Στα τέλη του 1875 Ινδιάνοι Sioux (Σιού) [ο όρος Σιού αφορά σε εθνότητα Ινδιάνων, ήτοι φυλές με κοινή διάλεκτο και πολιτιστικά στοιχεία και όχι αυτόνομη φυλή………..στην προκειμένη περίπτωση αναφερόμαστε στις φυλές Lakota και Arapaho] και Cheyenne (Τσεγιέν) εξοργισμένοι από τις συνεχείς εισβολές των λευκών στην ιερή γη των Black Hills, συγκεντρώθηκαν στη Μοντάνα υπό τον «ιερό άνδρα» Sitting Bull (Καθιστό Ταύρο) προκειμένου να αποφασίσουν αν θα πολεμήσουν για τη γη τους.

Στην συνάντηση συμμετείχαν οι αρχηγοί Sitting Bull της φυλής Hunkapa Lakota, Crazy Horse της φυλής Oglala Lakota, Lame White Man της φυλής Cheyenne και o πολέμαρχος Gall της φυλής Hunkapa Lakota.

Την επόμενη Άνοιξη δύο νίκες κατά του ιππικού των ΗΠΑ αναπτέρωσαν το ηθικό τους προκειμένου να συνεχίσουν τον πόλεμο το καλοκαίρι του 1876.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ προκειμένου να αναγκάσει τον πολυάριθμο στρατό των Ινδιάνων να οπισθοχωρήσει στους καταυλισμούς, απέστειλε στρατιωτικές δυνάμεις, στις οποίες συμμετείχε το 7ο σύνταγμα ιππικού με διοικητή τον αντισυνταγματάρχη George Custer.

Στις 25 Ιουνίου, ο Custer ενώ παρατηρούσε τον καταυλισμό των Sioux εντόπισε μία ομάδα από 40 πολεμιστές, σε απόσταση δεκαπέντε μιλίων κατά μήκος του ποταμού Rosebud. Αγνοώντας τις διαταγές να αναμένει ενισχύσεις, αποφάσισε να επιτεθεί προτού η ομάδα των Ινδιάνων ειδοποιήσει την κύρια δύναμη. Δεν είχε αντιληφθεί ότι ο συνολικός αριθμός των πολεμιστών στον καταυλισμό ήταν τριπλάσιος της δύναμής του. Διαιρώντας τις δυνάμεις του σε τρία τμήματα, ο Custer έστειλε στρατεύματα υπό τον λοχαγό Frederick Benteen για να αποτρέψει τη διαφυγή τους από την άνω κοιλάδα του ποταμού Little Bighorn. Στον ταγματάρχη Marcus Reno ανετέθη να καταδιώξει την ομάδα, κατά μήκος του ποταμού και να επιτεθεί στο ινδιάνικο χωριό σε συντονισμένη προσπάθεια με τα υπόλοιπα στρατεύματα που τελούσαν υπό τις διαταγές του Custer. Ήλπιζε να χτυπήσει τον ινδιάνικο καταυλισμό στο βόρειο και νότιο άκρο ταυτόχρονα, αλλά έλαβε αυτήν την απόφαση χωρίς να γνωρίζει το είδος του εδάφους που θα πρέπει να διασχίσουν πριν την τελική επίθεσης. Ανακάλυψε καθυστερημένα ότι πριν επιτεθεί έπρεπε να διασχίσει ένα λαβύρινθο από πλαγιές και χαράδρες.
Η ίλη του Reno αποτελούμενη από 175 στρατιώτες επιτέθηκε στο βόρειο άκρο. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα βρέθηκαν να δίνουν μια άνιση μάχη, με αποτέλεσμα ο Reno να διακόψει την επίθεση πριν οι άνδρες του παγιδευτούν, υποχωρώντας στη δασώδη έκταση κατά μήκος του ποταμού. Όταν αποδείχθηκε ότι και η νέα θέση ήταν ακατάλληλη συνέχισε την υποχώρηση προς τους παρακείμενους λόφου, καταδιωκόμενος από ομάδες Cheyenne και Sioux.

