εξώφυλλο: Νεαρή κορασίδα Πικτών Attributed to Jacques Le Moyne de Morgues, Public domain, via Wikimedia Commons
copyright © γράφει ο Χείλων
«Venit et extremis legio praetenta Britannis, Quae Scotto dat frena truci ferronque notatas Perlegit Picto moriente figuras»
«Αυτή η λεγεώνα, η οποία αναχαίτισε τους άγριους Σκώτους και είδε τα σχέδια που είχαν ζωγραφιστεί με καυτό σίδερο στα πρόσωπα των ετοιμοθάνατων Πικτών.»
Οι παραπάνω στίχοι του Ρωμαίου ποιητή Κλαύδιου περιγράφουν με γλαφυρότητα τον αγώνα των Πικτών οι οποίοι πολέμησαν στην υπό Ρωμαϊκή κατοχή Βρετανία, νίκησαν τους Αγγλοσάξονες εισβολείς και προς το τέλος του 10ου αιώνα, εξαφανίστηκαν ως δια μαγείας. Οι Ρωμαίοι ονόμασαν αυτούς τους προ Κέλτες Πίκτι/Pictii, ή «βαμένους» επαληθεύοντας τα λόγια του Κλαυδίου, σύμφωνα με τα οποία οι Πίκτες κάλυπταν με δερματοστιξία (τατουάζ) όλο το σώμα. Για τους μη κατακτηθέντες Κέλτες της Σκωτίας και της Ιρλανδίας, καθώς και τις φυλές της Βελγικής Αγγλίας και Ουαλίας, οι Πίκτες ήσαν γνωστοί ως «Κρούθνι/Cruithni» και για πολλούς αιώνες αντιπροσώπευαν την αχαλίνωτη οργή ενός λαού που αρνήθηκε να τεθεί υπό τον ζυγό της Ρώμης ή άλλου εισβολέα.
Προέλευση
Η προέλευση των Πικτών περιβάλλεται από πλείστους μύθους, θρύλους και φήμες, ενώ υπάρχουν και αρκετές εκδοχές για την καταγωγή (Κέλτες, Βάσκοι, Σκύθες, κ.λ.π) τι έτρωγαν ή έπιναν και τι γλώσσα μιλούσαν αυτοί που αψήφησαν τις ισχυρές λεγεώνες της Ρώμης. Ο μύθος αναφέρει, πιθανώς λανθασμένα, ότι η πανίσχυρη Ένατη Λεγεώνα (ΙΧ) της Ρώμης, η περίφημη «Ισπανική λεγεώνα» η οποία απέκτησε την φήμη της στην Ιβηρία κατακτώντας την Κελτική Ισπανία για λογαριασμό του Καίσαρα, ουδέποτε αναφέρθηκε ξανά μετά την μάχη κατά των Πικτών (στην πραγματικότητα εμφανίστηκαν χρόνια αργότερα στο Ισραήλ).

Οι Πίκτες ή Πίκτοι μιλούσαν μια μη Κελτική γλώσσα (αν και πολλοί Κελτόφιλοι ισχυρίζονται ότι μιλούσαν μια Βρετανο – Γαλατική διάλεκτο παραλλαγή της Κελτικής γλώσσας) και όπως δήλωσε ο βιογράφος του αγίου Κολόμβου: «ο Ιρλανδός άγιος χρειαζόταν μεταφραστή για να κηρύξει στον βασιλέα των Πικτών γιο του Maelchon», στο παλάτι Brude κοντά στις όχθες της λίμνης Λοχ Νες.
Σε παλαιότερους χρόνους ο βασιλέας των Πικτών ζούσε στο Σκόν/Scone και εξ’ όσων γνωρίζουμε υπήρχαν δύο ξεχωριστά βασίλεια το βόρειο και το νότιο. Οι Πίκτες εκτός από πολεμιστές ήσαν ικανότατοι ναυτικοί, σε τέτοιο βαθμό ώστε οι Ρωμαίοι φοβόντουσαν το ναυτικό τους σχεδόν όσο και τους άγριους πολεμιστές που κατέβαιναν από τα Χάιλαντς/Highlands για να επιτεθούν στα χωριά κατά μήκος του τείχους του Ανδριανού. Τον 9ο αιώνα βρέθηκαν λιθογραφίες, τα κείμενα των οποίων δεν απείχαν από την Κελτική Ogham, χωρίς όμως να είναι Κελτικά, παρόλο που ο καθηγητής Richard Cox θεωρεί ότι είναι Νορβηγικά (Norse) γεγονός που έχει προκαλέσει προβληματισμό στους κύκλους των ιστορικών που μελετούν τον πολιτισμό των Πικτών.
