, πάντως, ν’ αναφέρουμε ό,τι ακούσαμε. Είχε σκαφτεί το βάθος του ένα πλέθρο και το πλάτος σε όλα τα σημεία ένα στάδιο· επειδή τώρα ήταν σκαμμένο γύρω σ’ ολόκληρη την πεδιάδα, το μήκος του τύχαινε να είναι δέκα χιλιάδες στάδια. Δεχόταν όλα τα νερά που κατέβαιναν κυλώντας από τα βουνά, κύκλωνε την πεδιάδα, έφτανε μέχρι την πόλη κι από τα δυο μέρη της, προχωρούσε μέχρι τη θάλασσα κι άδειαζε εκεί όλα τα νερά. Από το εσωτερικό της περιοχής ξεκινούσαν αυλάκια πλάτους περίπου εκατό ποδών, που διέσχιζαν την πεδιάδα σε παράλληλες γραμμές και είχαν τέτοια κλίση, ώστε τα νερά τους χύνονταν στο χαντάκι. Μέσα απ’ αυτά τα αυλάκια, που απείχαν μεταξύ τους εκατό στάδια, κατέβαζαν την ξυλεία από τα βουνά στην πόλη και μετέφεραν με πλοία τα υπόλοιπα προϊόντα κάθε εποχής, αφού πρώτα άνοιξαν κι άλλα αυλάκια, πλάγια μεταξύ τους, ώστε να επικοινωνεί το ένα με το άλλο και με την πόλη. Είχαν συγκομιδή δυο φορές τον χρόνο, χρησιμοποιώντας τον χειμώνα τα νερά που τους έστελνε ο Δίας και το καλοκαίρι όσα έβγαιναν από τις πηγές, που τα έφερναν στην πεδιάδα μέσα από τα τεχνητά αυλάκια. Σχετικά τώρα με τον αριθμό των πολεμιστών, είχε κανονιστεί ότι κάθε τμήμα της χωράς θα έδινε από έναν αρχηγό για τους άνδρες που ήταν ικανοί να φέρουν όπλα.
Υποθετικές τοποθεσίες της Ατλαντίδας στη Μεσόγειο Θάλασσα. Reflex Reaction, Public domain, via Wikimedia Commons
Η έκταση κάθε τμήματος ήταν περίπου εκατό στάδια και υπήρχαν εξήντα χιλιάδες τέτοια τμήματα. Οι άνδρες που έμεναν στα βουνά και τα άλλα μέρη της χώρας ήταν, όπως λεγόταν, αμέτρητοι κι εξουσιάζονταν από τους αρχηγούς τους σύμφωνα με τον συνοικισμό ή το χωριό στο οποίο ζούσαν. Σε καιρό πολέμου ο αρχηγός έπρεπε να δίνει το ένα έκτο ενός πολεμικού άρματος, σε δέκα χιλιάδες άρματα, δυο άλογα με τους ιππείς τους, δυο άλογα χωρίς άρμα, έναν πεζό με ελαφριά ασπίδα, έναν ιππέα που μπορούσε να πηδάει από άλογο σε άλογο, δυο βαριά οπλισμένους πεζούς, δυο τοξότες, δυο σφενδονιστές, τρεις πετροβολητές, τρεις ακοντιστές και, τέλος, από τέσσερις ναύτες για τα χίλια διακόσια πλοία της χώρας. Έτσι λοιπόν είχαν οργανωθεί τα στρατιωτικά πράγματα της βασιλικής πόλης. Όσο για τα υπόλοιπα εννέα τμήματα, καθένα είχε τη δική του οργάνωση, που θα χρειαζόταν πολλή ώρα για ν’ αναπτύξω. Τα αξιώματα και οι τιμητικές διακρίσεις κανονίστηκαν από την αρχή με τον παρακάτω τρόπο. Καθένας από τους δέκα βασιλιάδες κυβερνούσε τους ανθρώπους που ζούσαν στην περιοχή και την πρωτεύουσα του, όριζε τους περισσοτέρους νόμους και τιμωρούσε ή θανάτωνε όποιον ήθελε. Οι σχέσεις όμως και η εξουσία που είχαν μεταξύ τους ήταν ρυθμισμένες σύμφωνα με τις αρχές που είχε ορίσει ο Ποσειδώνας, όπως όριζε ο νόμος που είχε φτάσει μέχρις αυτούς από γενιά σε γενιά χαραγμένος με γράμματα από τους πρώτους βασιλιάδες σε στήλη από ορείχαλκο, που βρισκόταν στον ναό του Ποσειδώνα στο κέντρο του νησιού.