Όταν τελικά οι Ινδιάνοι κατόρθωσαν να απωθήσουν τους στρατιώτες από τον καταυλισμό, βρέθηκαν αντιμέτωποι με 210 περίπου άνδρες του Custer οι οποίοι επιτίθεντο στο άλλο άκρο του χωριού προκειμένου να υποστηρίξουν την ίλη του Reno. Ομάδες Cheyenne και Hunkpapa Lakota πέρασαν μαζί το ποτάμι και τους χτύπησαν, αναγκάζοντάς τους να οπισθοχωρήσουν σε μια υψηλή κορυφογραμμή προς τα βόρεια. Εν τω μεταξύ, μια άλλη δύναμη Oglala Lakota υπό από τις διαταγές του Crazy Horse (Τρελό Άλογο) κινήθηκε γρήγορα προς τα κάτω και στη συνέχεια αντεπιτέθηκε εγκλωβίζοντας τον Custer και τους άνδρες του σε καταιγισμό πυροβολισμών και βελών.
Καθώς ο κλοιός έσφιγγε, ο Custer διέταξε τους άνδρες να πυροβολήσουν τα άλογα και να στοιβάξουν τις άμαξες εφοδιασμού σχηματίζοντας ένα είδος τείχους, προκειμένου να προστατευθούν από τις σφαίρες και τα βέλη. Σε λιγότερο από μία ώρα, ο Custer και οι άνδρες του σκοτώθηκαν σe μία από τις χειρότερες αμερικανικές στρατιωτικές ήττες. Μετά από μάχες που διήρκεσαν ακόμη μία ημέρα, οι δυνάμεις των Reno και Benteen αφού ανασυγκροτήθηκαν διέφυγαν όταν οι Ινδιάνοι σταμάτησαν τις επιθέσεις, καθώς είχαν πληροφορηθεί ότι οι υπόλοιπες αμερικανικές δυνάμεις κατευθύνονταν προς το μέρος τους.

Μετά τη μάχη, οι Ινδιάνοι απογύμνωσαν και ακρωτηρίασαν τα πτώματα των στρατιωτών, πιστεύοντας ότι «η ψυχή ενός ακρωτηριασμένου σώματος είναι καταδικασμένη να περιπλανάται αιωνίως στη γη και να μην βρει ποτέ τον δρόμο για τα ουράνια». Παραδόξως ενώ έγδυσαν το πτώμα του Custer δεν το έγδαραν ή ακρωτηρίασαν, αλλά το καθάρισαν. Να σημειωθεί ότι ο Custer δεν φορούσε στολή αλλά ρούχα από δέρμα ελαφιού, με αποτέλεσμα να υποθέσουν αργότερα διάφοροι ιστορικοί ότι οι Ινδιάνοι τον θεώρησαν ως κάποιο πολίτη που δεν συμμετείχε στην μάχη. Άλλη υπόθεση αναφέρει ότι οι Ινδιάνοι τον σεβάσθηκαν τιμώντας τη γενναιότητά του στη μάχη και κατά μια άλλη εκδοχή γνώριζαν την οικογενειακή του κατάσταση (η σύζυγός του ήταν Ινδιάνικης καταγωγής). Μέχρι σήμερα ουδείς γνωρίζει τον πραγματικό λόγο.
Το Little Bighorn ήταν το αποκορύφωμα της κυριαρχίας των Ινδιάνων. Είχαν επιτύχει τη μεγαλύτερη νίκη τους, αλλά σύντομα η αδύναμη ένωση τους θα κατέρρεε υπό το βάρος επιθέσεων των λευκών. Το αμερικανικό έθνος οργισμένο για το θάνατο ενός ήρωα του Εμφυλίου Πολέμου, ζήτησε και έλαβε σκληρή τιμωρία. Το Black Hills γρήγορα αποικήθηκε και ακολούθησε επαναχάραξη των συνόρων, από τα οποία εξαιρέθηκε ο καταυλισμός των Ινδιάνων, καθιστώντας ταυτόχρονα την περιοχή ελεύθερη προς αποίκηση από τους λευκούς. Μέσα σε ένα έτος, το έθνος των Sioux νικήθηκε και διαλύθηκε. Η τελευταία στάση (last stand) του Custer έμελλε να είναι και η τελευταία στάση των Ινδιάνων.
Στο μακελειό του Little Bighorn ο George Herendon υπηρέτησε ως ανιχνευτής για το 7ο σύνταγμα ιππικού υπό τις διαταγές του ταγματάρχη Reno. Ο Herendon συμμετείχε στην επίθεση κατά μήκος του ποταμού Little Bighorn με τον Reno. Μετά τη μάχη αφηγήθηκε τις εμπειρίες του σε δημοσιογράφο της New York Herald:
«Ο Reno κάλπασε σε απόσταση τριών μιλίων κατά μήκος της κοίτης του Little Horn και βρήκε μια φυσική διάβαση του ποταμού. Ενώ είχε αρχίσει την διάβαση οι ανιχνευτές τον ειδοποίησαν να περιμένει διότι οι Sioux κατευθύνονταν εναντίον του με μεγάλες δυνάμεις στρατού. Αυτός παρά την προειδοποίηση συνέχισε την διάβαση και παρέταξε τις δυνάμεις του για μάχη στο λιβάδι.
Η κοιλάδα είχε πλάτος περίπου ¾ του μιλίου, προς τα αριστερά εκτείνονταν μια σειρά χαμηλών λοφίσκων και προς τη δεξιά πλευρά, η κοίτη του ποταμού η οποία καλυπτόταν από υδρόβια δένδρα και θάμνους. Μετά την παράταξη οι ακροβολιστές του Reno ανταπέδωσαν πυροβολισμούς που εξαπολύθηκαν από τους λόφους και από το κάτω μέρος του ποταμού.