Από τις λιθογραφίες, διαπιστώνουμε ότι ήσαν ικανοί καλλιτέχνες και μια από τις σπάνιες μητριαρχικές κοινωνίες του δυτικού πολιτισμού, το οποίο σημαίνει ότι η σειρά διαδοχής καθοριζόταν από την γραμμή αίματος της μητέρας σύμφωνα με τον μελετητή δρ. Anthony Jackson, συνθέτοντας έτσι μια περίπλοκη σειρά επιγαμιών επτά βασιλικών οίκων.

Αυτή η σπάνια μορφή διαδοχής, το έτος 845 μ.Χ. έδωσε το στέμμα της Άλμπα/Alba και τον τίτλο Ρεξ Πικτόρουμ/Rex Pictorum σε Σκώτο Κελτικής καταγωγής, γιο Πίκτιας πριγκίπισσας με το όνομα Κένεθ/Kenneth, γιού του Άλπιν/Alpin. Ο Κένεθ Μακ Άλπιν/Kenneth Mac Alpin, του οποίου η βασιλεία επί των Σκωτσέζων είχε αφαιρεθεί νωρίτερα από τον Πίκτη βασιλέα Ένγκας/Oengus, ο οποίος όταν κυβέρνησε ως βασιλέας Πικτών και Σκωτσέζων, ενδεχομένως έτρεφε μίσος για τους Πίκτες, ώστε κατά την «προδοσία του Mac Alpin» δολοφόνησε τα μέλη των υπόλοιπων επτά βασιλικών οίκων διατηρώντας έτσι την Σκωτική σειρά διαδοχής για το βασίλειο του Άλμπα και την εξαφάνιση της φυλής των Πικτών μαζί με τον πολιτισμό και την ιστορία τους.
Το πραγματικό μυστήριο στην απρόσμενη εξαφάνιση του πολιτισμού των δερματόστικτων εθνοτήτων του Βορρά είναι το γεγονός ότι σε τρεις γενεές βασιλέων MacAlpin, οι Πίκτες αποτέλεσαν παρελθόν. Είναι ένα φαινόμενο που πρέπει να διερευνηθεί και το έργο των μελετητών δυσχεραίνεται λόγω έλλειψης πραγματικών περιστατικών και σκοτεινής δολοπλοκίας που οδήγησαν στην γενοκτονία ενός λαού μαζί με τα έθιμα, τον πολιτισμό, τους νόμους και την τέχνη.
Οι μόνες πληροφορίες που μπορούν να αξιοποιηθούν βρίσκονται λαξευμένες στις πέτρες της Σκωτίας που άφησαν πίσω τους οι Πίκτες – οι πρώτοι κάτοικοι της αρχαίας Alba (σημερινή Σκωτία) και οι οποίες αναδεικνύουν μια ισχυρή φυλή η οποία αψήφησε την Ρώμη, κατέσφαξε τις ανίκητες ορδές των Αγγλογερμανών στο Νέτανσμερ/Nechtansmere του Άνγκους/Angus και απέκρουσε την εισβολή των Βίκινγκς προασπίζοντας την φυλή και τον ξεχωριστό πολιτισμό τους.