Οι βασιλιάδες συγκεντρώνονταν κάθε πέντε και κάθε έξι χρόνια με τη σειρά -γιατί τιμούσαν τόσο τους μονούς όσο και τους ζυγούς αριθμούς- και συζητούσαν, έπαιρναν αποφάσεις για τα κοινά τους συμφέροντα, εξέταζαν τις παραβάσεις των νόμων και δίκαζαν τις σχετικές υποθέσεις. Όταν επρόκειτο να δικάσουν, έδιναν πρώτα διαβεβαιώσεις μεταξύ τους με τον ακόλουθο τρόπο: Άφηναν ελεύθερους τους ταύρους μέσα στον ναό του Ποσειδώνα κι έμεναν μόνοι μαζί τους, όντας δέκα, και παρακαλούσαν τον θεό να διαλέξει το σφάγιο που θα τον ευχαριστούσε κι άρχιζαν να κυνηγάνε τους ταύρους άοπλοι, κρατώντας μόνο ξύλα και θηλιές. Όποιον τύχαινε να πιάσουν, τον πήγαιναν στη στήλη και τον έσφαζαν πάνω από το μέρος όπου ήταν γραμμένος ο νόμος. Στη στήλη ήταν χαραγμένος και ο όρκος που καταριόταν με φοβερά λόγια όσους καταπατούσαν τους νόμους. Όταν λοιπόν έκαναν τη θυσία σύμφωνα με τους νόμους τους κι ευλογούσαν τα μέλη του ταύρου, ανακάτευαν σ’ ένα κύπελλο λίγο κρασί με μερικές σταγόνες από το αίμα του ζώου ο καθένας με τη σειρά του. Μετά έριχναν τα κομμάτια του ιερού σφαγίου στη φωτιά και καθάριζαν τη στήλη. Έπειτα έπαιρναν με χρυσές φιάλες λίγο κρασί από το κύπελλο, έκαναν σπονδές στη φωτιά κι ορκίζονταν ότι θ’ απέδιδαν δικαιοσύνη σύμφωνα με τους νόμους της στήλης, τιμωρώντας όσους τους είχαν παραβεί. Ακόμα, ορκίζονταν ότι δεν θα παραβούν κανένα γραπτό νόμο εκούσια, δεν θα διοικήσουν και δεν θα υπακούσουν στον βασιλιά, παρά μόνο αν οι προσταγές του είναι σύμφωνες με τους νόμους του πατέρα τους.
Όταν καθένας έδινε τέτοιες διαβεβαιώσεις για λογαριασμό δικό του και της γενιάς του, έπινε και μετά αφιέρωνε τη φιάλη στο ιερό του θεού και ύστερα έτρωγε και τακτοποιούσε όλες τις άλλες ανάγκες. Μόλις νύχτωνε και η φωτιά γύρω από τα σφάγια έσβηνε, φορούσαν μια θαυμάσια γαλάζια στολή, έσβηναν όλες τις φωτιές του ναού και κάθονταν δίπλα στ’ απομεινάρια της θυσίας όλη τη νύχτα δικάζοντας και δικαζόμενοι, αν κανένας κατηγορούσε κάποιον άλλο πως είχε παραβεί τον νόμο. Μετά την έκδοση της απόφασης σχετικά με κάθε υπόθεση που είχε κριθεί, την έγραφαν, όταν ξημέρωνε, πάνω σ’ ένα χρυσό πίνακα και την αφιέρωναν στον θεό μαζί με τις στολές τους. Υπήρχαν πολλοί ειδικοί νόμοι σχετικά με τα προνόμια κάθε βασιλιά, σημαντικότεροι από τους οποίους ήταν ότι ποτέ δεν θα έκαναν πόλεμο ο ένας εναντίον του άλλου, ότι θα βοηθούσαν όλοι, αν κάποιος επιχειρούσε ν’ ανατρέψει τη βασιλική οικογένεια κάποιας πόλης κι ότι θα συγκεντρώνονταν, όπως οι προγονοί τους, για να πάρουν κοινές αποφάσεις σε περίπτωση πολέμου ή σχετικά με άλλα σοβαρά ζητήματα, παραχωρώντας την αρχηγία στη γενιά του Άτλαντα.