Κατόπιν προωθήθηκε περίπου ένα μίλι προς μια συστάδα δένδρων και διέταξε τους άνδρες του να αφιππεύσουν προκειμένου να πολεμήσουν πεζοί. Τα άλογα στάλθηκαν προς τα δένδρα και οι άνδρες προχώρησαν στο λιβάδι κατευθυνόμενοι προς τους Ινδιάνους. Οι Ινδιάνοι έφιπποι ξεχύθηκαν στο λιβάδι και έπληξαν με σφοδρά πυρά τους στρατιώτες. Μετά από λίγα λεπτά αψιμαχίας ο Reno και οι άνδρες του κατευθύνθηκαν προς τα άλογα στους. Οι Ινδιάνοι εν τω μεταξύ κινήθηκαν προς τα αριστερά και πίσω, προφανώς με πρόθεση να αποκόψουν την πρόσβαση στη διάβαση.
Ο Reno διέταξε τους άνδρες του να ιππεύσουν και να προχωρήσουν μέσα από το δασύλλιο, αλλά μόλις αυτοί ίππευσαν οι Sioux οι οποίοι είχαν ήδη προωθηθεί στο δάσος, πυροβόλησαν από κοντινή απόσταση και σκότωσαν έναν στρατιώτη. Ο Reno διέταξε τότε τους άνδρες να κατέβουν από τα άλογα, αλλά σύντομα τους διέταξε να ξαναϊππεύσουν και να κατευθυνθούν προς το λιβάδι σε ανοικτό χώρο.
Οι στρατιώτες ενώ κατευθύνονταν προς τη διάβαση άρχισαν να πιέζονται από τους υπεράριθμους Ινδιάνους οι οποίοι ιππεύοντας γρήγορα τους πλαγιοκόπησαν σκοτώνοντας αυτούς και τα άλογά τους. Η αντίσταση που προβλήθηκε ήταν μικρή και το μόνο αποτέλεσμα που είχε ήταν να ξεφύγουν ορισμένοι διαβαίνοντας το πέρασμα, ενώ σκοτώθηκαν πολλοί στρατιώτες.
Εγώ μόλις πήγα να φύγω, το άλογό μου σκόνταψε και έπεσα, ενώ το άλογο έφυγε μακριά. Είδα πολλούς στρατιώτες που ήταν πεζοί και τα άλογά τους είχαν σκοτωθεί ή απομακρυνθεί. Υπήρχαν μερικοί έφιπποι οι οποίοι είχαν μείνει πίσω, περίπου δεκατρείς στον αριθμό, οι οποίοι δεν είχαν ελπίδα διαφυγής και τους κάλεσα να έλθουν στο δασύλλιο για να αντιμετωπίσουμε τους Ινδιάνους.

Τρεις από τους στρατιώτες τραυματίστηκαν εκ των οποίων οι δύο τόσο άσχημα σε σημείο να μην μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα όπλα τους. Οι στρατιώτες ήθελαν να βγουν έξω (από το δασύλλιο) αλλά είπα όχι, δεν μπορούμε να φτάσουμε στη διάβαση και εκτός αυτού, έχουμε τραυματίες και πρέπει να σταθούμε δίπλα τους. Οι στρατιώτες επέμεναν αλλά τους είπα σαν έμπειρος ανιχνευτής, γνώριζα τον τρόπο σκέψης – δράσης των Ινδιάνων και αν ακολουθούσαν τις οδηγίες μου, θα ξεφεύγαμε από αυτή την κατάσταση. Οι μισοί από τους άνδρες είχαν ιππεύσει και ήθελαν να κρατήσουν τα άλογά μαζί τους, αλλά τους είπα να αφήσουμε τα άλογα να φύγουν και να πολεμήσουν πεζοί.
Μείναμε στο δάσος περίπου τρεις ώρες και άκουγα τους πυροβολισμούς από τη μεριά του ποταμού, σε απόσταση περίπου δύο μιλίων. Γνώριζα ότι οι Ινδιάνοι πολεμούσαν εναντίον δικών μας στρατιωτών, οι οποίοι όπως έμαθα αργότερα ήταν οι άνδρες του Custer. Σχεδόν όλοι οι Ινδιάνοι στο άνω τμήμα της κοιλάδας είχαν κατεβεί στον ποταμό και η μάχη με τον Custer διήρκεσε περίπου μία ώρα όταν μετά σταμάτησαν οι πυροβολισμοί. Τότε είπα στους στρατιώτες……..ελάτε τώρα είναι η ώρα να βγούμε. Οι περισσότεροι από αυτούς δεν ήλθαν, αλλά περίμεναν να σκοτεινιάσει το βράδυ. Τους είπα ότι οι Ινδιάνοι θα επιστρέψουν και είναι καλύτερα να φύγουμε αμέσως. Οι 11 από τους 13 ακολούθησαν, αλλά οι δύο έμειναν πίσω.