Υπήρξαν άραγε απόγονοι των αρχαίων Βάσκων της βόρειας Ισπανίας οι οποίοι ήταν γνωστοί στην Ρώμη ως Πίκτονες, οι οποίοι στη συνέχεια μετανάστευσαν στην βόρεια Βρετανία, αφού προηγουμένως είχαν βοηθήσει την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία να νικήσει; ή είναι απόγονοι των σκοτεινών φυλών της αρχαίας Στυγίας και των τεράστιων στεπών της ανατολής;
Ιστορικά στοιχεία
Ίσως το μεγαλύτερο μυστήριο της Σκωτίας ή ακόμη και της Ευρωπαϊκής ιστορίας είναι οι άνθρωποι που κατοικούσαν κάποτε στα εδάφη βόρεια του Τείχους του Αδριανού μέχρι τον μακρινό Βορρά στις νήσους Σέτλαντ/Shetland. Ποιοι ήταν αυτοί οι ανυπότακτοι άνθρωποι; Από πού κατάγονταν και ποια γλώσσα μιλούσαν; Οι πρώτες πληροφορίες γι’ αυτούς εμφανίζονται τον 3ο αιώνα από Ρωμαίο συγγραφέα, ο οποίος περιγράφει την αγριότητα και την δεξιότητά τους στην μάχη. Ο συγγραφέας Ευμένιος, γράφει για αυτούς 200 χρόνια αφότου η Ρώμη κατέκτησε την Βρετανία και τους συνδέει με το όνομα Πίκτες, αλλά ακόμη και σήμερα δεν γνωρίζουμε αν το όνομα προέρχεται από την λέξη «pictus» (λατινική λέξη για το «ζωγράφισε») ή είναι απλώς μία λατινική ονομασία. Λόγω της απομόνωσης της βόρειας Σκωτίας, η ιστορία παρέχει ελάχιστα στοιχεία όπως και οι ιστορικές καταγραφές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

«Εμείς, οι πιο απομακρυσμένοι κάτοικοι της γης, οι τελευταίοι ελεύθεροι, έχουμε θωρακισθεί από το μυστήριο που περιβάλλει το όνομά μας … Πέρα από μας δεν υπάρχει έθνος, μόνο κύματα και βράχοι».
Τα παραπάνω λόγια του Πίκτη αρχηγού Γάλγακου καταγράφονται από τους Ρωμαίους στα αρχεία του Τάκιτου και αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα του μυστηρίου και των θρύλων που αφορούν στους Πίκτες σχεδόν 2.000 χρόνια πριν.
Πρώιμη Σκωτία
Οι πρώτες ανθρώπινες καταγραφές στη Σκωτία χρονολογούνται από το 8.500 π.Χ. Επομένως, μερικές χιλιάδες χρόνια πριν την γέννηση του Χριστού, Νεολιθικοί άνθρωποι από την Ισπανία και τη Γαλλία, γνώστες της φωτιάς και βοσκοί προβάτων και βοοειδών είχαν ήδη μεταβεί στη Σκωτία. Ορισμένοι αρχαιολόγοι ισχυρίζονται ότι αυτοί οι άνθρωποι ίσως είχαν κατασκευάσει και χρησιμοποιήσει τους μεγάλους θολωτούς τύμβους που βρίσκονται διάσπαρτοι στην ύπαιθρο της Σκωτίας. Έχει επίσης αναφερθεί ότι οι απόγονοί τους τελικά συγχωνεύθηκαν με τους πρώτους Λάγυνους (που πιθανώς προήλθαν από την Δυτική Ευρώπη), και από αυτήν την φυλετική ένωση, προήλθαν οι πρώτοι Κέλτες των βόρειων εδαφών.
Η σύνδεση αυτών των πρώτων κατοίκων με τους Ίβηρες προγόνους τους εντοπίζεται στα σπειροειδή μοτίβα που είναι σκαλισμένα στους βράχους και ογκόλιθους της βόρειας γης, όπως επίσης και στην Ισπανία, Γαλλία και Ιρλανδία. Ο σχεδιασμός των ταφικών θαλάμων που βρίσκονται στις νήσους Ορκάδες (Orkney ) παρέχει επίσης ένα σημαντικό κρίκο στην Ιβηρική προέλευση των κατασκευαστών τους. Η γεωργία διαδόθηκε σε αυτά τα νησιά περί το 4.000 π.Χ. και καθώς αντικατέστησε τον νομαδικό τρόπο ζωής, οι Ορκάδες μετετράπησαν σε σύμπλεγμα οχυρών με πολλούς πέτρινους οικισμούς. Όταν η Ρώμη έγινε παγκόσμια αυτοκρατορία, οι Ορκαδιανοί/Orcadians αναγνωρίστηκαν από τους Ρωμαίους ως θαλάσσια δύναμη. Από πρόσφατες ανασκαφές, φαίνεται ότι αυτοί οι άνθρωποι ήσαν λεπτοί, μελαψοί, με μακρόστενα κεφάλια και με χαρακτηριστικά Καυκάσιας φυλής.