Τέλος, κανένας βασιλιάς δεν είχε το δικαίωμα να θανατώσει κάποιο συγγενή του, αν δεν είχε τη συγκατάθεση περισσότερων από τους μισούς ανάμεσα στους δέκα βασιλιάδες. Αυτή όμως την τόσο μεγάλη και τέτοιου είδους δύναμη που υπήρχε τότε σ’ εκείνο το μέρος, αφού την οργάνωσε ο θεός, την οδήγησε εναντίον αυτών των χωρών με την εξής, σύμφωνα με την παράδοση, δικαιολογία: Για πολλές γενιές, όσο υπήρχε ακόμα πάνω τους η επίδραση του θεού από τον οποίο κατάγονταν, υπάκουαν στους νόμους και τιμούσαν τη θεϊκή τους καταγωγή. Οι καρδιές τους ήταν καθαρές και το μυαλό τους αφοσιωμένο σ’ ευγενικά έργα. Έδειχναν πάντα λογική και σωφροσύνη στις εκάστοτε περιστάσεις και ως προς τις μεταξύ τους σχέσεις. Γι’ αυτό τον λόγο περιφρονούσαν οτιδήποτε εκτός από την αρετή και δεν έδιναν μεγάλη σημασία στ’ αγαθά που είχαν, θεωρώντας βάρος την ποσότητα του χρυσαφιού και της υπόλοιπης περιουσίας. Έτσι, χωρίς να μεθύσουν από την τρυφηλότητα κι εξαιτίας του πλούτου να χάσουν τον αυτοέλεγχο τους, δεν παραδόθηκαν στα πάθη τους. Με νηφαλιότητα, αντίθετα, έβλεπαν καθαρά ότι και αυτά όλα αυξάνουν από τη φιλία και μαζί με την κοινή αρετή, ενώ η διαρκής επιδίωξη και λατρεία αυτών των αγαθών καταστρέφει τα ίδια και την αξία τους. Με αυτές λοιπόν τις σκέψεις και με τη θεϊκή επίδραση πάνω τους, τα πάντα σ’ αυτούς προόδευσαν, όσα αναφέραμε προηγουμένως.
Όταν όμως ατόνησε κι εξαφανίστηκε σιγά σιγά το θεϊκό στοιχείο από μέσα τους, επειδή αναμείχθηκε με το θνητό στοιχείο, κι επικράτησε το ανθρώπινο, τότε άρχισαν να συμπεριφέρονται άσχημα, μη μπορώντας ν’ αντέξουν το βάρος του πλούτου που είχαν. Σ’ αυτόν που είχε τη δυνατότητα να παρατηρεί φαίνονταν αισχροί, που είχαν χάσει τα πιο πολύτιμα από τ’ αγαθά τους. Σ’ εκείνους όμως που δεν μπορούσαν να διακρίνουν ποια είναι η πραγματικά ευτυχισμένη ζωή, φαίνονταν κατ’ εξοχήν καλοί και ευλογημένοι, παρά την πλεονεξία που τους είχε καταλάβει ν’ αυξάνουν με κάθε τρόπο τα πλούτη τους. Ο Δίας λοιπόν, ο θεός των θεών, που κυβερνάει σύμφωνα με τους νόμους, επειδή μπορεί να βλέπει τέτοια πράγματα, παρατηρώντας ότι αυτός ο χρηστός λαός τραβούσε για την καταστροφή, αποφάσισε να τον τιμωρήσει, για να γίνουν νουνεχείς αφού συνετιστούν. Κάλεσε λοιπόν σε συμβούλιο όλους τους θεούς στην τιμιότατη κατοικία τους, που βρίσκεται στη μέση του κόσμου και βλέπει καλά τα πάντα, όσα έχουν πραγματοποιηθεί, κι αφού τους συγκέντρωσε είπε…». (Πλάτων, Κριτίας 109b-121c, μεταφραστική ομάδα Κάκτου).