Έχοντας αναπτύξει τους άνδρες ως ακροβολιστές κινηθήκαμε πεζοί προς το ποτάμι. Όταν είχαμε φτάσει σχεδόν μέχρι το ποτάμι που συναντήσαμε πέντε έφιππους Ινδιάνους οι οποίοι άνοιξαν πυρ εναντίον μας. Ανταπέδωσα τα πυρά και όταν οι Ινδιάνοι έφυγαν εμείς διασχίσαμε το ποτάμι το βάθος του οποίοι ήταν. Τελικά περάσαμε όλοι απέναντι και κατευθυνθήκαμε προς την ομάδα του Reno, την οποία μπορούσα να δω περίπου ένα μίλι μακριά, να κατηφορίζει τη πλαγιά κατά μήκος του ποταμού. Τελικά φτάσαμε όλοι με ασφάλεια.

Δεν είχαν περάσει περισσότερα από δεκαπέντε λεπτά όταν είδα τους Ινδιάνους μετά την μάχη με τον Custer να κατευθύνονται προς εμάς. Ο Reno τότε μετακίνησε όλη την ομάδα του κάτω από την κορυφογραμμή προς την μεριά του Custer. Οι Ινδιάνοι αφού διέσχισαν τον ποταμό κατέκλυσαν την πλαγιά από όλες τις πλευρές. Αφού δόθηκαν μερικές αψιμαχίες ο Reno επέστρεψε στην προηγούμενη θέση του, έχοντας μέτωπο κατά μήκος της πλαγιάς. Ήταν περίπου 17:00 και η μάχη συνεχίσθηκε μέχρι να σκοτεινιάσει.

Μόλις σκοτείνιασε………..ο Reno έβγαλε τις σέλες από τα μουλάρια, τράβηξε επίσης τα νεκρά άλογα και μουλάρια στη γραμμή πυρός και τοποθέτησε τους άνδρες πίσω από αυτά. Μερικοί από αυτούς έσκαψαν χαρακώματα με τα μαχαίρια τους και έπεσαν για ύπνο κρατώντας τα όπλα τους.
Με το ξημέρωμα δεχθήκαμε καταιγισμό πυρών από τους Ινδιάνους, δίνοντας μια απέλπιδα και άνιση μάχη, η οποία διήρκεσε μέχρι τις 10:00. Οι Ινδιάνοι επιτέθηκαν στις θέσεις μας τρεις ή τέσσερις φορές, πλησιάζοντας σε τέτοια απόσταση ώστε να μπορούν να δώσουν μάχη σώμα με σώμα. Ο λοχαγός Benteen βλέποντας μεγάλη μάζα Ινδιάνων να συγκεντρώνεται μπροστά του έτοιμη για έφοδο, διατάσσει τους άνδρες του να επιτεθούν.

Ο ίδιος ηγήθηκε της επίθεσης και αιφνιδιάζοντας τους Ινδιάνους, οι οποίοι δεν περίμεναν τον επιθετικό ελιγμό,. Πιστεύω ότι ο Benteen είναι ένας από τους γενναιότερους άνδρες που είδα ποτέ σε μάχη. Όλη την ώρα προχωρούσε μέσα από τις σφαίρες, ενθαρρύνοντας τους στρατιώτες να πολεμήσουν παραμένοντας πιστοί στο καθήκον τους. Ποτέ δεν προστατεύθηκε και δεν μπορώ να καταλάβω πως τελικά απέφυγε να σκοτωθεί. Η μάχη τελικά κράτησε μέχρι αργά το απόγευμα.»
Απολογισμός: Οι απώλειες της μάχης ήταν περίπου 140 νεκροί και 160 τραυματίες εκ μέρους των Ινδιάνων (συνολική δύναμη 1800 ανδρών) και 270 νεκροί και 50 τραυματίες εκ μέρους των Αμερικανών (συνολική δύναμη 650 ανδρών).
Πηγές
1. Connell, Evan S. Son of the Morning Star (1984)
2. New York Herald (July 1876)
3. Utley, Robert M. Cavalier in Buckskin; George Armstrong Custer and the Western Frontier (1988).
4. http://www.eyewitnesstohistory.com/
5. Φωτο http://en.wikipedia.org