Οι μεγάλοι πέτρινοι κύκλοι στο Σανχόνι/Sunhoney μάλλον χτίστηκαν περί το 3.300 π.Χ, πιθανότατα την ίδια εποχή με την άφιξη των Μπίκερ/Beaker (ή Άνθρωποι του Λάγυνου, περ. 2600 – 1900 π.Χ είναι όρος που χρησιμοποιείται για την περιγραφή αρχαίου πολιτισμού της προϊστορικής Ευρώπης που εμφανίστηκε την Ύστερη Νεολιθική έως πρώιμη Εποχή του Χαλκού) από την Βόρεια και Κεντρική Ευρώπη. Αυτοί οι νεόφερτοι ήταν διαφορετική εθνική ομάδα προερχόμενοι από τα Ιβηρικά φύλα του βορείου τμήματος της Βρετανίας, καθώς τα κρανία τους ήσαν ευρύτερα και στρογγυλά. Αποδεικτικά στοιχεία της επαφής μεταξύ αυτών και των ηπειρωτικών προγόνων τους έχουν ανακαλυφθεί σε διάφορες ανασκαφές, και υποδηλώνουν την άνθηση του εμπορίου μεταξύ αρχαίας Σκωτίας και Ευρώπης. Πολλοί μελετητές θεωρούν ότι η ένωση των δύο αυτών λαών οδήγησε στη δημιουργία προ Κελτών οι οποίοι τελικά ονομάσθηκαν Πίκτες από τους Ρωμαίους και Κρούθνι/Cruithne από τους Κέλτες.
Η άφιξη των Κελτών στην Βρετανία και Ιρλανδία προσθέτει ακόμα έναν πολιτισμό στις βόρειες περιοχές. Οι Ιρλανδοί αυτοαποκαλούνται «Μιλησιακή φυλή» βασιζόμενοι στο μύθο που αναφέρει ότι κατάγονται από τον Μιλήσιο (Milesius) έναν Κέλτη βασιλέα της Ισπανίας.

Οι Κέλτες οι οποίοι έφτασαν στη Βρετανία περί το 500 π.Χ. ήταν νομαδικός λαός, ο πολιτισμός των οποίων εξαπλώθηκε από την Ανατολική Ευρώπη στην Ιβηρία και περιγράφονται από τους Έλληνες ως ψηλοί και σκληροί πολεμιστές και επειδή πολλοί Κέλτες έβαφαν τα μαλλιά τους με αλισίβα, μερικοί ιστορικοί πιστεύουν ότι γι’ αυτό τον λόγο οι Έλληνες τους αποκαλούσαν ξανθότριχους, παρ’ ότι οι Βρετανοί Κέλτες που αντιμετώπισαν οι Ρωμαίοι είχαν συνήθως σκούρα και κοντά μαλλιά. Όσον αφορά στην πολεμική τακτική, ο Κελτικός στρατός ήταν αυτός που παρ’ ολίγον να καταστρέψει την Ρώμη στην αρχή της παντοδυναμίας της και έτσι κατέστησαν αιώνιοι εχθροί της Λατινικής Αυτοκρατορίας για πάντα. Επειδή δε οι πρώτες ιστορικές αναφορές στους Πίκτες εμφανίζονται το 297 μ.Χ., όπου αναφέρονται ως εχθροί της Ρώμης στον ίδιο βαθμό με Ιρλανδούς, Σκώτους και Σάξονες, πολλοί ιστορικοί υποθέτουν ότι οι Πίκτες ήσαν απλά μια ακόμη Κελτική φυλή.
Αν και είναι αρκετά πιθανό να υπήρχαν Κελτικά στοιχεία σε ορισμένες από τις φυλές που συνέθεσαν τελικά το έθνος των Πικτών, η γνώμη μου είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Πικτών αποτελούνταν ως επί το πλείστον από τους προϋπάρχοντες προ-Κέλτες της βόρειας Βρετανίας. Ορισμένοι ιστορικοί χρησιμοποιούν την Ιρλανδία ως παράδειγμα και ο Michael Lynch αναφέρει εύστοχα ότι «Όποιοι και αν ήταν οι Πίκτες, είναι πιθανό, όπως και οι άλλοι λαοί είτε στην μετα Ρωμαϊκή δυτική Ευρώπη ή στην σύγχρονη Ιρλανδία, να ήσαν ένα αμάλγαμα φυλών, με επικεφαλής την πολεμική αριστοκρατία που ήταν εκ φύσεως δραστήρια, διακατεχόμενοι από την στόφα του πολεμιστή.