Σε αυτό το σημείο διακόπτεται η ιστορία και τελειώνει το κείμενο του Κριτία. Γνωρίζουμε, όμως, από προηγούμενες αναφορές στον Κριτία και στον Τίμαιο ότι η Ατλαντίδα ηττήθηκε από τους Αθηναίους σε πόλεμο και η Ατλαντίδα παρασύρθηκε στη θάλασσα από σεισμούς και πλημμύρες με αποτέλεσμα να εξαφανιστεί.
Η καλντέρα της Σαντορίνης στις 24 Ιουνίου 2022, τραβηγμένη από τον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό. Από το γεγονός της Μινωικής έκρηξης και την ανακάλυψη του Ακρωτηρίου στο νησί το 1964, αυτή η τοποθεσία είναι μία από τις πολλές που υποτίθεται ότι βρισκόταν η Ατλαντίδα. NASA, Public domain, via Wikimedia Commons
Ερμηνεία της Ατλαντίδας
Ο Πλάτωνας, εισάγει την ιστορία της Ατλαντίδας για να δείξει ότι η αρχαία Αθήνα ήταν μια μεγάλη πόλη και οι άνθρωποί της με το κράτος δικαίου ήταν σε θέση να υπερασπιστούν την ελευθερία τους ενάντια σε μια επιθετική ξένη δύναμη. Αυτή, τουλάχιστον, είναι η πρόθεση του Κριτία. Υπάρχει σίγουρα και η ηθική πλευρά στην ιστορία, ότι η απληστία για πλούτο και εξουσία φέρνει καταστροφή.
Μεταφορικά, η ιστορία της Ατλαντίδας και η νίκη της Αθήνας μπορεί να αντιπροσωπεύουν τη μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ., όταν οι Έλληνες νίκησαν τον Περσικό στρατό του Δαρείου. Η μεταφορά των Ελλήνων οι οποίοι πολεμούν τους «βαρβάρους» που παρουσιάζονται ως μυθικά πλάσματα όπως οι Κένταυροι ήταν ήδη εμφανής στην Ελληνική τέχνη πριν από τον Πλάτωνα. Μήπως το «αναγκασμένος να σταθεί μόνος» αναφέρεται στην απουσία των Σπαρτιατών στον Μαραθώνα;
Τι γίνεται όμως με τη φυσική τοποθεσία της Ατλαντίδας; Πολλοί θεωρούν το νησί και την εξαφάνισή του εμπνευσμένη από την ηφαιστειακή έκρηξη, τους σεισμούς και τα επακόλουθα τσουνάμι στο νησί της Θήρας στα τέλη της Εποχής του Χαλκού που κατέστρεψαν τον συγκεκριμένο πολιτισμό και βύθισαν το μεγαλύτερο μέρος του νησιού. Η Θήρα με το εκτεταμένο εμπορικό δίκτυο και τις καλές τέχνες θα θεωρούνταν σίγουρα προηγμένη και ευημερούσα από τους σύγχρονους πολιτισμούς. Υπάρχει καλύτερος τρόπος να θυμηθούμε αυτή τη συγκλονιστική εξαφάνιση από έναν πολύχρωμο μύθο; Η περιγραφή των απόκρημνων βουνών της Ατλαντίδας θα ταίριαζε σίγουρα με εκείνη ενός ηφαιστειακού νησιού, αλλά το μέγεθος και η θέση στον Ατλαντικό δεν παραπέμπουν στη Θήρα.
Στη συνέχεια, υπάρχει η αναφορά στο κυνήγι και τη θυσία ταύρων στην Ατλαντίδα. Θα μπορούσε αυτό να αναφέρεται στην τεκμηριωμένη πρακτική της Μινωικής Κρήτης, όπου τα ταυροκαθάψια, η λατρεία και η εικονογραφία υπάρχουν στα αρχαιολογικά αρχεία; Ο επόμενος διάλογος του Πλάτωνα, σύμφωνα με πολλούς μελετητές, είχε (συμπτωματικό;) τίτλο Μίνωας από τον θρυλικό βασιλιά του νησιού, τον οποίο θαύμαζε ο Πλάτωνας για τις νομοθετικές του ικανότητες.