Σε τελική ανάλυση είναι τόσο λίγα αυτά που γνωρίζουμε, ώστε οι περισσότεροι ερευνητές είναι αναγκασμένοι να κάνουν τεράστια ιστορικά άλματα και να διατυπώνουν παρακινδυνευμένες ερμηνείες των γεγονότων προκειμένου να διαμορφώσουν τις απόψεις τους. Οι όποιες εξηγήσεις που παραπέμπουν σε τελικά συμπεράσματα αποτελούν μια μάταιη προσπάθεια αποκρυπτογράφησης αυτών των μυστηριωδών ανθρώπων.

Οι Ρωμαίοι όταν εισέβαλαν στη Σκωτία, πέτυχαν ορισμένες νίκες κατά των Πικτών, αλλά ουδέποτε κατόρθωσαν να τους κατακτήσουν. Το 83 μ.Χ. ο Ρωμαίος στρατηγός Γάϊος Ιούλιος Αγρίκολας κατενίκησε μια στρατιά Πικτών υπό την ηγεσία του μονομάχου Γάλγακου (Calgacus) στην μάχη του όρους Γκρόπιους (Mons Grampius) όπου σκοτώθηκαν περισσότεροι από 10.000 Πίκτες και 340 Ρωμαίοι. Οι λεγεώνες του Αγρίκολα στρατοπέδευσαν κοντά στο Aberargie στο Perthshire, όπου έχτισαν οχυρό και ήλθαν σε επαφή για πρώτη φορά με την νέα φυλή βαρβάρων, τους οποίους περιγράφουν ως μελαψούς και ομοιάζοντες με τους Ίβηρες τους οποίους είχαν κατακτήσει στη νότια Ισπανία. Με σκοπό να διασφαλίσουν τις θέσεις τους κατασκεύασαν αρκετά φρούρια μεταξύ του Callander και του Perth. Κατά την διάρκεια των 30 ετών κατοχής, οι Πίκτες είχαν καταστρέψει και κάψει τα Ρωμαϊκά οχυρά, και σύμφωνα με έναν Βικτωριανό μύθο, η διασημότερη λεγεώνα της Ρώμης, η ΙΧ (ένατη) στάλθηκε βόρεια του Inchtuthil για να αντιμετωπίσει την ασφυκτική πίεση των Πικτών. Ο μύθος αναφέρει ότι η λεγεώνα σφαγιάστηκε και χάθηκε σε κάποια άγνωστη μάχη κατά των ανδρών με τα ζωγραφισμένα πρόσωπα, παρόλο που ιστορικές πηγές την αναφέρουν αργότερα στην Ιουδαία.

Ο Ανδριανός ήταν εκείνος που αποφάσισε ότι η βόρεια Σκωτία δεν άξιζε περισσότερες λεγεώνες και έτσι περιόρισε την αυτοκρατορία στο Tyne και το Solway όπου έχτισε το περίφημο τείχος που φέρει το όνομά του σε απόσταση εβδομήντα μιλίων από την θάλασσα. Αργότερα λόγω των συνεχών επιθέσεων στο τείχος ο Αντωνίνος Πίος επέκτεινε τα σύνορα και πάλι μεταξύ Forth και Clyde. Με μήκος πλέον 63 χλμ. και διαθέτοντας είκοσι οχυρά το εν λόγω τείχος, αποτελούσε διαχωριστικό όριο μεταξύ των φυλών των Πικτών. Ήταν δε επανδρωμένο από τις ΙΙ (2η) – VI (6η) και ΧΧ (20η) λεγεώνες στα σαράντα χρόνια ύπαρξής του. Οι Πίκτες ουδέποτε έπαψαν να επιτίθεται και στην πραγματικότητα οι Ρωμαίοι έχασαν και ανέκτησαν το τείχος δύο φορές πριν τελικά το παραδώσουν στο τέλος του 2ου αιώνα και υποχωρήσουν στο αρχικό Τείχος του Αδριανού. Τα ανωτέρω βασίζονται στα λόγια του Κάσσιου Δίωνα ότι οι «βόρειες φυλές διέσχισαν τον τοίχο, έκαναν μεγάλη ζημιά και σκότωσαν έναν στρατηγό και τα στρατεύματά του».
Εθνολογικά
Το 208 μ.Χ., ο κυβερνήτης της Βρετανίας αναγκάστηκε να προσφύγει για βοήθεια στον αυτοκράτορα και ο Σεπτίμιος Σεβήρος αποφάσισε να μεταβεί στην Βρετανία μαζί με τους γιους του. Ως έμπειρος στρατιωτικός πήρε ένα Ρωμαϊκό στόλο με 40.000 Κεντυρίωνες (centurions) οι οποίοι αποβιβάσθηκαν στο φιόρδ Forth και παρόλο που νίκησαν κάθε στράτευμα Πικτών που συνάντησαν και αποκεφάλισαν τους επικεφαλής, εντούτοις απέτυχαν να κατακτήσουν την γη που ονόμασαν Καληδονία. Ωστόσο, οι Ρωμαίοι συνέχισαν τις καταστροφές στην περιοχή, καταβάλλοντας κάθε αντίσταση και επάνδρωσαν το τείχος του Ανδριανού με αποτέλεσμα οι Πίκτες να περιοριστούν στους λόφους βόρεια από αυτό.

Τον 4ο αιώνα ξεσπά πόλεμος και το 305 μ.Χ. οι Ρωμαίοι μάχονται εναντίον «Καληδόνιων» και άλλων Πικτών. Στον βορρά οι φυλές που πλέον ονομάζονται Πίκτες και στο νότο οι Σκωτσέζοι, Σάξονες και Φράγκοι συνθέτουν ένα επιπλέον πρόβλημα για την Ρώμη, εξαπολύοντας επιδρομές στην νότια Βρετανία. Το 343 μ.Χ. ο αυτοκράτωρ Φλάβιος Ιούλιος Κώνστας ξεκινά εκστρατεία εναντίον των Πικτών η οποία πιθανότατα κατέληξε σε ανακωχή. Το 360 ο Ρωμαίος ιστορικός Αμμιανός Μαρκελλίνος αναφέρει ότι «οι Πίκτες ήσαν πλέον δύο λαοί – οι Δικαλύδονες (Dicalydones) και οι Βερτυρίονες (Verturiones). Την ίδια χρονιά, η εκεχειρία σπάει και οι Πίκτες μαζί με τους Σκωτσέζους της Ιρλανδίας συνεχίζουν να σφυροκοπούν το τείχος έχοντας συστήσει μια πολυφυλετική συμμαχία κατά της Ρώμης. Το 382 μαζί με τους Σκωτσέζους εισβάλουν και πάλι στην Αγγλία και αυτή τη φορά η ζημία που γίνεται στο τείχος και τα οχυρά του είναι ανεπανόρθωτη, παρόλο που οι εισβολείς απωθούνται από τον Μάγνο Μάξιμο. Προς το τέλος του αιώνα γίνεται μια ακόμη εισβολή Πικτών και αυτή τη φορά έρχονται αντιμέτωποι με τον μεγάλο Ρωμαίο στρατηγό Φλάβιο Στιλίχονα (Flavius Stilicho) ο οποίος καταφέρνει να στείλει τoν Ιρλανδό βασιλέα και ήρωα Niall των Εννέα Ομήρων (αγγλική απόδοση του Ιρλανδικού ονόματός του Niall Noígíallach) ταπεινωμένο πίσω στην Ιρλανδία.

Το 409 η Ρωμαϊκή κατοχή αρχίζει να ατονεί και οι Βρετανοί καλούνται να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους. Περίπου την ίδια χρονική περίοδο η Κελτογαλατική φυλή της Σκωτίας αρχίζει να εγκαθίσταται στα νοτιοδυτικά, δημιουργώντας το βασίλειο του Dalriada στο Argyll (Oir Ghaedhil ή ανατολική Gaels). Από την ανάγκη να προστατευτούν από τις βαρβαρικές ορδές των Πικτών και των Σκώτων, δημιουργείται ένα νέο βασίλειο από τους Βρετανούς του Strathclyde, οι οποίοι ομιλούν μια Κελτική γλώσσα παρόμοια με αυτή των Ουαλών. Το 450 οι Πίκτες εξορμούν στο νότο και ο μοναχός Gildas τους αποκαλεί «βρωμερές ορδές Σκωτσέζων και Πικτών, όπως τα σκοτεινά πλήθη των σκουληκιών που ξεγλιστρούν από τις στενές ρωγμές στο βράχο, όταν ο ήλιος είναι ψηλά και ο καιρός ζεστός». Αυτή είναι η τελευταία αναφορά σε Πίκτες και Σκωτσέζους να αγωνίζονται ως σύμμαχοι και αν πιστέψουμε τον Gildas, οι Σκωτσέζοι επιστρέφουν στην Ιρλανδία. Το 461 πεθαίνει ο άγιος Πατρίκιος και ο Χριστιανισμός εξαπλώνεται στην Ιρλανδία.