Χάρτης που δείχνει την υποτιθέμενη έκταση της Ατλαντίδας από τον Ignatius L. Donnelly: the Antediluvian World, 1882[50] Ignatius Donnelly; cropped by Beyond My Ken (talk) 22:14, 28 September 2010 (UTC), Public domain, via Wikimedia Commons
Εκτιμήσεις τοποθεσίας
Από την εποχή του Ντόνελλυ, έχουν προταθεί δεκάδες τοποθεσίες για την Ατλαντίδα, σε σημείο που η ονομασία να αποκτήσει μια γενική έννοια, διαχωρισμένη από τις ιδιαιτερότητες της αφήγησης του Πλάτωνα. Αυτό αντικατοπτρίζεται στο γεγονός ότι πολλές προτεινόμενες τοποθεσίες δεν βρίσκονται εντός του Ατλαντικού. Σήμερα ελάχιστες εξ’ αυτών αποτελούν ακαδημαϊκές ή αρχαιολογικές εκτιμήσεις, ενώ άλλες έχουν γίνει από μέντιουμ (π.χ. Έντγκαρ Κέις) ή άλλα ψευδοεπιστημονικά μέσα. Οι ερευνητές της Ατλαντίδας Ζακ Κολινά Ζιράρ και Γεργέος Ντίαζ Μοντεξάνο, για παράδειγμα, ισχυρίζονται ο καθένας ότι η υπόθεση του άλλου είναι ψευδοεπιστήμη. Πολλές από τις προτεινόμενες τοποθεσίες μοιράζονται μερικά από τα χαρακτηριστικά της ιστορίας της Ατλαντίδας (νερό, καταστροφικό τέλος, σχετική χρονική περίοδος) αλλά καμία δεν έχει αποδειχθεί ως πραγματική.
Μεσόγειος Θάλασσα
Οι περισσότερες από τις ιστορικά προτεινόμενες τοποθεσίες βρίσκονται μέσα ή κοντά στη Μεσόγειο Θάλασσα: νησιά όπως η Σαρδηνία, η Κρήτη, η Σαντορίνη (Θήρα) η Σικελία, η Κύπρος και η Μάλτα, χερσαίες πόλεις ή κράτη όπως η Τροία, η Ταρτησσός και η Τάνταλις (στην επαρχία της Μανίσα της Τουρκίας) Ισραήλ–Σινά ή Χαναάν και τη βορειοδυτική Αφρική, συμπεριλαμβανομένης της δομής Ρισάτ στη Μαυριτανία.
Η έκρηξη της Θήρας, που χρονολογείται στον 17ο ή 16ο αιώνα π.Χ., προκάλεσε ένα μεγάλο τσουνάμι που ορισμένοι ειδικοί υποθέτουν ότι κατέστρεψε τον Μινωικό πολιτισμό στο κοντινό νησί της Κρήτης, οδηγώντας περαιτέρω μερικούς να πιστεύουν ότι αυτή μπορεί να ήταν η καταστροφή που ενέπνευσε την ιστορία. Στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας έχουν προταθεί οι ακόλουθες τοποθεσίες: Βόσπορος και Ανκομά (ένα θρυλικό μέρος κοντά στην Τραπεζούντα).
Άλλοι έχουν σημειώσει ότι, πριν από τον 6ο αιώνα π.Χ., τα βουνά εκατέρωθεν του Λακωνικού κόλπου ονομάζονταν «Στήλες του Ηρακλή» και θα μπορούσαν να είναι η γεωγραφική θέση που περιγράφεται στις αρχαίες αναφορές στις οποίες ο Πλάτωνας βάσιζε την ιστορία του. Τα βουνά βρίσκονταν εκατέρωθεν του νοτιότερου κόλπου της Ελλάδας, του μεγαλύτερου στην Πελοπόννησο και αυτός ο κόλπος ανοίγεται στη Μεσόγειο Θάλασσα.
Αν από την αρχή των συζητήσεων, η παρερμηνεία του Γιβραλτάρ ως τοποθεσία αντί του Λακωνικού κόλπου, θα οδηγούσε σε πολλές λανθασμένες εκτιμήσεις σχετικά με τη θέση της Ατλαντίδας. Ο Πλάτων μπορεί να μην γνώριζε τη διαφορά. Οι Λακωνικοί κίονες ανοίγουν νότια προς την Κρήτη πέρα από την οποία βρίσκεται η Αίγυπτος. Η έκρηξη της Θήρας και η κατάρρευση την Ύστερη Εποχή του Χαλκού επηρέασαν την περιοχή και μπορεί να ήταν η καταστροφή στην οποία αναφέρονται οι πηγές που χρησιμοποίησε ο Πλάτωνας. Σημαντικά γεγονότα όπως αυτά πιθανώς να πέρναγαν ως αφηγήσεις από τη μια γενιά στην άλλη επί σχεδόν χίλια χρόνια.
Αναπαράσταση της Οικουμένης (κατοικημένος κόσμος) ένας αρχαίος χάρτης βασισμένος στην περιγραφή του κόσμου από τον Ηρόδοτο, περίπου το 450 π.Χ. Bibi Saint-Pol,Public domain, via Wikimedia Commons
Ατλαντικός Ωκεανός
Η θέση της Ατλαντίδας στον Ατλαντικό Ωκεανό έχει κάποια γοητεία δεδομένων των στενά συνδεδεμένων ονομάτων. Ο λαϊκός πολιτισμός τοποθετεί συχνά την Ατλαντίδα εκεί, διαιωνίζοντας το αρχικό πλατωνικό σκηνικό όπως το καταλαβαίνουν. Οι Κανάριοι Νήσοι και οι ΝήσοιΜαδέρα έχουν αναγνωριστεί ως πιθανή τοποθεσία, δυτικά των Στενών του Γιβραλτάρ, αλλά σε σχετική γειτνίαση με τη Μεσόγειο Θάλασσα. Λεπτομερείς μελέτες της γεωμορφολογίας και γεωλογίας τους έχουν αποδείξει, ωστόσο, ότι έχουν ανυψωθεί σταθερά, χωρίς σημαντικές περιόδους καθίζησης, τα τελευταία τέσσερα εκατομμύρια χρόνια, από γεωλογικές διεργασίες όπως η διάβρωση, η βαρυτική εκφόρτωση, η λιθοσφαιρική κάμψη που προκαλείται από γειτονικά νησιά και η ηφαιστειακή επιμετάλλωση.
Διάφορα νησιά ή νησιωτικά συμπλέγματα στον Ατλαντικό προσδιορίστηκαν επίσης ως πιθανές τοποθεσίες, ιδίως οι Αζόρες. Ομοίως, πυρήνες ιζημάτων που καλύπτουν τον πυθμένα του ωκεανού που περιβάλλει τις Αζόρες και άλλα στοιχεία αποδεικνύουν ότι ήταν ένα υποθαλάσσιο οροπέδιο για εκατομμύρια χρόνια. Ωστόσο, η περιοχή είναι γνωστή για την ηφαιστειότητά της, η οποία συνδέεται με ρήγματα κατά μήκος της τριπλής διασταύρωσης των Αζορών. Η εξάπλωση του φλοιού κατά μήκος των υφιστάμενων ρηγμάτων έχει προκαλέσει πολλά ηφαιστειακά και σεισμικά γεγονότα.
Η περιοχή υποστηρίζεται από μια άνωση στον βαθύτερο μανδύα, την οποία ορισμένοι συνδέουν με ένα σημείο των Αζορών. Το μεγαλύτερο μέρος της ηφαιστειακής δραστηριότητας έχει συμβεί κυρίως κατά μήκος του ρήγματος Τερσέιρα. Από την αρχή του οικισμού των νησιών, γύρω στον 15ο αιώνα, έχουν σημειωθεί περίπου 30 ηφαιστειακές εκρήξεις (χερσαίες και υποβρύχιες) καθώς και πολυάριθμοι, ισχυροί σεισμοί. Το νησί Σάο Μιγκέλ (Άγιος Μιχαήλ) στις Αζόρες είναι η τοποθεσία του ηφαιστείου Σέτε Σιντάντες και της καλντέρας, τα οποία είναι υποπροϊόντα της ιστορικής ηφαιστειακής δραστηριότητας στις Αζόρες.
Έχει επίσης προταθεί το βυθισμένο νησί Σπαρτέλ κοντά στο στενό του Γιβραλτάρ.
Χάρτης που δείχνει την υποθετική έκταση του Doggerland (περίπου 8.000 π.Χ.), που ήταν χερσαία γέφυρα μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας και ηπειρωτικής Ευρώπης Max Naylor, CC BY-SA 3.0 via Wikimedia Commons
Ευρώπη
Αρκετές υποθέσεις τοποθετούν το βυθισμένο νησί στη βόρεια Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένου του Ντόγκερλαντ στη Βόρεια Θάλασσα και της Σουηδίας (από τον Όλαφ Ρούντμπεκ στο Άτλαντ, 1672-1702). Το Ντόγκερλαντ, καθώς και το νησί Βίκινγκ Μπέργκεν, πιστεύεται ότι πλημμύρισαν από ένα μεγατσουνάμι μετά την υποβρύχια κατολίσθηση Στορέγκα του 6100 π.Χ. Ορισμένοι πρότειναν την Κελτική υφαλοκρηπίδα ως πιθανή τοποθεσία και ότι υπάρχει σύνδεση με την Ιρλανδία. Το 2004, ο Σουηδός φυσιογράφος Ούλφ Έρλικσον πρότεινε ότι ο μύθος της Ατλαντίδας βασίστηκε στην Ιρλανδία της Λίθινης Εποχής. Αργότερα δήλωσε ότι δεν πιστεύει ότι η Ατλαντίδα υπήρξε ποτέ, αλλά υποστήριξε ότι η υπόθεσή του ότι η περιγραφή της ταιριάζει κατά 99,8% με τη γεωγραφία της Ιρλανδίας. Ο διευθυντής του Εθνικού Μουσείου της Ιρλανδίας σχολίασε ότι δεν υπήρξαν αρχαιολογικά ευρήματα που να υποστηρίζουν κάτι τέτοιο.
Το 2011, μια ομάδα, που εργαζόταν σε ένα ντοκιμαντέρ για το National Geographic Channel, με επικεφαλής τον καθηγητή Ρίτσαρντ Φρόιντ από το Πανεπιστήμιο του Χάρτφορντ, ισχυρίστηκε ότι βρήκε πιθανά στοιχεία της Ατλαντίδας στη νοτιοδυτική Ανδαλουσία. Η ομάδα εντόπισε την πιθανή θέση της μέσα στους βάλτους του Εθνικού Πάρκου Ντονάνα, στην περιοχή που κάποτε ήταν η Λίμνη Λιγκουστίνους, μεταξύ των επαρχιών Ουέλβα, Καντίθ και Σεβίλλης και εικάζουν ότι η Ατλαντίδα καταστράφηκε από τσουνάμι, επεκτείνοντας τα αποτελέσματα προηγούμενης μελέτης από Ισπανούς ερευνητές, που δημοσιεύθηκε τέσσερα χρόνια νωρίτερα.
Ισπανοί επιστήμονες απέρριψαν τις εικασίες του Φρόιντ, υποστηρίζοντας ότι υπερεκτίμησε το έργο τους. Ο ανθρωπολόγος Χουάν Βιλάριας Ρόμπλες, ο οποίος συνεργάζεται με το Ισπανικό Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας, δήλωσε: «Ο Ρίτσαρντ Φρόιντ ήταν νεοφερμένος στο έργο μας και φάνηκε να επηρεάζεται από το δικό του αμφιλεγόμενο ζήτημα σχετικά με την αναζήτηση ελεφαντόδοντου και χρυσού από τον βασιλιά Σολομώντα στην Ταρτησσό, τον καλά τεκμηριωμένο οικισμό στην περιοχή Ντονάνα που ιδρύθηκε την 1η χιλιετία π.Χ.» και περιέγραψε τους ισχυρισμούς του ως «ευφάνταστους».
Προηγουμένως είχε διατυπωθεί μια παρόμοια θεωρία από έναν Γερμανό ερευνητή, τον Ράινερ Κούνε, που βασιζόταν μόνο σε δορυφορικές εικόνες και τοποθετούσε την Ατλαντίδα στο Μαρίσμας ντε Ινόχος, βόρεια της πόλης Καντίθ. Πριν από αυτό, ο ιστορικός Άντολφ Σούλτεν είχε δηλώσει στη δεκαετία του 1920 ότι ο Πλάτων είχε χρησιμοποιήσει την Ταρτησσό ως βάση για τον μύθο της Ατλαντίδας.
Άλλες τοποθεσίες
Αρκετοί συγγραφείς, όπως ο Φλάβιο Μπαρμπιέρο ήδη από το 1974, υποθέτουν ότι η Ανταρκτική είναι η τοποθεσία της Ατλαντίδας. Ένας αριθμός ισχυρισμών αφορά στην Καραϊβική, όπως σε έναν υποτιθέμενο υποβρύχιο σχηματισμό στα ανοικτά της χερσονήσου Γκουνακαμπίμπες στην Κούβα. Έχουν επίσης προταθεί οι γειτονικές Μπαχάμες ή το φολκλορικό τρίγωνοτωνΒερμούδων, όπως επίσης περιοχές στον Ειρηνικό και τον Ινδικό Ωκεανό, συμπεριλαμβανομένης της Ινδονησίας. Οι ιστορίες μιας χαμένης ηπείρου στα ανοικτά των ακτών της Ινδίας, που ονομάζεται «Κουμάτι Καντάμ» ενέπνευσαν μερικούς να κάνουν παραλληλισμούς με την Ατλαντίδα
Μεταγενέστεροι συγγραφείς
Άλλοι αρχαίοι συγγραφείς μετά τον Πλάτωνα ενδιαφέρθηκαν για την ιστορία της Ατλαντίδας, ξεκινώντας από τον Κράντωρα (περ. 335-275 π.Χ.) ο οποίος ήταν φιλόσοφος στην Ακαδημία Πλάτωνος που έγραψε ένα διάσημο σχόλιο για τον Τίμαιο και θεωρούσε την ιστορία της Ατλαντίδας αληθινή. Η Ατλαντίδα επανεμφανίζεται στο έργο του Έλληνα βιογράφου Πλούταρχου (περ. 45 – περ. 125 μ.Χ.) ο οποίος επαναλαμβάνει στη βιογραφία του για τον Σόλωνα ότι ο διάσημος νομοθέτης ήθελε να τεκμηριώσει την ιστορία για τις επόμενες γενιές
Ο Σόλων προσπάθησε επίσης να γράψει ένα μεγάλο ποίημα που να αναφέρεται στην ιστορία ή το μύθο της χαμένης Ατλαντίδας, επειδή το θέμα, σύμφωνα με όσα είχε ακούσει από τους μορφωμένους άνδρες της Σαΐδας στην Αίγυπτο, είχε ιδιαίτερη σχέση με την Αθήνα. Τελικά όμως την εγκατέλειψε, όχι λόγω έλλειψης χρόνου, όπως υποστηρίζει ο Πλάτωνας, αλλά μάλλον λόγω ηλικίας και του φόβου ότι το έργο θα ήταν υπερβολικό γι’ αυτόν. (Σόλων, 75)
Έτσι το όλο θέμα συνεχίζεται μέχρι σήμερα, μέσα από την Αναγέννηση και τη Νέα Ατλαντίδα του Φράνσις Μπέικον, την Ουτοπία του Τόμας Μορ, με αμέτρητες αναδιηγήσεις και εξωραϊσμούς και θεωρίες που κυμαίνονται από το αληθοφανές έως το γελοίο που θέτονται, συζητούνται, απορρίπτονται και συζητούνται ξανά.
Η ιστορία της Ατλαντίδας γεννά πολλά ερωτήματα που έχουν μόνο υποθέσεις ως απαντήσεις. Ίσως, λοιπόν, θα ήταν καλό να θυμόμαστε ότι ο Πλάτων ο οποίος δεν ήταν ιστορικός αλλά φιλόσοφος, ότι συχνά χρησιμοποιούσε παρομοιώσεις και μεταφορές για να εκφράσει τις σκέψεις του και ότι με τα δικά του λόγια, εκφωνήθηκε από το στόμα του Κριτία:
«Είναι αναπόφευκτο, υποθέτω, ότι όλα όσα έχουμε πει όλοι είναι ένα είδος αναπαράστασης και απόπειρας ομοιότητας» (Κριτίας 107b).
Η δημοσίευση με τίτλο Ο μύθος της Ατλαντίδας από τον δημιουργό Χείλων διατίθεται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική Χρήση – Παρόμοια Διανομή