Η γη των Πικτών
Μελετώντας τις Ρωμαϊκές καταγραφές για τους πολέμους των Πικτών, φαίνεται ότι η περιοχή τους ήταν βόρεια του Forth – Clyde και του Τείχους του Αντωνίνου. Η Ρωμαϊκή ειρήνευση και η μετανάστευση Κελτών και Σαξόνων από το νότο απέκλεισε οιαδήποτε διεκδίκηση επί ανθρώπων ή εδαφών νότια του τείχους. Στα δυτικά, η παρουσία Πικτών στην Argyll πρέπει να εξέλειπε αμέσως μετά την άφιξη των Σκωτσέζων της Dalriada γύρω στο 500 μ.Χ., αν και η παρουσία τους αποδεικνύεται από την πέτρα κοντά στην είσοδο του κάστρου Inveraray στην χώρα Campbell. Στον βορρά η επιρροή των Πικτών έφτανε μέχρι τα νησιά και οι πέτρες που έχουν βρεθεί αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα. Αυτή την γη υπερασπίστηκαν πολλές φορές μετά την αποχώρηση των Ρωμαϊκών λεγεώνων.

Οι Πίκτες αντιμετώπισαν τις επιδρομές των Σκωτσέζων στα δυτικά, των Βρετανών και Άγγλων στα νότια και των Βίκινγκς στο βορρά. Ορισμένες φορές έχασαν μεγάλες μάχες και τεράστιες εκτάσεις γης, προσωρινά όμως μέχρι να τις ανακτήσουν. Τον 7ο αιώνα οι Σκώτοι επέκτειναν τα σύνορά τους προς βορρά και ένας Κελτικός στρατός εισήλθε στην πρωτεύουσα Inverness πριν καταστραφεί ολοσχερώς. Στον νότο, οι Άγγλοι προώθησαν τους Τευτονικούς στρατούς βόρεια και κατείχαν τα εδάφη των Πικτών επί τριάντα χρόνια πριν σφαγιασθούν και απωθηθούν νότια από στράτευμα Πικτών.
Οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν ότι περί το 839 πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη μάχη στην οποία ο Πίκτης βασιλέας σκοτώθηκε οδηγώντας τους άνδρες του εναντίον των Βίκινγκς. Στην ίδια μάχη έχασε την ζωή του και ο αδελφός και διάδοχός του Στέμματος καθώς και πολλοί άλλοι. Ο αποδεκατισμός από τους Βίκινγκς αποτελεί ίσως το κομβικό σημείο όπου ο έλεγχος πέρασε στους Σκωτσέζους. Η εν λόγω ήττα από τους Νορβηγούς είναι η πιο σημαντική στην ιστορία των Πικτών και αυτή κατά ειρωνικό τρόπο επαναλήφθηκε πολλούς αιώνες αργότερα με την καταστροφή των Σκώτων ευγενών στο Φλόντεν. Αυτός ο επιλεκτικός αποδεκατισμός των βασιλικών οίκων και των ικανών πολεμιστών, απετέλεσε το καίριο πλήγμα στην διαδικασία διαδοχής και παρέδωσε το Πίκτιο στέμμα στον Σκωτικό οίκο των Mac Alpin.
Πηγές
The Anglo-Saxon Chronicle, translated by James Ingram, J.A. Giles, , Pantianos Classics
Dauvit Broun, (2001), Michael Lynch, «Kingship: Early Medieval», The Oxford Companion to Scottish History, Oxford University Press
K. Jackson (1955) «The Pictish Language», in Wainwright, F.T. , The Problem of the Picts, Edinburgh: Nelson
Το έργο με τίτλο Πίκτες(οι) από τον δημιουργό Χείλων διατίθεται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική Χρήση – Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές